Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 3561-3580 από 142579
Μώρα, η= ξάφνισμα στον ύπνο. Ρίχνουν όπλο και σταυρώνουν το κρεββάτ' και το στήθος τρεις φορές. (Τα λαϊκά αυτά γιατροσόφια συνέλεξα από στόματος του Κων/νου Μαντζίλα, ετών 65, που κάνει τον πρακτικό γιατρό στο Χωριό Χουλιαράδες).
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1959
)
Ησκιοπατήθ'κα δηλαδή έπαθα εφιάλτη.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1959
)
Βυστιρίζομαι= προσβάλλομαι από φαντάσματα.
Κόρκακας, Μανούσος
Φάνταγμα, το= το φάντασμα, το στοιχειό.
Ζήκος, Αστέριος
(
1892
)
Ίσκιωμα= σαν διάβολος φρ. “'ίσκιωμα είνε”.
Μίνσκης, Ν.
Βραχνάς
Στ’ Ασπροποταμίτικα χωριά, αναφέρουνται πολλές περιπτώσεις βραχνά. Οι χωριάτες τον νοματίζουν ήσκιο, φάντασμα. Παρουσιάζεται στον ύπνο τους με διάφορες μορφές, και τους πατεί στο στήθι τόσο πολύ, ώστε πάνε να σκάσουν. Χαρακτηριστικά λένε «μοι πάτησε ου ήσκιους κι ασπρίσαν τα μαλλιά μου» τουν Γιάννη τουν πάτησε η αρκούδα κι πάρθηκε» «ο καϋμένους ου Βαγγέλης,, ούπως πλάϊαζε στα γίδια, τουν πάτησε του...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Άμα κοιμώμαστε και μας πατάει κάτι απάνω μας, πά' στο στήθος μας και 'έν μπορούμε 'α πάρωμε ανάσα λέμε μας πάτησε ο βραχνάς, άμα μας πατήση προσπαθούμε (ν)α μιλήσωμε αλλά 'έν μπορούμε είναι σα σκιά μερικές βολές είναι και σα σκύλος και σα βάρος κ' έρχεται και κάθεται πά' στο στήθος μας.
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
αλικιά= η αλική, β! Το άτιμα τίνος ή φάντασμα
Κόρκακας, Μανούσος
Ο Βραχνάς
Βλ. Παραδόσεις ΛΓ. “ο βραχνάς”.
Λιουδάκη, Μαρία
(
1939
)
Βραχνάς λέγεται ο εφιάλτης
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1959
)
Διήγησις χωρικού περί φαντασμάτων
Να σας πω δεν πίστευα αυτά πόλεγαν για τα φαντάσματα μια τάπαθα και τώρα τα πιστεύω. Μου λέγανα πως σε κάποια μέρια είναι τέτοια φαντάσματα και άμα περάσ’ λέει, από κει ο άνθρωπος νύχτα τον πετροβολάνα, φωνάξνα, και καμπόσε2ς φορές γέντι ήσκιος και μποδίζνα τον άνθρωπο να πορπατήσ’. Μια φορά έτσ’ θέλσα να πάω απ’ το δρόμο του Παπαγιάννη νύχτα για να διή με τα μάτια μ. Ήμνα ς τημ Πέραμ κι ήθελα να...
Άγνωστος συλλογέας
Βραχνάς
Όντεν κοιμάται κιανείς ζερβά τόνε πλακώνει ο βραχνάς. Ο βραχνάς είναι σαν – τον άθρωπο και φορεί χρυσό φεσάκι και χαράς του που του το πάρη. Μια φορά ο μακαρίτης Αποστόλης εκείτετον εις το Μιτσούδι κ' είδενε το βραχνά κ' εβγαλένε την πιστόλα και του 'παιξένε, μα ναι....
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1939
)
ήσιωμα (το) (ήσκιωμα) το καθ' ύπνον πονηρόν πνεύμα, οι καθ' ύπνον εφιάλτες, το φάντασμα. “Απόψε με πέτρωσ' ένα ήσιωμα”.
Ρεμπέλης, Χαράλαμπος
(
1953
)
Ο Βραχνάς
Πολλάκις, όταν κανείς βαροστομαχίση την νύκτα ή πλαγιάση ύπτιος (μπρούμυτα), λόγω κακής κυκλοφορίας του αίματος φαντάζεται ή ονειρεύεται ότι κάποιος κάθεται επάνω του και τον πιάνει από τον λαιμόν και ότι θέλει να τον πνίξη. Αυτόν ονομάζουν “Βραχνάν”. Πιστεύεται ότι αν καταφέρης να του αρπάσης το φέσι του, θα σε παρακαλή να του το δώσης, τάζοντας σου άφθονες λίρες.
Ζάρακας, Νικόλαος Α.
(
1958
)
Φαντάσματα
Αγερικόν= κακόν αέριον προερχόμενον από φαντάσματα ή στοιχειά, το οποίον, πιστεύεται, ότι βλάπτει και μέχρι θανάτου.
Ζαράφτης, Ιωάννης
Βομπίρκο, το – πιο ορφανό – φτωχό, κακομοίρ'κο.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1959
)
Αγρώνω= φοβίζω ως φάντασμα μέσον φοβούμαι εκ των φαντασμάτων.
Βαλαβάνης, Ι.
(
1877
)
Ισιώμα κι ίσχιωμα= τόπος επίπεδος, ισκίωμα= φάσμα.
Τσικόπουλος, Ι.
(
1912
)
Πολλαί οικίαι έχουσι κακό ήτοι στοιχειό ή είναι στοιχειωμέναι όταν εν την οικία συμβαίνωσι συνεχείς θάνατοι των τέκνων, τότε το αίτιον αποδοτέον εις το πρωτότοκον, δυνάμεθα δε να προλάβωμεν τον θάνατον των άλλων τέκνων, όταν κόψωμεν, ως λέγουσι, τον ήσκιον τον πρωτοτόκον κατά τον εξής τρόπον: Εισάγομεν τούτο εις κλίβανον ‘ς διατάττομεν αν περιέλθη τρις τον κλίβανον, μετά δε τούτο εξάγομεν τούτο ς...
Μακρής, Παναγιώτης Γ.
(
1892
)
Ο Νικόλαος Παπαζούρας ετών 65 αγράμματος μου είπε. Πάαινα στο Μιστρά με το Λιμπεραντώνη. Ήτανε νύχτα μεσάνυχτα και έβρεχε. Λουμώξαμε χάμους 'ς ένα χάλασμα για να σταθή η βροχή. Κει γλέπουμε δυο παιδάκια γδυτά και στο στόμα τους είχανε φωτιά και παίζανε. Νια βολά πααίνανε δώθε, την άλλη κείθε. Ίσια με την αυγή τα γλέπαμε και μας έφυε το αίμα μας. Άμα φώτισε χαθήκανε. [Λουμώξαμε= Κατεκλίθημεν σκεπα...
Μαντζουράνης, Εμμ.
(
1914
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση