Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 273-292 από 2168
-
Ασ' το το πελελό bουλί να πά' να παραδίση, να κατελύση τα φορεί κι' απέκειο να 'υρίση
(1963)Λέγεται, όταν κάποιος θέλη να φύγη από τον τόπο του, ενώ προβλέπεται ότι δεν πρόκειται να κερδίση μ' αυτό τίποτε (πελελό=απολωλός, παλαβό, ανόητο, τρελό), (παραδίση=να παροδεύση, δηλ. Να αλητέψη, να βγη από το δρόμο του), ... -
Αστραπές ακούς βροdες ακούς, στ' αβγά σου κάθου
(1963)Λέγεται στην κλώσσα, όταν την καθίζουν να επωάση τ' αβγά. Ως παροιμία σήμαίνει ότι κι αν ακούς μηνα ανακατεύεσαι -
Αστραπές ακούς βροdες ακούς, στ' αβγά σου να κάθεσαι
(1963)Λέγεται στην κλώσσα, όταν την καθίζουν να επωάση τ' αβγά. Ως παροιμία σήμαίνει ότι κι αν ακούς μηνα ανακατεύεσαι -
Αύρι' ακούς
(1963)Από τον Ναστραδίν Χότζα. Δηλαδή οι συνέπειες μίας πράξεως θα αντιληπτές αργότερα. Ήγδυνε 3) λέει ο Στρατηχότζας κανένα 4) σπίτι κι ήκοβγε dα σίδερα ΄νους παραθυριού, ναbη μέσα, κι επέρασε gανείς 5) και τον είδε, λέει, μα ... -
Αφού 'εράση το δεdρό, ξεράδι δε dου λείπει
(1963)Δηλαδή, όταν γεράσωμε, ποτέ δε μας λείπουν οι αδιαθεσίες -
Αφρίζης δεν αφρίζης, το bαρά μου 'δωκα, να σε φάω θέλω
(1963)Ερμηνεία: Λέγεται όταν είμαστε υποχρεωμένοι να καταναλώσωμε κάτι, που αποτύχαμε στην αγορά ή στην κατασκευή του -
Βάνει κι' η αλεπου τον άdρα τζη με τσι πραματευτάδες
(1963)Λέγεται, όταν συγκρίνη κανείς πρόσωπα ή πράγματα, που απέχουν πολύ μεταξύ των -
Βάνου dο λωλό να βγάλη το φίδ' απού τη dρύπα
(1963)Λέγεται όταν αναθέτουν σε κάποιον μαλακό, πρόθυμον άνθρωπο μια επικίνδυνη, δυσάρεστη αποστολή -
Βάσανα πού τάχει η ρόκκα κι' όπου θες άμε κι αρώτα
(1963)Δηλαδή όλες οι δουλειές έχουν τις δυσκολίες τους -
Βάστα bόζα, να πάρης προίκα
(1963)Οι φράσεις αυτές ήτανε κάποτε μόδα. Είναι σαν πείραγμα. Π.χ. Να gανείς κακιωμένος μαζί σου να μη σου μιλή, λέει Βάστα bόζα. Και καλά, Δε με κόφτει, δεν με μέλει. Δε μασε μιλείς πάλι. Βάστα bόζα, να πάρης προίκα. Να gανείς ... -
Βάστα, 'έρο, βάστα και, σαν απεθάνης, άσ'τα
(1963)Δηλαδή, πρέπει να κρατάμε μέρος της περιουσίας μας μέχρι του θανάτου μας -
Βαρ' τον ατσίποδα να σ' άψη τη φωθιά, κι α dην άψη είναι δυό βολές ατσίποδας
(1963)Λέγεται, όταν ένας ανίκανος, ένα μικρό παδιί, κατορθώση να κάμη μιά μικροδουλειά. Έχει έννοιαν ειρωνική