• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Πλοήγηση Παραδόσεις ανά Συλλογέα 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Πλοήγηση Παραδόσεις ανά Συλλογέα
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Πλοήγηση Παραδόσεις ανά Συλλογέα
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Πλοήγηση Παραδόσεις ανά Συλλογέα "Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή"

  • 0-9
  • A
  • B
  • C
  • D
  • E
  • F
  • G
  • H
  • I
  • J
  • K
  • L
  • M
  • N
  • O
  • P
  • Q
  • R
  • S
  • T
  • U
  • V
  • W
  • X
  • Y
  • Z
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω

Ταξινόμηση κατά:

Σειρά:

Αποτελέσματα:

Αποτελέσματα 11-22 από 22

  • κείμενο
  • χρόνος καταγραφής
  • ημερομηνία υποβολής
  • αύξουσα
  • φθίνουσα
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
  • Καλές κιουράδες (οι Νεράιδες) 

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1930)
  • Μια βολά, λέει, ο bεονικολός εκεί πο κειτούdανε με τη ‘υναίκα dου, τη γριά Μαριώ, κι ήτονε πια μεσάνυχτα περασμένα, ‘κουσεν έναν έχτυπο στη bόρdα. Λέει: Μουρέ μα τέθοια ώρα ποιος είναι; Εγριέφτην ο άθρωπος κι εσκούdηξε dη ύναίκα dου. Λέει: Ω, Μαριώ, ιά ξύπνα. Εξύπνησε λοιπό κείνει, λέει: Μωρή ιά ‘φικράσου! Ακούς τίποτα; Λέει: Ναι. Σαματάς ακούεται μέσ’ στην αυλή. Σηκώνουdαι λοιπό σια – σια και πάνε... 

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1930)
  • Μου λέει ένας πως διάβαζε μια μυθολογία κι έλεγε πως όταν ο Βάκχος βγήκε στη Νάξο με την Αριάδνη γέννησε τρεις κόρες, την Κλείδη, την Φιλία, και την Κορωνίδα. Από την Κλείδη λοιπόν είναι ο Κλείδος, από τη Φιλία το Φιλότι κι απ’ την Κορωνίδα η Κορωνίδα. Το βόρειον μέρος της Νάξου λέγεται Κορωνίδα. Δήμος Κορωνίδας. 

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1931)
  • Ο καλικάτζαρος : Τα Χριστούγεννα τη νύχτα λένε πως έρχονται οι Καλικατζάροι κι όταν βρούνε δουλειά αρχεμένη την κατουρούνε. Βιαζόμαστε απο μέρες πρίν να τελειώσουμε τις δουλειές που έχομε αρχίσει. ''Κάμε, τέλειωσε την κάρτσα ιά θα στη χέσουν οι Καλικατζάροι''. Λένε πως έρχονται και κατεβαίνουν απο τους ανεφανούς (καπνοδόχους)κάτω τη νύχτα που ξημερώνουν Χριστούγεννα. 

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
  • Ο Παρατρέχας. Περιφέρεια στο δρόμο που πάμε στη χώρα. Εκεί λένε πως έχει νεράϊδες, γι’ αυτό συνηθάμε να λέμε: «Μωρή καλή gιουρά (νεράϊδα) του Παρατρέχα, ήσυχα. – Καλή gιουρά Παρατρεχιανή. Ω καλοκιουραδάκι Παρατρεχιανό.» 

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1926)
  • Ο νοσκιός

    Πολλές φορές φεύγουνε οι κλέφτες θωρώντας εδώ τον καπετάνιο μιας μάντρας και πάνε να κλέψουνε. Εκεί όμως, ανάμεσα στο κοπάδι, βλέπουνε τον ίδιο τον καπετάνιο της μάντρας που αφήσανε στο χωριό. Δεν είναι όμως παρά μια ψευταπάτη. Αυτό που βλέπουν εκεί το εξηγούνε μετά, όταν πληροφορεθούνε πως όλη τη νύχτα έμεινε στο χωριό ο βοσκός, πως ήτανε ο νόσκιός του (η σκιά του). Ή αλλοιώς τον λένε, ο φύλακάς...
    

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
  • Τα παιδιά που θα γεννηθούν τη νύχτα που ξημερώνουν τα Χριστούγεννα ή και την ημέρα των Χριστουγέννων (ιδίως τα μεσάνυχτα ως τον τελειωμό της λειτουργίας)τα λέμε καλικατζάροι. Η καλικατζάρα, η καλικατζαρίνα=τα θηλυκά που γεννιούνται την παραμονή των Χριστουγέννων. Είναι μια οικογένεια που ως φαίνεται, κάποιος παππούς τους είχε γεννηθεί τη νύχτα εκείνη και βρίζουν θηλυκούς και αρσενικούς έτσι (δηλ.καλικατζάρους)και... 

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
  • Το αλοάρι = βρέσιμο, αρχαία πράματα κρυμμένα, χρυσαφικά, λεφτά κλπ. Ώ! Θέ μου, μια ξόδεψη που ίνεται (γίνεται) κεί μες στο σπίτι, και, δε θαρρεί κανείς πως εβρήκαν αλοάρι. (τ’ αροάργια) Είντα λεφτοβόλι κι είντα κακό είν’ που το χαλούν ευτοί οι αθρώποι θαρρεί κανείς, πως είν΄αλοάρι μες στο σπίτι dώνε. 

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925)
  • Το λιμάνι τση Νιός (Ιού) είναι θεόχτιστο. [θεόχτιστο= φυσικό, χτισμένο από το θεό κι’ όχι απ’ ανθρώπους.] 

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
  • Το ξωτερικό= ο διάβολος, το διαβολικό, Το ξωτικό= ο διάβολος, το διαβολικό. «Ελλάξασί σε, καμένο, τα ξωτικά». «Μα πο (=μα γιατί) dο (του) διαβάζουσι κιόλα τίοτα εκκλησιαστικά, να μην πάει νάχη τίοτα ξωτερικό». 

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
  • Τον παλαιόν καιρό, παιδί μου βρουκολακιάζουνε9=βρυκολακιάζανε)πεθαίνανε και σηκωνέτανε από τα μνήματα και γυρίζουν εδώ κι εκεί)οι αρθρώποι, γιατί δεν τωνε βάνασι dην πετάρα στο στόμα dώνε, κι ήτονε, λέει, καμιά βολά κανένας άρθωπος κι είχε δουλειά αναγκαία να πάη τη νύχτα στ’ακρωτήρι, κι ήπιασε λοιπό κι ήμπε (=μπήκε) σ’ένα σακκί (=μεγάλο τσουβάλι, σακκί εγχώριο φαντό, με χοντρό μάλλινο φάδι (=νήμα)φαμένο... 

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1925)
  • Ο Βαρυνυπνάς: ο βραχνάς

    Τον φαντάζονται ένα κοντό ανθρωπάκι με κόκκινο φεσάκι, που όποιος μπορέσει και του πάρη το φεσάκι, χαρά στη μοίρα του, θα γίνη πλούσιος. Πάει και κάθεται πάνω στα στήθη τους και τους πιέζει και δεν μπορούνε να ξυπνήσουν. “Ο Βαρυνυπνάς, βρε παιδιά, κοίτουνταν απόψ' απάνω μου και πολέμου να ξυπνήσου και δεν εμπόρου.”
    

    Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή (1928)
  • «
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτή η συλλογήΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.