Αναζήτηση
Αποτελέσματα 5601-5686 από 5686
Που 'σει κατάραν του παππου, πάει τον Μάν αρκάτης τζ' απου 'σ'ει του πρωτοπαππου πάει τομ Πρωτογιούνην
(1948)
Ερμηνεία: Οι κατάρες των γονιών εκπληρούνται σε σειρά γενεών κ' η παροιμία αυτή δείχνει τα βαριά επακόλουθα της κατάρας του παππου και προπάππου
Αντάν γιωρκήση η Μεσαρκά, τρώσιν μαννάδες τζαι παιδκιά, αντάν γιωρκήση η Πάφου, πιάσ' τα ρούχα σου
(1940)
Αυτό το δίστιχον σημαίνει ότι δια της γεωργίας της Μεσσαρίας (μιας ευφορωτάτης επαρχίας της Κύπρου) ευδαιμονεί ολόκληρος η Κύπρος, ενώ δια της γεωργίας της Πάφου (βραχώδους και αγόνου μέρους) υπάρχει γενική δυστυχία
Τομ Μαν τζαι Πρωτογιούνιν – δος του πουττου στο ρουθούνιν. Δευτερογιούνιν τζ Άουστον όπου το εύρης άφησ' το (ή: γάμα το τζ' άφησ' το) Σεττέβριν τζαι να πα μεν του δώσης αναπάν
(1940)
Αι του έτους εποχαί επηρεάζουσιν όλα της Δημιουργίας τα πλάσματα
Αβ βρέξ' ο Μάρτης δκυό νερά, τζ' Απρίλλης ούλλος ένα, τζ' αντάν να δόξη τζαι του Μα να μιλλοψιχαδίση, θέλει τοβ βασιληά να πα' να το θερίση, τζαι τηβ βασίλισσαδ δεμάδκια για να δήση, θέλει το βασιλόπουλλο για να τα κουβαλήση
(1940)
Ερμηνεία: Η επιτυχία της σιτοκαλλιεργείας εξαρτάται από την εύνοιαν του καιρού ιδία τον Μάρτιον, που κρίνεται στυλοβάτης της γεωργίας
Εν τζ ΄έμ πάντα μάτσιες;
(1940)
Ερμηνεία: Επί των συνηισμένων εις εύκολον δουλειάν και επιτυχίαν που συναντούν δυσκολίας και αποτυχίας
Γεναίκα πολλαπάκτη τον άθρωπο ξιβκάλλει σαδ δεν εξέρει γράμματα, μαθθαίνει τότ αι ψάλλει
(1930)
Σημ. Πολλαπάκτος (ο) = κυριολεκτ. Ο συχνάκης πηγαίνων εις ξένους τόπους, ο περιηγηθείς πολλά μέρη, κοσμογύριστος και επειδή ο περιηγηθείς πολλά μέρη, ο κοσμογύριστος γνωρίζη πολλά, διότι είδε και έμαθε πολλά, η λέξις ...
Ας φουντών΄ η βράκα μας, τς ας φουντώνει το βρατζίμ μας, τζ΄ ανάθεμα πως εν έσει, παράμ μέσ΄ στο πουντζίμ μας
(1940)
Δι΄ όσους αγαπούσι τάς επιδείξεις, και διά να επιτύχωσι υφίστανται στερήσεις
Ο λαός και το περτίκιν και ο καλός ο νοικοκύρις τογ Γεννάρην χαίρουνται
(1924)
Εκφέρεται συνηθέστερον
Εζέξαν τον εις τηγ κάρνταν
(1930)
Kάρντα=σχοινί, δι' ου δένεται ο άγριος βους εκ των κεράτων, όταν ζευχθή εις το άροτρον, διά να τον τραβούν προς τα οπίσω και τον αναχαιτίζουν, οσάκις ζητήση να τρέξη ή να κάμη κάτι
Εν έδει άντραμ πόφ φοάται τηγ γεναίκαν του
(1940)
Κατά συνομιλίαν του Βεζύρη με τον Σουλτάνον, ο πρώτος υπεστήριζεν το ως άνω και αυτός εστοιχημάτισεν. Ο Βεζύρης εταξίδευσε και μετά μήνα επέστρεψε. Ευθύς επισκέφθην τον Σουλτάνον και την βασίλισσαν του, και έπειν ότι έφερεν ...
Καλώς τα Γέννα τα στεγνά, τα Φώτα τα βρεμμένα, τες Σήκωσες τες πηλωτές τζαί τ3ες Λαμπρές με τες νοδκιές, τα σέντε γεμωσμένα
(1940)
Εν Κύπρω η επιτυχία των δημητριακών εξαρτάται πρωτίστως από την βροχήν εις κατάλληλον εποχή και ποσότητα, ιδίως κατά Μάρτιον ότε συνήθως είναι Σαρακοστή, και έχει νοδκιές κατά τον Απρίλιον, ότε το Πάσχα (Λαμπρά)
Τογ Γεννάριν να ννιάσης, τζαι τομ Μάρτην να διωλίσης τζαι να τριωλίσης. Έννιασες τζ' εδιώλισες, τζ' ετριώλισες; ειντάσης τζ' εν εγιώρκησες;
(1940)
Η προπαρασκευή του εδάφους δια καλλιέργειαν πρέπει να γίνεται όταν και όπως πρέπει
Αβ βρέξη ο Μάρτης δκυό νερά τζι' Απρίλλης άλλον έναν τότε να δης σίταρους, κρίχαρους τζιαί κουchοφάουκα πον να ςhιλλιομοΐση
(1945)
Κουchοφάουκα, τα = Κουκιά και φακές και γενικά τα όσπρια, shιλλιομοΐση = να κάμη μεγάλην παραγωγήν που να μετριέται σε χιλιάδες μόδια
Αγ κάμη ο Μάρτης δκυό νερά τζι' Απρίλλης άλλον έναν τότε να δης τοσ σίταρον μέσα να λειβαΐση να μπη μέσα ο θεριστής τζιαι μέσα να θερίση
(1945)
Λειβαΐση = να παρουσιάση όψη λειβαδιού, να αναπτυχθή πολύ καλά
Η γεναίκα έβαλεν τόδ δκιάολον μέσ΄ το κουζίν
(1940)
Η πονηρά γεναίκα ξεγελά και τον διάβολον. Λέγεται επί γυναικών παμπνήρων. Κάποτε ο διάβολος εσκανδάλεψε τα παιδιά γυναικός η οποία δια να απαλλαγή τον επείσμοσε λέγουσα ότι δεν δύναται να χωρέση όλος και να κρυφθή εις ένα ...
Ας πκιάση το τζεί να βάλει δα
(1940)
Ένας ενώ επροπλήρωσε μιαν οκάν σαπούνι, ηναγκάσθη να πληρώση εκ δευτέρου επειδή ο μπακάλης απήτει ισχυριζόμενος ότι δεν επληρώθη. Ο αγοραστής βαρέως φέρων την αδικίαν αυτήν όταν την επομένην ηγόρασε κάτι ισχυρίσθη ότι ...
Όσον να θέλη ο Θεός δυνάται να βρέξη τζ'αί να μεν -ι- δρέψη
(1948)
Άμα να θέλη ο Θεός μπορεί να βρέξη και να μη μας θρέψη. Για την παντοδυναμία του Θεού. Η βροχή θεωρείται σαν μια καλή απόδειξη για μία καλή εσοδειά κι εν τούτοις άμα θέλη ο Θεός!
Ο ρεσπέρης επήεν τογ Γεννάριν, τζ' είδεν τα σπρμένα του τζ' εχωρίστην τηγ γεναϊκαν του. Επήεν τομ Μάρτιν τζ' επήρεν άλλημ μιαν
(1940)
Μόνο το Μάρτιον φαίνεται αν επέτυχεν η σπορά
Εν να ξαποληθή η θάλασσα, που λαλούν
(1930)
Πολλάκις διηγουμένως της περί μεγάλης τρικυμίας την οποίαν έτυχε να ιδή λέγει έτσι θυμοί, έτσι φουρτούναν εν είδα ποττέ μου, είπουν εν να ξαποληθή η θάλασσα που λαλούν Η παροιμία αυτή έχει την αρχή έτι τινός παραδόσεως ...
Όποιος έσει δκυό αμμάδκια 'γοράζει σιτάριν, όποιος έσει έναν αμμάτιν, 'γοράζει αλεύριν, τζι όποιος εν τέλεια στράος, 'γοράζει που τομ μάντζιπαν
(1940)
Το υγιεινότερον ψωμί είναι το σιταρένιον το ''χωριάτικον''. Ο κουτός προτιμά το έτοιμον, ακριβόν και ακατάλληλον
Ο γάαρος ο κόντρης είδεν το στρατούριν τζ' εκρόκατσεν
(1930)
Επί των ζητούντων ν' αποφύγωσιν ενοχλητικάς δι' αυτούς αποκαλύψεις και αμηχανούντων προ τοιούτων οχληρών ανακαλύψεων επιληχίμων πράξεων και σφαλμάτων αυτών, ως ο όνος ο έχων πληγήν, επί της ράχεως φοβείται το στρατούρι, ...
Αν βρέξη ο Μάρτης δκυό νερά τζ' ο Απρίλλης άλλον ένα τζ' αντάν να δόξη και του Μα' να μιλλοψιχαδίση, αξίζει τζαι τ' αμάξιν σου με τον αμαξηλατην
(1940)
Αντάν = όταν, δόξη = φανή καλόν, μιλλοψιχαδίση = βρέξη ολίγον
Έτσι που γινήκαμεν, αντρούλλη μου, κάλλιον να πεθάνω. Μη κακόσ σου γεναικούλλα μου, κάλλιον να σηρέψω εγιώ παρά να πεθάνης εσού
(1940)
Το να χηρεύση ο σύζυγος είναι το ίδιον με το να πεθάνη η γυναίκα του. Λέγεται επί εγωϊστών
Αβ βρέξη ο Μάρτης δκυό νερά τζι' Απρίλλης άλλον έναν τότε να δης τοσ σίταρον μέσα να λειβα(δ)ΐση να μπη μέσα ο θεριστής τζιαι μέσα να θερίση
(1945)
Λειβαΐση = να παρουσιάση όψη λειβαδιού, να αναπτυχθή πολύ καλά
Αγ κάμη ο Μάρτης δκυό νερά τζι' Απρίλλης άλλον έναν τότε να δης σίταρους, κρίχαρους τζιαι κουchοφάουκα πον να ςhιλλιομοΐση
(1945)
Κουchοφάουκα, τα = Κουκιά και φακές και γενικά τα όσπρια, shιλλιομοΐση = να κάμη μεγάλην παραγωγήν που να μετριέται σε χιλιάδες μόδια
Λείπει σ' ο γάδαρος, λείπει σε τζ' η ταή του. Λείπει σ' ο γάϊδαρος, σε λείπει το φαΐ του
(1948)
Ερμηνεία: Άμα στερηθής κανένα, πού σού 'καμνε ασήμαντες δουλειές κ' είχες τόν μπελά του
Ο Γεννάρης ποδϊά, ο Φεβράφης γτέρνει τζι' ο Μάρτης έβαλεν τηβ βόςchαιναν που κάτω απο το χαρchίν
(1945)
Ο καιρός και κατά τους τρεις αυτούς μήνες είναι συνήθως πολύ ψυχρός
Άμα το καλοτζαίριν έςhη βορκάες τζιαί βράστες ο ςhειμώνας εν ναν βαρετός με ςhιόνια τζιαί με νερά
(1945)
Αν κατά το καλοκαίρι φυσούν Βόρειοι άνεμο και ο καιρός είναι υπερβολικά θερμός, ο χειμώνας προβλέπεται ψυχρός και βροχερός
Ξένα σέρκα σε 'νεπαύκουν, μα τηγ καρκιάσ σου καύκουν. Ξένα χέρια σ' αναπαύουν με την καρδιά σου καίνε
(1948)
Ερμηνεία: Λέγεται προ παντός για περιπτώσεις, που σ' ένα πλούσιο μένει σαν ψυχοπαίδι κάποιο ορφανό, είτε όταν βοηθήση κανείς τον άλλο οικονομικώς και με κάθε τρόπο τον καίγει
Ακατάγνωτα εγ' ακαταγέλαστα
(1920)
Καταγνώννω = Καταγιγνώσκω τινός, κατηγορώ, καταγελώ
Οι δκυό τον έναδ δέρνουν τον, τζ' οι τρείς καταχαλούν τον, τζ' οι τέσσερις σκοτώνουν τον, τζ' οι πέντε κουβαλούν τον
(1940)
Οι περισσότεροι του ενός αποτελούσι δύναμιν ανωτέραν εκτίμηση της συλλογικής δυνάμεως
Αβ βρέξη ο Μάρτης δκυό νερά τζι' Απρίλλης ούλον έναν τότε να δης τοσ σίταρον μέσα να λειβαΐση να μπη μέσα ο θεριστής τζιαι μέσα να θερίση
(1945)
Λειβαΐση = να παρουσιάση όψη λειβαδιού, να αναπτυχθή πολύ καλά
Η γεναίκα έσσει τρεις τσίππες. Μια για τον άντρα της, μιάγ για τημ μαμμούν. Αξ ξεσσιστή τζαί η τρίτη κατύση της
(1940)
Η τρίτη είναι η λεγόμενη ''τσίππα του προσώπου'', το αίσθημα της τιμής
Η μάνα εμ μάννα του ουρανού, τζ' αθθός του Παραδείσου, τζ' ο τζύρης εν αρο(δ)άβνα, τζ' όσον καλός τζ' αν ένι εμ πάντα πικρός
(1940)
Ο πατήρ περίφροντις είναι αυστηρός ενώ η μητέρα είναι φιλόστοργος
Αβ βρέξη ο Οκτώβρης πούλε σιτάριν τζιαί γόραζε βούδκια. Αβ βκή ο Οκτώβρης όφτζαιρος πούλε το βούδκια τζιαι γόραζε σιτάριν
(1945)
Αν ο καιρός κατά Οκτώβριο είναι αρκετά βροχερός, η χρονιά προβλέπεται καλή για τα σιτηρά και την κτηνοτροφία, αν όχι, τότε η χρονιά προβλέπεται άσχημη και για τα δύο
Είπεν η γλώσσα της ράσης, καλ'ημέρα, τζ' η ράση είπεν της, αθ θέλης εσού έχω τζ' εγιώ καλήν ημέρα
(1940)
Ο υβριστής και ο κακολογών κινδυνεύει να δαρή. Συνεπώς η τύχη της ράχης εξαρτάται από την συμπεριφοράν της γλώσσης
Αβ βρέξη ο Μάρτης δκυό νερά τζι' Απρίλλης ούλον έναν τότε να δης σίταρους, κρίχαρους τζιαι κουchοφάουκα πον να ςhιλλιομοΐση
(1945)
Κουchοφάουκα, τα = Κουκιά και φακές και γενικά τα όσπρια, shιλλιομοΐση = να κάμη μεγάλην παραγωγήν που να μετριέται σε χιλιάδες μόδια
Εν τζ ΄έμ πάντα μάτσιες;
(1940)
Ερμηνεία: Επί των συνηθισμένων εις εύκολον δουλειάν και επιτυχίαν που συναντούν και αποτυχίας
Καλώς τα Γέννα τα στεγνά, τα Φώτα τα βρεμένα τες Σήκωσες τες πηλωτές τ' αμπάρκα γεμωσμένα
(1945)
Η παραγωγή των σιτηρών προβλέπεται αρκετά επιτυχημένη σαν τύχη και δε βρέξη κατά τα Χριστούγεννα, βρέξη όμως κατά τα Θεοφάνεια και τις Αποκρηές
Καλώς τα Γέννα τα στεγνά, τα Φώτα τα βρεμένα τες Σήκωσες τες πηλωτές τ' αλώνια σπιλασμένα
(1945)
Η παραγωγή των σιτηρών προβλέπεται αρκετά επιτυχημένη σαν τύχη και δε βρέξη κατά τα Χριστούγεννα, βρέξη όμως κατά τα Θεοφάνεια και τις Αποκρηές
Ο ακριβός έν να τα πάρη μαζί του
(1940)
Ο φιλάργυρος παρά το βραχύ και την ματαιότητα του βίου θησαυρίζει. Το πάθος τούτο εμυθόπλασεν ο λαός. Φέρεται είς παραμύθια ότι οι φιλάργυροι ηξίωσαν να ταφώσι μετ' αυτών τα χρήματά των. Συνετάφησαν κάποτε και δυο σακούλια ...
Ποταμός κατεβασμένος, βίλλος καυλωμένος, ξέρει αν έση Χατζημπακάν η χώρα;
(1940)
Κάποιος επιχειρήσας βιασμόν ετιμωρήθη αυστηρώς. Ερωτηθείς πως διέπραξε το έγκλημα κυβερνώντας του Χατζημπακά αγά, αμειλίκτου τιμωρού των κακοποιών, απήντησεν ως άνω. Ο Hagi Abdul Bagi aga κατά τον Κυπριανόν Χατζαπτούλ ...
Αν κάμη ο Απρίλης θκυό νερά τζι ο Μάρτης άλλο ένα, χαρά στονε τον γεωργό πόσιει πολλά σπαρμένα
(1958)
Αυτό σημαίνει ότι αν βρέξη ο Απρίλης και ο Μάρτιος τότε θα είναι χαρά στον γεωργόν, διότι θα ευδοκιμήσουν τα σπαρμένα, Διηγήθηκε μια γριά από το χωριό “Άγιος Γεώργιος” στην επαρχία Κυρηνείας
Μεγ κάτσης με πολιτιτζήν, τζαι πει σου είνταν έτζείνη, τζαι πει σου λόγια περισσά, τζαι κάμει σε σαν τζείνην
(1940)
Πολιτιζτή η πόρνη: Εμ μια πολιτιτζή τουτη. Η ρήγαινα απευθυνομένη προς τν Π. Αλεμάν (Μαχαιράς) λέγει: Η κακή πολιτική, χωρίζεις με από τον άντραμ μου. Η λέξις έχει την σημασίαν αυτήν απο μακρού χρόνου
Σφογγάτε τα σειλούδκια σας, τ' άι Φιλίππου δκιάβη
(1940)
Η παροιμία λέγεται συνήθως κατά τον Νοέμβριον αλλά και κατά τας άλλας ακόμη ημέρας επ΄αφορμή όμως αρραβώνων, προς όσους δεν ηρραβωνίσθησαν μέχρι της εορτής του αγίου Φιλίππου, διότι μετ΄αυτήν είναι αδύνατον να επιτραπή ...
Αντάγ γεωρκήσ' η Μεσαρκά τρώουμ μανάδες τζαι παιδκιά τζ' αντάγ γεωρκήσ' η Πάφου πιάσ' τα ρούχα σου τζαι χάθου
(1940)
Η Μεσαορία πολύ μεγάλη και εύφορος πεδιάς είναι ο σιτοβολών της Κύπρου. Η Πάφος βουνώδης παράγει πολύ ολίγην ποσότηρα δημητριακών
Ο γαμπρός για εμ πέρα τζ' εν νάρτη, για μιτσύς εν τζ' εζ να μεαλύνη, για εν να χηρέψη
(1940)
Ειρωνικώς προς τους επιτιμώντας γονείς με θυγατέρας εις ώραν γάμου, ότι τάχα δεν φροντίζουσι δια γαμβρόν
Της γεναίκας σου μυστικόμ μέμ πης, αναγιωτόμ μεμ πιάσης τζαί φίλον ζαφτιέν μεγ κάμης
(1940)
Κάποιος δοκιμάζων την αλήθειαν της συμβουλής του πατρός του, ελθών με κεφάλι τράγου εις σάκκον εκάλεσε την γυναίκα του να τον βοηθήση να κρύψη κάποιον που εσκότωσε. Όταν βραδύτερον την έδειρεν επίτηδες του εφώναξε ότι είναι ...
Που τ' αγαπούν τογ καλόμ μου, τζ' αι που τα τον είχα έννοιαν, πέντε γρόντους τον εφίλουν τζ' εν τον ει αν είσ' εγ γένεια
(1948)
Π' αγαπούσα τον καλό μου, κι από τα του είχα έγνοια, πέντε χρόνια τον φιλούσα και δεν είδ' αν είχε γένεια
Πριν εϋρεύκαμ που γενιάν, τωρά γυρεύκουμ πόσ'ει, μα πόσ'ει νουν τζ'αι στόχσην πάλε γενιάγ γυρεύκει
(1948)
Ερμηνεία: Πρέπει να προτιμά κανείς τις καλές οικογένειες παρά το χρήμα, οσάκις πρόκειται για συνοικέσιο
Βούννου, βούννου δουλαππάτζιμ μου να κάμω το νημάτζιμ μου να πα να κατουρήσω βρε λοή
(1940)
Νημάτζιμ μου = παμπάτζιμ μου. Η παροιμία, κατά την παράδοσιν οφείλεται εις το εξής; Κάποτε ένα κορίτσι που έκαμνε την νύχτα “ δουλάππιν “ διέκρινε κάτω από τον σοφά τα ποδάρια ενός κλέπτου. Αντί να φωνάξη ήρχισε να τραγουδά ...
Η γεναία έβαλεν τόδ δειάολον μέσ΄ το κουζίν
(1940)
Η πονηρά γεναίκα ξεγελά και τον διάβολον. Λέγεται επί γυναικών παμπνήρων. Κάποτε ο διάβολος εσκανδάλεψε τα παιδιά γυναικός η οποία δια να απαλλαγή τον επείσμοσε λέγουσα ότι δεν δύναται να χωρέση όλος και να κρυφθή εις ένα ...
Ο Μηνάς εμ που μηνά – τους γουννάτους σαιρετά τους τους τσουππάτους προσκυνά τους – τζαι τους ασπροζιμπουνάτους – σούζει τους τζαι πελεκά τους
(1940)
Η μνήμη του αγίου Μηνά, ότε και μεγάλη πανήγυρις παρά την Βάβλα (Λάρνακος), εορτάζεται την 11 Νοεμβρίου , ότε το ψύχος είναι αισθητόν αναλόγως προς την ενδυμασίαν, βαμβακερόν ζεμπούνιν οι πτωχοί, ένδυμα από τσόχαν οι εύποροι ...
Βάρdα τζ' εν να περάσ' ο βούς - Τζαί πού ένι; - Να το σσίνι που πάω να τογ γοράσω
(1940)
Δια τους πιστεύοντας ως πραγματικότητα απλάς των ευχάς. Η παροιμία οφείλεται εις παραμύθιν καθ΄ο ένας τρελλός, που ήθελε να αγοράση βούν, παρεμέριζε τους διαβάτας δια να περάση το βώδι του που έμελλε να αγοράση
Ο Μηνάς εμ που μηνά – τους γουννάτους σαιρετά τους τους τσουππάτους προσκυνά τους – τζαι τους ασπροζιμπουνάτους – σούζει τους τζαί πελεκά τους
(1940)
Η μνήμη του αγίου Μηνά, ότε και μεγάλη πανήγυρις παρά την Βάβλα (Λάρνακος), εορτάζεται την 11 Νοεμβρίου , ότε το ψύχος είναι αισθητόν αναλόγως προς την ενδυμασίαν, βαμβακερόν ζεμπούνιν οι πτωχοί, ένδυμα από τσόχαν οι εύποροι ...
Ο άντρας μου ένι σαντάλιν τζαί μαντάλιν
(1940)
Η διαγωγή του ανδρός επηρεάζει και την της γυναικός. Παλαιότερον η θύρα εκρατείτο κλειστή εκ των άνω με το μαντάλιν, ξύλον με εντομήν εις το άκρον, και ήνοιγεν όταν ανυψούτο το μαντάλι με κάθετον σύρτην, ή με τον δάκτυλον ...
Ο άντρας ένι σαντάλιν τζαί μαντάλιν
(1940)
Η διαγωγή του ανδρός επηρεάζει και την της γυναικός. Παλαιότερον η θύρα εκρατείτο κλειστή εκ των άνω με το μαντάλιν, ξύλον με εντομήν εις το άκρον, και ήνοιγεν όταν ανυψούτο το μαντάλι με κάθετον σύρτην, ή με τον δάκτυλον ...
Άνεμος στηγ κόκας σου
(1940)
Ρεύμα αέρος από ταχυτέραν κίνησιν τη γυναικός κάμνει να κυματίζη η κόκα, κάλημμα άλλοτε της κεφαλής, περί της οποίας αναφέρει σημείωμα του 1812. “La Koca, moda antichissima, era usata in Cipro. Abito stelli con la ciuppe, ...
"Δείξε μου την συντροφιάν σου να σου πω την αδρωπιάν σου." "Δείξε μου τη συντροφιά σου να σου πω την ανθρωπιά σου."
(1954)
Διά την σημασίαν που έχει η συναναστροφή επί τον χαρακτήρα του ανθρώπου.
Το σπίτιν του γονηού μου εν να μείνη τ' αγγονιού μου.
(1940)
Σηνήθως ο χωρικός προικίζει τον υιόν του ανεγείρων κατοικίαν. Ο μικρότερος υιός λαμβάνει την πατρικής οικίαν. Ούτω το σπίτι του γονιού γίνεται του αγγονιού. Αλλά και ο χαρακτήρ και αι νόσοι είναι κληρονομικαί.
Τημ πουτάναβ βάλ' την όσσω σου, μα τηγ κλέφτισαν τζαι της σπιούναμ μεν τηβ βάλης.
(1940)
Η πόρνη δεν θα φέρει τους φίλους της, η κλέφτρα όμως θα φέρη τα χέρια της και η σπιούνα την γλώσσαν της.
Σπίτμ μου σπιτάτζιμ μου, τζαι προτοφυλαχτάτζιμ μου.
(1940)
Μόνον εις το σπίτι μας νομίζομεν τον εαυτόν μας αναπαυμένον. Μιας γραίας ο υιός ευτυχήσας έφερε κοντά του την μητέρα. Η ρκά, καλά να φάη, καλά να πιή, δεν ήτο ευχαριστημένη κια παρεκάληει να επιστρέψη εις το σπιτάκιν της. ...
Έχτισες σπίτι; Τόμ πρώτοχ χρόνοβ βάρ' τον οχτρόσ σου να κάτση μέσα, τοδ δεύτεροβ βάρ τοφ φίλος σου τζαι τον τρίτον κάτσ' εσού.
(1940)
Ένεκα της υγρασίας των τοιχών είναι επιβλαβές εις την υγείαν.
Τάσσω τ' αμπέλια μου ν' αρμάσω τα παιδκιά μου, τζ' άμα ταρμάσω τζ' ύστερα, τ' αμπέλια εδ δικά μου
(1940)
Επί ψευδών υποσχέσεων δια να επιτύχομεν τον σκοπόν μας.
Είδες δκυό τζ' εν ταιρκασμένοι; Έξερε τζ' εμ που τους δκυό τον ένα
(1940)
Την αρμονία, κατά την συμβίωσιν δύο ατόμων δεν εξασφαλίζει μόνον η συμφωνία αισθημάτων φρονημάτων κλπ αλλά προ παντός η προσαρμογή του ενός προς τον χαρακτήρα του άλλου.
Άμαγ κλάσ' ο σ' οίρος η ψυσ'η του Τούρκου βρίσκει μύρος, άμα κλασ' η λόττα, η ψυσ'η του βρίσκει σόρταν
(1948)
Ερμ. Πείραγμα στους Τούρκους, που δεν τρώνε τα γουρούνια
Ο δκιάολος αρώστησεν τζ' ετάκτητζεν ν' αγιάση τζ' άμα έγιανεν εμετανόησεν
(1921)
αυτ. σελ. 72 [Ο δ. α. τζ' ετάκτην ν' αγιάνη -] - αυτ. σελ. 106 [ο δ. α τζ' ε να. τζ' οκ τζ' εγίανεν ε.]
Επί εκείνων, οι οποίοι αναιρούν τον λόγον των, των υποσχέσεων των, των οποίων έδωκαν.
Από τημ Πάφου έρκουμαι, τζαί Κορφήν κανέλα. Κατέβασ' το καπέλλο σου, για να φαν' η κουμπρέλλα
(1940)
Κατέβασ' ή Χαμήλωσ'. Προέρχεται από την Πανελλήνιον τοιαύτην “ Από την πόλιν έρχομαι ...” ή είναι γνησίως Κυπριακή; Εις την επαρχίαν Πάφου υπάρχει η Πόλις (Χρυσοχούς) και εις την της Λεμεσού ή Κορφή. Ηδύνατο να υποτεθή οτι ...
Ο Μάρτης εμάλλωσεν με τον Οκτώβρην τζι' ο Μάρτης λαλεί του: “Που να πας; εν να μ' αρκαστής”. Τζι' ο Οκτώβρης επολοήθην του: “Παρατήρα τον Νιόβρην τζιαί τοδ Δετζιέβρην που σ' έχουν ανάγκην, τζι' εγιώ ανάγκην εσ σ' έχω. 'Αλοι του Νιόβρη τζιαί του Δετζιέβρη που σ' έχουν ανάγκην”
(1945)
Ερμηνεία: Μεγάλη σημασία για την επιτυχία της γεωργίας και ειδικά για τα σιτηρά δεν έχουν μόνον οι βροχές του Μάρτη, μα και του Οκτώβρη, οι οποίες είναι επίσης ζωτικής σημασίας και για την κτηνοτροφία, αρκάζομαι= έχω ανάγκην ...
Ο Μάρτης εμάλλωσεν με τον Οκτώβρην τζι' ο Μάρτης λαλεί του: “Που να πας; εν να μ' αρκαστής”. Τζι' ο Οκτώβρης απαντά του: “Παρατήρα τον Νιόβρην τζιαί τοδ Δετζιέβρην που σ' έχουν ανάγκην, τζι' εγιώ ανάγκην εσ σ' έχω. 'Αλοι του Νιόβρη τζιαί του Δετζιέβρη που σ' έχουν ανάγκην”
(1945)
Ερμηνεία: Μεγάλη σημασία για την επιτυχία της γεωργίας και ειδικά για τα σιτηρά δεν έχουν μόνον οι βροχές του Μάρτη, μα και του Οκτώβρη, οι οποίες είναι επίσης ζωτικής σημασίας και για την κτηνοτροφία, αρκάζομαι= έχω ανάγκην ...
Ο Γεννάρης τζι ο Μάρτης εγελάσαν του κουτσοφέβραρου τζι' επήραν του που μιαν ημέραν για να πειράξουν τηρ ρκάν, τζι' ο Γεννάρης έβαλεν τηρ ρκάν μεσ' στοφ φούρνον
(1945)
Η παροιμία αναφέρεται στην υπερβολική ψύχρα του Γεννάρη. Κατά τένα μύθο, ο χειμώνας και το καλοκαίρι συζητούσαν ποιά από τις δυό αυτές εποχές είναι η καλύτερη, επειδή δε δεν συμφωνούσαν φώναξαν κάποιαν γρηά, πυ μάζευε ...
Έσει τομ πορdήν τζ' αλώνιν, τζαι κλωστήν εις το βελόνιν
(1940)
Φρονούμεν ότι είναι η ορθοτέρα. Γράφεται συνήθως πορτίν, σημαίνουσα ότι όπως φεύγει από την πόρταν του σπιτιού εις το αλώνιν και ταναπαλιν, ούτω πως και ως κλωστή εις το βελόνι περνα ή βγαίνει εύκολα και παραΔερεται απο ...