Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Μαρινάτος, Σπ."
-
Ζήσε μαύρε μου να φας τριφύλλι
Μαρινάτος, Σπ. -
Ζουλάπι
Μαρινάτος, Σπ. (1918)Ερμημεία: Ούτως ονομάζονται τα τρωκτικά ζώα. Επειδή δε ταυτά είσι συνήθως παμπόνηρα, εντεύθεν μεταφορικώς ζουλάπι λέγεται ο πονηρός και ύπουλος άνθρωπος. Ξέρεις τι ζουλάπι είν' εκειός! -
Ζουρλός άνθρωπος οργή Θεού
Μαρινάτος, Σπ. -
Η αλεπού είχεν αργατειά κι εκείνη ακριδολόγα
Μαρινάτος, Σπ. -
Η αντάρα θρέφει το λύκο
Μαρινάτος, Σπ. -
Η γίδ' από τ' αυτί δε γκουτσαίνει
Μαρινάτος, Σπ. (1918)Ερμηνεία: Μη θέλε να συσχετίσης συμβάν τι προς άλλο, μεθ' ου ουδεμίαν έχει σχέσιν -
Η γίδ' από τ' αυτί δεν κουτσαίνει
Μαρινάτος, Σπ. -
Η γουρούνα, άμα έκαμε γουρουνόπουλλα, δεν εχόρταινε ούτε γρυπάρι
Μαρινάτος, Σπ. (1918)Ερμηνεία: Αρχίζουσι να βασανίζωνται οι αποκτώντες οικογένειαν -
Η γριά δε όρπιζε να φιληθή κι' άντρα γύρευε
Μαρινάτος, Σπ.Ερμηνεία: προς τους απαιτούντας ανώτερα των ων δικαιούνται -
Η μοίρα μου όθεν πηαίνει αγγειά τσακίνει
Μαρινάτος, Σπ. -
Η νύφη έτσι γεννηθή 'ς τα πεθερικιά μοιάζει
Μαρινάτος, Σπ. -
Η χελώνα τα παιδιά της αγγελόπουλα τα κράζει
Μαρινάτος, Σπ. -
Ή δείρέ το τ' αρχοντικό ή χέρι μη ντου βάλης
Μαρινάτος, Σπ. (1918)Ερμηνεία: Ή με επειχείριε τι ή επιχειρήσας μη αφήσης ημιτελές -
Ήλιου κύκλος άνεμος και φεγγαριού χειμώνας
Μαρινάτος, Σπ. -
Ήταν αχαμνό τ' αρνί κ' είχε και πλατειά ορά
Μαρινάτος, Σπ. -
Ηύρ' ο χοίρος την γενιά του κ' αναχάρηκ' η καρδιά του
Μαρινάτος, Σπ.