Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Τσιτσάς, Σεραφείμ"
-
Β' νο μι β' νο δε σμίγει
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955) -
Βάζει κ' η κουσκινού τουν άντρα της μι τους πραματιυτάδις
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Βάσανα απώχει η ρόκα όσου να γεμίσει τ' αδράχτι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Λέγεται για να δικαιολογηθούν οι δυσκολίες και οι μόχθοι που προηγούνται κάθε παραγωγικού αποτελέσματος -
Βαράει τούν τοίχου, ν' ακούσουν τα πουντίκια
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Βασιλικιά διαταγή κι τα σκυλιά διμένα
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Βγήκι η αλ'πού στου παζάρι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955) -
Βρέχει, χιονίζει, καραβάνα γιουμίζει
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Λέγεται για τους έχοντας σταθερό και τακτικό εισόδημα (μισθωτούς κλπ), όπως το συσσίτιο των στρατιωτών -
Βρουντάν τα σίδιρα, βρουντάν κ' οι σακκουράφις
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955)Λέγεται για τους α΄σημαντους ανθρώπους, που κοκορεύονται για ανύπαρκτες ικανότητες. Σακκουράφα= η χοντρή βελόνα, που ράβουν τα τσουβάλια(σακκί- πάπτω), όπως επίσης και η βελόνα με την οποία γίνονται οι αρμάδες του φρεσκοκομένου ... -
Γάμους δίχους σφαχτά δε γέν' ιτι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Λέγεται στην περίσταση υποθέσεως που έχει αναπόφευκτες αβαρίες -
Για του γαμπρό γεννάει κ' η κόκουρας αυγό
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955)Η φιλοφρόνηση αυτή είναι όλως προσωρινή, για το νιόγαμπρο, γιατί μόνιμα ισχύει η αλήθεια της τρίτης παροιμίας -
Για του μ'τζούρη μαϊρεύουν
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Γρόσια στου πουγκί, ψάρια στου βουνί
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955)Εξαίρει την παντοδυναμία του χρήματος -
Γρόσια στου πουγκί, ψάρια στου βουνί
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Διατρανώνει την παντοδυναμία του χρήματος. Ταυτόσημη : Του πουγκί έχει φουνή -
Δ'λεύει σα σκ'λί
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Δανεικό κι αγύριστου
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955) -
Δε δίνει τη θιρμασιά τ'
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955)Λέγεται για τους τρομερά τσιγκούνηδες, που δε δανείζουν ούτε την αρρώστεια τους (θερμασιά). Ταυτόσημη με την παρακάτω