Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Τσιτσάς, Σεραφείμ"
-
Μ' ένα σμπάρου δυό τρυγόνια
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Μάλλιασι η γλώσσα μ'
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955) -
Μάμ' κι νάνι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Για όσους κοιμούνται αμέσως το βράδυ, μόλις φάνε (νηπιακές λέξεις) -
Μάτια απ' δε φαίνουντι γλήγορα λησμονιώντι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Μάτια απ' δε φαίνουντι γλήγουρα λησμουνιώντι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955) -
Μάτια λαίμαργα, ψυχή χαμένη
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Μαθ'μένα τα β'να απ' τα χιόνια
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Μαθαίνει η αρκούδα κι χουρεύει
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Μη στάξει και μη βρέξει
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Μι πουρδές δε βάφουν αυγά
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Μι τα λόϊα χτίζει ανώϊα κι κατώϊα
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Με τα λόγια δηλαδή εκτελεί κανείς τα δυσκολώτερα έργα -
Μι του θειό σ' φάϊ κι πιέ κι αλισβιρίσι μην έχ'ς
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955)Ν' αποφεύγεις δηλαδή δοσοληψίες, σούρτα – φέρτα, με τους συγγενείς και τους δικούς σου, που εύκολα καταλήγουν σε παρεξηγήσεις και τσακωμούς. Δοσοληψία -
Μικρό πιδί δεν έχουμι, τουν ταβλαρά χουρεύουμι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955) -
Μπάτι, σκύλοι, αλέστι κι αλ'ιστικά μη δίν'ιτι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Λέγεται σε περίσταση ακαταστασίας και αναρχίας -
Μπήκ' η λύκους στού μαντρί, αλλοιά απόχει τού ένα
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Δηλαδή: όταν μπεί ο λύκος στό κοπάδι, κινδυνεύει τό ένα τού φτωχού κι όχι τά πολλά τού τσέλιγγα. Η μοίρα κυνηγάει κ' εδώ τό φτωχό. Ο Στέφανος Γρανίτσας δίδει τήν εξής εξήγηση στά “Άγρια καί τά ήμερα τού βουνού καί τού ... -
Μπρός πύρα καί πίσου κλαδιυτήρα
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Λέγεται γιά τήν ανεπαρκή θέρμανση τού εγχώριου τζακιού. Όσοι κάθονται κοντά του ζεσταίνονται μπροστά, αλλά πίσω – στίς πλάτες – αισθάνονται κρύο -
Ν' ακούς κι τούν τρανύτιρου σ' τι σι λέει!
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Η παραίνεση αυτή,σύμφωνα με κάποια εκδοχή,βγήκε από την εξής ιστορία.Συζητούσαν μια μέρα δυο παιδιά μιας χήρας.Λέγει ο μεγαλύτερος “Σαν μπελάς μας έγινε αυτός ο μπάρμπας,που μας κουβαλιέται από κάποτε εδώ.Εγώ λέω ν' ...