Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Τσιτσάς, Σεραφείμ"
-
Ζυγιάζει απ' τ'ς αλαφριές
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955)Τα παλιά καντάρια (ή στατέρια) με τα οποία εζύγισαν στα χωριά ( ο σίδηρος μοχλός με τις χαραγές των οκάδων κλπ , κατα μήκος του οποίου εκινείτο ως εκκρεμές το βαρύδι ) έδειχναν από την μιά μεριά της τετράγωνης σιδερένιας ... -
Η γαμπρός είν' ι αμπάρι, θέλει να φάει κι να πάρει
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955)Εξαιρεί την απληστία των γαμπρών στη διαπραγμάτευση της προίκας σε χωράφια, σπίτια, μετρητά -
Η γέρους θα πάει ή απού πέσιμου ή από χέσιμου
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955) -
Η γκλίτσα δεν αμπώχνει, τραβάει η φούρκα αμπώχνει
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955)Αμπώχνει = απωθεί, σπρώχνει, φούρκα = διχάλα -
Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει κι κόκκαλα τσακίζει
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955)Εξαίρει τη σημασία του προφορικού λόγου. Τι καταστροφή μπορεί να κάνει η γλώσσα του ραδιούργου και του αχρείου -
Η γρηά δεν είχε διαόλου κι αγόραζι γ' ρούνι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Η γριά του μ' σουχείμουνου ν' ιράγγ' ρου χαλίβι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955)Ερμηνεία: Λέγεται για τις άκαιρες επιθυμίες -
Η δ'λειά μας δ'λειά κι'ου χουρός γαϊτάνι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Η έξυπνη η αλ' πού πιάν' ιτι απ' τα τέσσιρα
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955) -
Η Θιός (ο Θεός) αργάει, αλλά δε λησμουνάει
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955) -
Η κ'τσός κ' η γλήγουρους αντάμα γιοματίζουν
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Ο κουτσός δηλαδή κι ο βιαστικός φτάνουν μαζί στο τέρμα. Ταυτόσημη με την παραίνεση: Σπεύδε βραδέως” και την παροιμία: “Όποιους βιάζιτι σκουντάφτει” -
Η καλή η μέρα φαίν'ιτι απ' του προυί
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Η κλέφτ'ς τουν πρώτου χρόνου χαίριτι
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956) -
Η παλαβός δεν έχει κέρατα
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955) -
Η πατ'λιά σι φ'λάει καλύτερα απ' την Παναϊά
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)Σε ώρα κακοκαιρίας μπορεί μιά μικρή πατουλιά (θάμνος) να σε προφυλάξει αποτελεσματικά από κρυολόγημα καλύτερα κι απ' αυτή την Παντοδύναμη Παναγία -
Η πουλλή δ'λειά τρώει τούν αφέντη
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1955) -
Η πρώτη γυναίκα δούλα, η δεύτερη κυρά
Τσιτσάς, Σεραφείμ (1956)