Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Άκογλους, Ξενοφών Κ."
-
Η κακέσσα η πεθερά εβγάλλ΄ την νύφεν σον πρόσωπον
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Η κακή η πεθερά κάνει τη νύφη ν' αυθαδιάζει -
Η καλατζή χωρία χαλάν'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ερμηνεία: Η ομιλία – τα λόγια – χωριά χαλάει, για το κοτσομπολιό που σπείρει τα ζιζάνια και δημιουργεί τις έχθρες και τα μαλώματα -
Η κόρ' έμαθεν αβράκωτος και βρακωμέντσα εντρέπεται
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Η κόρη συνήθισε ξεβράκωτη και βρακωμένη ντρέπεται -
Η κόρ' εγάπανεν τον χορόν και ηύρεν λιριτζήν άντραν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ανάλογο με την παροιμία: Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι του -
Η κοιλιά τ' λύραν παίζ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ανάλογο με το: Η κοιλιά του παίζει ταμπουρά ή βιολί -
Η κορ' όσον το κάθεται η τύχ' ατ'ς ανηβαίν'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Για παρηγοριά των κοριτσιών που δεν άνοιξε η τύχη τους -
Η κορώνα ήμπαν πάει, μαύρα ωβά εφτάει. Πέραν ποταμού π' αν πάει, μαύρα ωβά εφτάει
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Η κάργα όπου πάει, μαύρα αυγά κάνει. Και πέρα από ποτάμι αν πάει, πάλι μαύρα αυγά κάνει. Σαρκασμός για τους απρόκοφτους -
Η κοσσάρα πίν' νερό και τερεί και τον Θεόν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Η κόττα πίνει νερό και κυτάζει και τον Θεό. Για αχάριστους και για κείνους που ενώ έχουν όλα τ' αγαθά, διαρκώς παραπονιούνται και κακολογούν την τύχη τους, και που δεν λεν να βοηθήσουν και κανένα. Χρησιμοποιείται ακόμα και ... -
Η κοσσάρα πίν' νερό και τερεί και τον ουρανόν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Η κόττα πίνει νερό και κυτάζει και τον ουρανό. Για αχάριστους και για κείνους που ενώ έχουν όλα τ' αγαθά, διαρκώς παραπονιούνται και κακολογούν την τύχη τους, και που δεν λεν να βοηθήσουν και κανένα. Χρησιμοποιείται ακόμα ... -
Η νύφε κάθεται κι' η πεθερά γυροκλώσκεται
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ερμηνεία: Ειρωνικά, για κείνους που παραμελούν τα καθήκοντά τους και τα φορτώνουν στους μεγαλύτερους τους, για να τους υποδείξουν το χρέος τους και να τους συμορφώσουν -
Η νύφη καλκεύ' τ' άλογον και, “γιά -χουσμέτ!” λέει
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Η νύφη καβαλάει τ' άλογο και λέει “βοήθα, μοίρα μου!”, Παραπλήσιο με το “Μεταξύ χειλέων και κύλικος παλλά πέλει” -
Η παρά εν΄ασημένον και θέλ΄μαλαματένα χέρα
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ερμηνεία: Το χρήμα είν' ασημένιο, και χρειάζεται μαλαματένια χέρια -
Η τσούνα αν κι λαΐζ τ' ουδάρ'ν ατ' ς, ο σκύλον κι σουμών
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Η σκύλα αν δεν κουνήσει την ουρά της ο σκύλος δεν πλησιάζει -
Η τσούνα π' εκουταβίασεν, μαλέζ' κ' εχόρτασεν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Η σκύλα που έκανε κουτάβια, που γεννοβόλησε, κουρκούτι δε χόρτασε -
Η χροναρία κάθεται, κ' εβδομαδού αντρίζ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Η αρραβωνιασμένη πριν ένα χρόνο κάθεται, κ' η άλλη σε μια εβδομάδα παντρεύεται. Για προθύστερα σχήματα