Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 3581-3600 από 142579
Στου Ντόκου
Ο Γαρδικιώτης Ντόκος, σκοτώθηκε με τον πιο άγριο τρόπο από μανιασμένους ληστές. Του κόψανε πρώτα τ' αφτιά, ύστερα τη μύτη και τέλος με τα χαντζιάρια τους τον λιανίσανε και τα κομμάτια τα πετάξανε δώθε κείθε. Λένε ότι ένας ήσκιος τριγυρίζει εκεί. Λένε ακόμα ότι ακούνε απαίσια ουρλιαχτά.
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Λιοπέϊκα
Κάτω στο δρόμο Σγκαβαλιάς – βρύσης Μπατσογιάννη Περτουλιού ένας όμμορφος και ίσιος, χωματερός καβαλλάρης, πλαισιωμένος από ελάτια, ξεπετιέται απ’ το βουνό Μποτούρα. Η μεγάλη θέα π’ ανοίγεται απεδώ έκανε το ρωμαντικό Σαρακατσιάνο γεροτσέλιγκα Λιούπη να στήνει κάθε καλοκαίρι τα βλαχοκόνακά του στο μέρος αυτό. Λένε ότι ο μπάρμπα Λιούπης, καθισμένος έξω απ’ το καλύβι του κι αγναντεύοντας τον Κόζιακα διηγήθηκε...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Φαντάσματα Κωθωνιού
Κάτω απ' τις πετρόσκαλες Βαλκάνου – Κωθωνιού, η παράδοση τοποθετεί τα άντρα των φαντασμάτων. Λένε πως βγαίνουν στο δρόμο, τις νύχτες, πότε μια γάτα παρδαλή, πότε ένας παρδαλός σκύλος και πότε ένας άνθρωπος καλοντυμένος. Τα φαντάσματα αυτά, πάνε πότε μπρος πότε πίσω απ' το διαβάτη. Αλλοίμονο στο διαβάτη αν μιλήσει. Χάνει τη φωνή του, τον πέρνουν μαζύ τους τα φαντάσματα και χάνεται ολότελα. Χαρακτηρισρικά...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Καλογριάς Κτίσμα
Μια καλογριά του μοναστηριού Βιτουμά στον Κόζιακα, έχτισε σε ερημοτόπι, μικρόσπιτο και κατοίκησε εκεί. Λένε πως ληστές σκοτώσανε την καλογριά και το κτίσμα της ερειπώθηκε. Οι τσοπάνηδες λένε, ότι είδανε μια μαυροντυμένη γυναίκα να βγαίνει απ' τα ερείπια κρατώντας θυμιατό. Η φωτιά του θυμιατού, που κινιέται δώθε – κείθε, είναι ορατή κι απ' το μοναστήρι.
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Στου Σέμου
Ο άγριος κια αιμοβόρος Σέμος Τουρκοαρβανίτης Αξιωματικός είταν ο τρόμος των χωριών. Έδερνε αλύπητα τους χωριάτες, σκότωνε, παλούκωνε όσους ήθελε. Ένα παλληκάρι του Γαρδικιού, που είχε φάει πολλές βουρδουλιές, αποφάσισε να τον σκοτώσει. Καιροφυλάχτησε και σκότωσε τον Σέμο. Έτσι απαλλαχτήκανε απ' το θεριό, μα ο ήσκιος του δεν έπαψε να τριγυρνά εκεί. Λένε πως ένας Γαρδικιώτης κυρατζής που αντίκρυσε ένα...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Οξιά Δεσπότη
Πριν φτάσει κανείς στο παλιο Τουρκικό καρακόλι, πηγαίνοντας στο Χαλίκι ή τη Λεπενίτσα, πάνω σε μικρή ολοπράσινη επίπεδη λωρίδα σηκώνεται κομμάτι γης, σα λοφάκι, με μια μεγάλη οξιά στο μέσο. Εδώ κατά την παράδοση ξεκουράστηκε κάποιος Δεσπότης Σταγών περιοδεύοντας τα χωριά. Μα σαν κοιμήθηκε κάτω απ' την οξιά δεν ξαναξύπνησε πια. Είχε πεθάνει στο ύπνο του. Οι διαβάτες πολλές φορές, περνώντας το μέρος...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Ρηάχοβο
Πριν φτάσει κανείς στο Ζιώλι, ανάμεσα από καστανές και άλλα αγριόδεντρα υπήρχε στα παλιά χρόνια, χωριό που καταστράφηκε άγνωστο πότε από εγκατάλειψη ή από την πανούκλα. Όλη η περιφέρεια του παλιού αυτού χωριού, από βοσκολείβαδα χωράφια, καστανιώνες, γινήκανε χτήμα της αρματολικής οικογενείας των Στορναραίων. Λένε πως κάτω στο ποτάμι βρέθηκε μεγάλος ανθρώπινος σκελετός. Οι χωριάτες λένε ακόμα πως είδανε...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Νέγκρι
Ο Αλήπασας θέλοντας να προστατέψει το δερβένι που ενώνει τα χωριά Λεπενίτσα και Καλαρρύτες, εγκατάστησε στρατιωτικό φυλάκειο λίγο πιο πάνω από το μέρος που σμίγει το παραποτάμι ο Νέγρης με τον Άσπρο. Ταυτόχρονα με την εγκατάσταση του φυλακείου εγκατασταθήκανε εκεί και πολλές αράπικες οικογένειες. Ένα βαρύ όμως χειμώνα το βουνό που σηκώνεται πάνω απ’ τον Αράπικο συνοικισμό, παραφορτωμένο από χιόνια,...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Στα κομμένα άλογα
Κλέφτες πολλοί πλακώσανε μια χρονιά στα Βελήτζιανα και ζήτησαν να τους καταβληθεί ξαγορά ορισμένο χρηματικό ποσό. Οι Βελητζιανιώτες δεν μπόρεσαν να πληρώσουν το ποσό αυτό, οι κλέφτες πεισμωμένοι πιάσανε στη βοσκή τ' άλογα του χωριού και τα λιανίσανε κομμάτια κομμάτια. Έχουν, να λένε ότι είδαν τις νύχτες κάτι σαν μεγάλους άσπρους και μαύρους αλογίσιους ήσκιους, να πηδούν δώθε κείθε, να κλωτσούν να...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Τα φαντάσματα εξακολουθούν να προκαλούν το δέος που και που, όχι όμως μεταξύ των νέων. Φάρσες που σκηνοθετήθηκαν από επιτηδείους κι αστείους τύπους τα πρώτα χρόνια της αποκατάστασης, δεν ξεχάστηκαν, μα κι ούτε φρονιμάτισαν όσους έπασχαν και πάσχουν από φαντασμοφοβία.
Ζάγκου, Νικολάου Β.
(
1966
)
Σκούτινα
Μια βαθειά και σκοτεινή λάκκα απλώνεται στην ανώμαλη περιφέρεια του Δραμιζιού. Η παράδοση αναφέρει ότι, στη λάκκα αυτή ήρθε και κατοίκησε μια γυναίκα, που πριν περάσει χρόνος άγνωστο πως χάθηκε και δεν ξαναφάνηκε έκτοτες πουθενά. Οι τσοπάνηδες λένε πως είδανε κάποια βραδιά μια αναμαλλιασμένη και ξυπόλητη γυναίκα να περνάει στη λάκκα κράζοντας σαν κοράκι. [Σκούτινα= Πιθανά, η σκοτεινή].
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Ούμπρα
Στο χωριό Κουκλέοι, υπάρχει μια βρύση που οι χωριάτες νοματίζουν Ούμπρα. Λένε πως είδανε, ένα ήσκιο άγνωστου φαντάσματος, να βγαίνει τις νύχτες και να τραγουδάει παράξενα τραγούδια. Η φωνή του, μοιάζει φωνή γυναίκας. Είναι όπως λένε το στοιχειό που φυλάει τη βρύση. [Ούμπρα= Κβλχ.= η ησκιωτή].
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Οι Σαρακηνοί, κακοποιά πνεύματα, περιπλανώνται την νύκτα, χωρίς να φοβώνται μήπως κράξη ο μέλας αλέκτωρ. Σιδηρόφρακτοι όντες ιππεύουσιν ίππους αγρίους και επίσης σιδηροφράκτους και σύρουσιν όπισθεν αυτών βαρείας αλύσεις εκφοβίζοντες τους ανθρώπους δια μόνου του κρότου των πετάλων και του ήχου της βαρείας αλύσεως, απειλούσης δέσμευσιν του παντός. Οι άνθρωποι, ίνα απαλλαγώσι των πονηρών τούτων πνευμάτων,...
Άγνωστος συλλογέας
Μνήματα ήdας φόβος και τρόμος, που βγαίν' οι πεθαμέν' με άσπρες bλούζες.
Μέγας, Γ.
(
1937
)
Ρεπουάνια
Στους Κουκλαίους υπάρχει ένα αμπέλι π’ ακούει στο παραπάνω όνομα. Προεπαναστατικά, κατοικούσαν στη Βεντίστα και σε μερικά γειτονικά χωριά, Τούρκικες οικογένειες. Η παράδοση αναφέρει, ότι σ’ ένα μεγάλο κονάκι, στους Κουκλαίους, που χώραγε να κάτσουν τέσσερις φαμίλλιες κατοικούσε με τη γυναίκα του, ένας Τούρκος αράπης. Όταν πέθανε ο άντρας, η Αραπίνα φρόντιζε μόνη την κτηματική περιουσία που της άφησε...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Εδώ χαμλά βγαίνοντας απά στο βουναλάκ’ έχ’ μια bέτρα και τ’ λέν τ’ Δράκ’ τα κόκκαλα. Οι πέτρες βγαίνουν σαν κόκκαλα. Λέν πως ήταν ένας Δράκος εκεί – από κει που πήγαινα λέγαν ότι φαντάζ’. Ένα βράδυ 10 – 11 η ώρα, βλέπω ένα bράμα και μ’ ακολουθούσε, άσπρο σα σκυλί – Είδες που λέν «άναψ’ φωτιά φεύγ’;» Είναι γεγονό – Ανάφτω σπίρτο να φύγ, αυτό χάνεται – Μ’ ήρθεν ιδέα, δίπλα μ’ να σ’ έχω, το χάσα – Με...
Μέγας, Γ. Α.
(
1938
)
Μαρκοτάδες
Σε μεγάλη απλωτή λάκκα στα Βελήτζιανα, στεφανωμένη απανωτά με γέρικες βελανιδιές, είταν άλλοτες συνοικισμός που η παράδοση διέσωσε τ' όνομά του “Μαρκοτάδε”. Η παράδοση αναφέρει ότι οι Βελητζιανιώτες για να πληρώσουν τα μπιντέλια (φόρους) στους Τούρκους, αναγκάστηκαν να δανειστούν τα χρήματα από το Μοναστήρι Προφήτη Ηλία του Χαλικιού. Έως ότου όμως πληρωθεί το χρέος, οι χωριανοί δέχτηκαν να ξεχειμωνιάζει,...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Στου Παπά την ντρούπα μου είπον πολλοί πως έχουν ίδη ασκέρια αλλαξοφερμένα. Έχουσιν ακούση το άχ όοχ των σκοτωμένων. [ντρούπα= Σπήλαιον ένθα εκρύβησαν χριστιανοί και εφονεύθησαν υπό των Τούρκων, ασκέρια= Κόσμον πολύν].
Μαντζουράνης, Εμμ.
(
1914
)
Σντρίβας
Ο παλιός Σαρακατσιάνος τσιοπάνης Μήτρος Πελεκάνος, που στάλιζε τα πρόβατά του στα Λαντζωνίτικα βουνά, σκότωσε σε καυγά τον κλέφτη Σντρίβα. Οι Λαντζωνίτες έκτοτες παύσανε να τον φωνάζουν Πελεκάνο, και τον λέγανε Σντρίβα. Σντρίβα τον ανεβάζανε Σντρίβα τον κατεβάζανε, ώσπου ο άνθρωπος παλάβωσε και πήρε πλάϊ τα βουνά. Λένε πως πέθανε, πέφτοντας από γκρεμό. Κάποτε κάποτε όμως παρουσιάζεται τις νύχτες σαν...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Βαλόρεμα
Απ' τη γραφική δυτική πλευρά του Κόζιακα, ξεκινά το μεγάλο ρέμα, που είναι μια απ' τις πηγές του Άσπρου. Η παράδοση αναφέρει ότι εδώ στο ρέμα ξεκαλοκαιριάζανε καλόγεροι του μοναστηριού Ντουσίκου, τα βάλια. Υπάρχουν ακόμα σιδερένιες κρικέλες, που δένανε τα βουβάλια. Ένα καλοκαίρι όμως έπεσε θανατικό στα βάλια. Λένε πως ένα ολόμαυρο βάλι με τέσσαρα κέρατα παρουσιαζότανε τις νύχτες και βάτευε βάλια και...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση