Εμφάνιση απλής εγγραφής

dc.contributor.authorΚουμπάτης, Γ. Ι.
dc.coverage.spatialΆδηλου τόπου
dc.date.accessioned2016-01-15T11:07:11Z
dc.date.available2016-01-15T11:07:11Z
dc.date.issued1937
dc.identifier.urihttp://hdl.handle.net/20.500.11853/293137
dc.languageΕλληνική - Κοινή ελληνική
dc.language.isogre
dc.rightsΑναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
dc.rights.urihttps://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el
dc.titleΤέσσαρας περίπου ώρες από τον Πύργο ευρίσκεται η ιστορική μονή του «Φραγκοπηδήματος», μια Μονή δια την οποίαν έπρεπε να γράφουν πολλά και όμως σχεδόν τίποτε το αξιοσημείωτον περί αυτής δεν εγράφη, τίποτε περί της ωραίας ιστορία της. Η ιστορία της Μονής αυτής χωρίζεται σε δύο μέρη : Εις το ιστορικόν του βράχου, επί του οποίου ευρίσκεται η μονή, και εις το ιστορικόν αυτής ταύτης της Μονής. Περί του βράχου του «Φραγκοπηδήματος» η ιστορία αναφέρει τα εξής καταπληκτικόν, το οποίον εσημειώθει κατά το έτος 1205, ήτοι προ 732 και πλέον ετών : ΑΚτά το έτος αυτό, ως γνωστον, εγένετο εν Ελλάδι η Γ’ Σταυροφορία. Η Σταυροφορία αυτή, της οποίας ηγείτο ο Γάλλος πρίγκηψ Σταμπολίτ, κατέλαβε την αρχαίαν Ήλιδα και τμήμα του στρατού του επεξέτεινε την κατοχήν μέχρι του ως άνω βράχου, με αντικείμενικον σκοπόν την κατάληψιν νεών εδάφων προς το χωριόν Βούναργον, το οποίον απέχει του Πύργου περί τας 3 ώρας. Και η κατάληψις ίσως και του Πύργου θα επραγματοποιείτο εάν δεν εμεσολάβει ένα καταπληκτικόν γεγονός αποδοθέν εις θαύμα. Ούτω, του τμήματος στρατού, όπερ έφθασεν επί του βράχου του «Φραγκοπηδήματος» ηγείτο εις «Φραγκος» αξιωματικός ονόματι Νικόλαος. Ο αξιωματικός αυτός έφιππος καθώς ήτο, διέταξε προέλασιν των υπ’ αυτόν στρατιωτών και τυφλωμένος από την κατακτητικήν μανίαν του, έσπευσεν να προχωρήση πρώτος, νομίζων ότι και πέραν του βράχου το έδαφος ήτο ομαλόν. Ως ήτο επόμενον όμως, κατέπεσεν εις τον κάτωθι του βράχου απότομον κρημνόν και εις βάθος 200 περίπου μέτρων. Παραδόξως ούδεν έπαθε και σώος ανερριχήθη επί του βράχου, διετάξας την μη περαιτέρω προέλασιν του στρατού του. Κατά την πτώσιν του αξιωματικού τούτου εκ του βράχου εις τον κρημνόν, όπληξ του ίππου του άφησεν ίχνη επί του εδάφους, τα οποία οι κάτοικοι Βουνάργου μέχρις εσχάτων ακόμη επεδείκνυον εις τους επισκεπτομένους τον βράχον του «Φραγκοπηδήματος», ονομασθέντα ούτω, διότι εξ αυτού «επήδησεν ο Φράγκος»! Εις το σημείοναυτό ο θρύλος ουδέν αναφέρει, εάν μετά του αξιωματικού ερρίφθησαν εις τον κρημνόν και οι ακολουθούντες αυτόν στρατιώται. Παρέχεται μόνον η διευκρίνισις ότι οι στρατιώται αντελήφθησαν εγκαίρως τον κάτωθι του βράχου χαίνοντα κρημνόν και διέφυγον τον κίνδυνον της κατακρημνίσεως των. Κατ’ αντίκρουσιν όμως προς το ανωτέρω ιστορικόν περί του βράχου τούτου, ο θρύλος αναφέρει άλλα πράγματα. Ούτως ο Φράγκος αξιωματικός, ο οποίος κατέπεσεν εις τον κρημνόν, εδιώκετο υπό των Τούρκων και όταν έφθασεν εις το σημείο του κρημνού, τον οποίον εγνώριζεν, έκαμε το σημείον του Σταυρού, εψιθύρισε : «Άγιε μου Νικόλαε, σώσε με και θα σου κτίσω μιαν εκκλησίαν» και ευθύς αμέσως ερρίφθη εις το κενόν δια να αποφύγη την δίωξιν των Τούρκων, χωρίς να πάθη τίποτε όταν έφθασεν επί του εις βάθος 200 μέτρων εδάφους. Ο θρύλος προσθέτει ακόμη ότι το πέταλον ενός των ποδών του ίππου του καταπέσοντος αξιωματικού απέτυπώθη επί μιας πλάκας επί μιας πλακός, ήτις σώζεται και σήμερον και φαίνονται τα ίχνη του πετάλου. Πάντως, είτε η μία, είτε η άλλη εκδοχή είνε αληθής παραμένει βεβαιωμένον το γεγονός ότι ο Φράγκος αξιωματικός, κατάπεσεν οπωσδήποτε εκ του βράχου χωρίς να φονευθή, δι’ ό και απεφάσισε την ανέγερσιν ναΐσκου ως θα ίδωμεν αμέσως κατωτέρω. Αυτά αναφέρει ο θρύλος περί του βράχου του «Φραγκοπηδήματος». Επί του βράχου όμως τούτου σώζονται ακόμα τα ερείπια ενός ναΐσκου, ο οποίος όμως, όπως αναφέρει πάλιν ο θρύλος, παρέμεινεν ημιτελής και ως θα ίδωμεν κατωτέρω, κατασκευάσθη έτερος ναΐσκος εις απόστασιν 20 λεπτών της ώρας, ένθα η σημερινή Μονή. Το ιστορικόν του τε ναΐσκου και της Μονής έχει ως ακολούθως : Ο Φράγκος αξιωματικός, ο οποίος κατέπεσεν εκ βράχου, απέδωσε την διάσωσιν του εις τον προστάτην του Αγίου Νικόλαον. Και όχι μόνο ανέκοψε πάσαν κατακτατικήν προέλασιν, αλλ’ απεφάσισε να κατασκευάση και ναΐσκον επί του βράχου προς τιμήν του Αγίου Νικολάου. Ολόκληρος όμως η περιοχή ήτο τοσούνος ανώμαλος, ώστε καθίστατο λίαν δυσχέρης η μεταφορά επί του βράχου των οικοδομήσιμων υλικών. Οι εργάται, κατόπιν τούτου, δια να απαλλαγούν του μαρτυρίου αυτού, εμηχανεύθησαν το εξής ψεύδος : Μια νύκτα μετέφερον κρυφίως τα εργαλεία των εις απόστασιν 20 λεπτών της ώρας επί ομαλού εδάφους και την πρωίαν της επομένης διέφωσαν ότι δήθεν κατάπληκτοι ανεύρον τα εργαλεία των, εις ο μέρος τα είχον βεβαίως μεταφέρει αυτοί από της παρελθούσης νυκτός. Η ιστορία αυτή της μυστηριωδούς εξαφανίσεως των εργαλείων και της ανευρέσεως των την επομένην εις άλλο μέρος, επαναλήφθη επί πολλάς ημέρας. Το κόλπο αυτό των εργατών έπιασε και ο εύπιστος Φράγκος αξιωματικός, υπείκων εις τας εισηγήσεις αυτών, εδέχθη όπως ο ναΐσκος κατασκευασθή εις το μέρος, ένθα ανευρίσκοντο τα μυστυριωδώς την νύκτα εξαφανιζόμενα εργαλεία των εργατών. Η κατασκευή του ναΐσκου τούτου και των παρ’ αυτό κελλιών της Μονή επερατώθη κατά το έτος 1235 περίπου, δεδομένου ότι αι εργασίαι διεκόπησαν πολλάκις επ’ αρκετόν χρόνικόν διάστημαν. Εις εν εκ των κελιών τούτων έζησε μονάζων επί 10 περίπου έτη. Η Μονή «Φραγκοπηδήματος» επί πολλά έτη διετέλεσε Μετόχιον της Μονής Δίβρης. Κατά το έτος 1798, ο αείμνηστος εθνομάρτυς Γρηγόριος Ε’ ανεκήρυξε την Μονήν ταύτην αυτοτελή και αυτοδιοίκητόν και ως τοιαύτη παρέμεινε μέχρι του 1840. Από της εποχής ταύτης, εισηγήσει του Αχαΐας Μελετίου και λόγω των πολλών ληστειών και λεηλασιών, αίτινες εγίνοντο εις την Μονήν, συνεχωνεύθη αυτή με την Μονή Σκαφιδιάς. Τέλος εν έτει 1930 ανασυνεστήθη αυτή υπό του νύν Μητροπολίτου Ηλείας κ. Αντωνίου ως Μονή καλογραιών και ετέθη υπό την πνευματικήν ηγεσίαν της οσιωτάτης μητρός Μαρκέλλας. Ήδη εν τη Μονή ταύτη παραμένουν 9 μοναχαί, έτεραι δε τρείς εις το εν τη Μονή ταύτη άνηκον Μετόχιον της «Παναγούλας», παρά το χωρίον Αλποχώριον. Δια την μονήν του «Φραγκοπηδήματος» ας σημειωθή και τούτο το σπουδαίον : Κατά την επανάστασιν του 1821 προσέφερε δυο Πελοποννησίους στρατηγούς, τον Κυπριανόν και τον Νάρκισσον Πετρόπουλον ή Ρηγανάκον. Περί αυτών ασχολείται λεπτομέρως ο Φωτάκος εις το σύγγραμμααυτού «Βίοι επιφανών Πελλοπονησίων ανδρών».
dc.typeΠαραδόσειςel
dc.description.drawernumberΠαραδόσεις Ι΄- ΙΕ΄
dc.relation.sourceΓ. Ι. Κουμπάτης, Εφημ. Ελέυθερος Άνθρωπος, 8 Φεβρουαρίου 1937
dc.relation.sourceindexΕλεύθερος Άνθρωπος, 1937
dc.relation.sourcetypeΠεριοδικό
dc.description.bitstreamD_PAA_01865w
dc.subject.legendΠαράδοση ΙΑ
edm.dataProviderΚέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνώνel
edm.dataProviderHellenic Folklore Research Center, Academy of Athensen
edm.providerΚέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνώνel
edm.providerHellenic Folklore Research Center, Academy of Athensen
edm.typeTEXT
dc.coverage.geoname390903/Άδηλου τόπου


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

ΑρχείαΜέγεθοςΤύποςΠροβολή

Δεν υπάρχουν αρχεία που να σχετίζονται με αυτό το τεκμήριο.

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στις ακόλουθες συλλογές

  • Παραδόσεις
    Παραδόσεις ή θρύλοι λέγονται οι λαϊκές προφορικές διηγήσεις που συνδέονται με συγκεκριμένους τόπους, χρόνους και χαρακτήρες, και θεωρούνται αληθινές.

Εμφάνιση απλής εγγραφής

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
Εκτός απ 'όπου διευκρινίζεται διαφορετικά, η άδεια αυτού του τεκμηρίου περιγράφεται ως Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές