Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 128-147 από 670
-
Για τα σενα παίζω τουτα τα βιολιά και τα λαγούτα
(1939)Ειρωνικώς όταν εγίνοντο αντιληπταί οι απώτεροι σκοποί νέου τινός, ο οποίος κεκαλυμμένος εξεδήλωνε την συμπάθειάν του προς μίαν νέαν -
Για τσ' αγάπης τον καημό πίν' η γλάστρα το νερό
(1939)Εκείνος που είναι ερωτευμένος, περιποιείται όλους τους συγγενείς της κόρης δια την οποίαν ενδιαφέρεται -
Για τσ' Μαργιάς τα κάλλι
(1939)Όταν κανείς έκαμνε κάτι δια να ωφεληθή και δεν το απωλαμβάνετο ο άλλος ότι το έκαμε δια να πλερωθή, και όχι δια τα κάλλη της Μαργιάς -
Γιάνν' τον λέν, μαννούλα μ', Γιάνν' και Γιάνν' τον λέν κι κλάψ'τε τον
(1937)Τα ονόματα Γιάννης και Μιχάλης, αν και ήταν σε μεγάλη χρήση, ήταν ως ονόματα, κακόφημα -
Γυαλιά καρφιά
(1937)Δια δαπάνας ασκόπους και άνευ υπολογσιμού. Γυαλιά έλεγαν στο Αυδήμι τα μπουκάλια καθω΄ς και τα γυαλια της λάμπας. Υπήρχε η τοποθεσία Γυαλί, αλλά στην προκειμένη περίπτωση σημαίνει σπασμένα τζάμια, τα κομματιασμένα και ... -
Δ'λειά κι' όχ διαβολιά
(1937)Οχ = όχι, διαβολια = πονηριά. Δηλ ο άνθρωπος εξασφαλίζει καλλίτερον την ζωήν του διά της εργασίας και όχι διά της οκνηρίας και πονηριάς -
Δ'λειά σά ψώρα
(1939)Διά ζωκράν εμπορικών κίνησιν. Δηλ η πελατεία συνέρρεεν καθώς διαδίδεται η ψώρα -
Δεν είδες κανα παιδί, να περπατή σαν άγγελος;
(1938)Κάποιος επέστρεψεν από την Κ/πολιν και τον ερώτησε μια μητέρα αν είδε το παιδί της. Ο άνθρώπος είπεν ότι δεν το γνωρίζει το παιδί της, ούτε ήξευρε που ειργάζετο και η μητέρα του είπε την παροιμία εσήμαινε την υπερβολικήν ... -
Δερ'dαι σα dα πετ'ναρια
(1938)Όταν δύο παιδιά επί πολύ εδέροντο αναμεταξύ των άνευ σοβαρού αποτελέσματος -
Δι b'ρώθ'κα απ' του γήλιου, θα bρωθώ απ' του φιgάρ';
(1939)Ελέγετο, όταν κανείς δεν έβλεπε καλωσύνων από τους οικείους του και προσφέροντο εις μίαν δεδομένων στιγμών να τον εξυπηρετήσωσι μακρινοί συγγενείς, από τους οποίους δεν ανέμενε και δεν ήλπιζε στοργήν -
Δι dο 'χω π' γερνώ, μόνε π' μαθαίνω
(1939)Το έλεγαν συνήθως αι ηλικιωμέναι γυναίκες, όταν εμάθαιναν κανένα φαγητον ή γλύκισμα που δεν ήξευραν -
Δι dουν άφ'κανα νύχια να ξ'τή
(1938)Δια συγγενείς οίτινες ενεσηκώτον εις ευπορούντα τινα και καλόκαρδον συγγενή των. Ελέγετο όμως και εις άλλα περιπτώσεις -
Δι σώνι (ή: δι φτάνι) π' μι δέρινι η θάλασσα, μι δέρινι κι του κύμα
(1939)Όταν εις κινδυνεύοντα προσετίθεντο και άλλαι ζημίαι και κίνδυνοι δευτερεύοντες -
Δί dό 'χω που πνίγομαι, μόνε που βιδιάζ'
(1938)Οι καταστρεφόμενοι, μετά τήν πάροδον του κινδύνου, θλίβονται περισσότερον από εκείνους που χάνονται μαζί μέ τον κίνδυνον. Η λέξις βιδιάζ' (= ευδιάζει) δεν ήτο εν χρήσει εις τήν ομιλίαν ήτο όμως γνωστή η σημασία της