Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Φάβης, Β."
-
Σα τα λές τσαί δε σ' ακούνε, κάλλιασε πούσαι στο μύλο
Φάβης, Β. (1908)Σα μιλής τσαί δε σ' ακούνε, πες πως τόπες μεσ' στο μύλο -
Σήμμερον γιορτή μου εμέναμ, παραμονή σου εσεναν
Φάβης, Β.Σήμερον κινδυνεύω εγώ, αύριον θα κινδυνεύσης συ -
Σκάεις αυγό ή χύνεσαι ή το ζουμί σου πίνεις;
Φάβης, Β. (1908) -
Στίς οχτώ του μακαρίτη άλλος μπαίνει μέσ' στό σπίτι
Φάβης, Β. (1908)Περί ακράτους χήρας, ήτις μετά μίαν εβδομάδα από του θανάτου του εαυτής ανδρός άλλον λαμβάνει -
Στριψ΄έρημε δράχταρε, σκοτεινέ σοντύλαρε, την πομπή που μού 'καμες κά στον Άγιο Θόδωρο κάτου στο μπηχτομούνι
Φάβης, Β. (1908)Ούτω λέγεται εν Αυλωναρίω λέγεται δε και εν Κονίστραις, αλλ' άνευ του τελευταίου στίχου. Εις την παροιμίαν ταύτην υπόκειται μύθος ούτινος παραλλαγή είναι κατατεχωρισμένη παρά Πολίτη εν λ. Αρ. 1, Κατά την παραλλαγήν του Αυλωναρίου -
Τ' αγί Αντρέα αντρειώνει η μέρα τσαι και το κρύο
Φάβης, Β. (1908) -
Τ' αμπέλι θελ' αμπελουργό, το σπίτι νοικοκύρη
Φάβης, Β. (1908) -
Τ' αμπέλι θελ' αμπελουργό, τσ' ο τσήπος θέλει τσηπουργό
Φάβης, Β. (1908) -
Τ' αρνί α δε μπελάξη, γάλας δεν τρώει
Φάβης, Β. (1908) -
Τ' αρνί σα φύγη 'πο το μαντρί ή στο λύκο ή στο χασάπη
Φάβης, Β. (1908)Ερμηνεία: Όταν τις απομακρυνθή του τόπου, εν ω υπό της φύσεως τρόπον τινά είναι προωρισμένος να ζήση και να δράση, βέβαιος όλεθρος αναμένει αυτόν -
Τ΄ αυτιά μας μας κόβγανε, σκολαρίτσα γυρεύγαμε
Φάβης, Β. (1908)Όταν τις μη συνορών οποία πάσχει κακά διανοήται να δρα, ώσει ευδαιμονών -
Τα μμάδκια που εί(δ)αν τσ' είπαν, εβγήκαν, τσείνα που ν' είδαν τσ' είπαν, πως εδκιαβήκαν;
Φάβης, Β.Εαν ο όντως ιδών και μαρτυρήσας τιμωρήται δια τυφλώσεως, είναι δυνατόν να μη τιμωρηθή ο ψευδή καταγγείλας; -
Τα χίλια πάνε κι' έρκονται κι' η κακαϊδεί μεινέσκει
Φάβης, Β.Ερμηνεία: Ότι δηλαδή η μεν προιξ ευκόλως δύναται να δαπανηθή η απολεσθή, άλλ' η δυσειδής σύζυγος παραμένει