Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 21-40 από 183
-
Απόν καλά, καλούλλικα, καλλύττερα γυρεύκει, ο δκιάολος του κώλου του κουκκιά του μαειρεύκει
(1924)Ερμηνεία: Επί των πλεονεκτών -
Απόν μακρύς, τρώει σύκα
(1924)Ο πλούσιος ευκόλως ημπορεί να προμηθευθή παν ό,τι επιθυμεί. Ο έχων προσόντα, ο προσοντούχος, ως λέγουν εν Κύπρω ημπορεί να καταλάβη θέσιν τινα -
Απόσ σε ξέρει, ακριβά σε βοράζει
(1924)Ερμηνεία: Επί των ζημιουμένων διά την άγνοιαν του χαρακτήρος εκείνων, προς ους συναλλάσσονται ή εν γένει έρχονται εις σχέσιν τινά -
Απου σπείρη εν να θερίση
(1924) -
Απού λείπει, λείπει και η μοίρα του
(1924)Λέγεται εις τους ερχομένους εις γεύμα ή εστίασιν κατόπιν εορτής και ζητούντας μερίδιόν των, το οποίον όμως δεν εφυλάχθη -
Απού τον Άδη φώς;
(1924)Περί εκείνων, που αναμένουν τι παρά τινος, παρ' ού είναι αδύνατον να το επιτύχουν. ΣΚ.Β΄, 284, αρ. 224 -
Ας με κράζουσι σπαχίνα και ας λαμπάζω που τημ πείναν
(1924)Σπαχίνα ή καϊνα, παρά δε Σακελλ. Σουπαχίνα -
Αφ' φάη σκατά η κατσικορώνα, η θάλασσα εν ιξημαρίζει
(1924)Με το να υβρίση κακόγλωσσος τις και υβριστής (κατσικορώνα) άλλον τινά ευϋπόληπτον (θάλασσα), ούτος ουδόλως ατιμάζεται ούτε μειώνεται η τιμή του. Ανάλογοι και οι παροιμ. “πάνω 'ςτο γιαλίν τίποτ' εν κολλά”, “ο λόγος ο άσχημος ... -
Αχτυπούν του παπά με τα πρόσφορα, Θεέ μου, και ξόρισ' την ορκήσ σου!
(1924)Συνοδεύεται από κείμενο ... -
Γλήορη και καματερή το Σάββατον το δείλης
(1924)Περί γυναικών οκνηρών, αι οποίαι αφήνουν όλας τας εργασίας της εβδομάδος δια την μ.μ. του Σαββάτου -
Γυρεύκει να κάμη πίττες μέ τά μυλλοσφογγίσματα
(1924)Αναλογος πρός την: Με πορδές αβγά δεν βάφονται -
Έκαψα τα ρούχα μου να μεφ φοούμαι τους ποντικούς
(1924)Ερμηνεία: Μετ' αστειότητος περί εκείνων, οίτινες ανοήτως προξενούν εις εαυτούς μέγα κακόν, δια να αποφύγουν άλλο τι μικρόν και ασήμαντον -
Εγιώ στραώννω και πουλώ και εσού άμπλεπε και βόραζε
(1924)Ο αγοραστής, μη επηρεαζόμενος από την διαφήμισιν παρά του πωλητου του εμπορεύματός του, οφείλει να προσεχη πολύ, τι μέλλει ν' αγοράση, ίνα μη μετανοήση δια την αγοράν του ύστερον -
Είπαν της πουτάνας, πως εμ πουτάνα, και εστάθην έξω και έκαμεν το τελάλιν
(1924)Και αντιθέτως [της προηγούμενης] -
Είπαν της τιμημένης πουτάνα και έμπην έσσω και ερρομανίστην
(1924)Αμφότεραι αι παροιμίαι λέγονται συνήθως ομού προς έξαρσιν της φιλοτιμίας της εντίμου γυναικός εν σχέσει προς την αναίδειαν της ελευθερίων ηθών