Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 385-404 από 670
-
Μπάλουμα σε μπάλουμα κι ραφή δε φαίνιτι
Λέγεται από τη μεταφορά ρούχων παλιών προς εκείνους που δεν έχουν καμιά ελκυστικότητα και χάρη -
Μπαμπά μ', όταν μ' ορμήνευες, εβδομηdαδυό τσι μετρούσα
(1937)Λεγόνταν για τους νεαρούς και αργοσχόλους ανθρώπους, οι οποίοι αποφεύγουν να κουράσουν τη σκέψη των -
Μπαμπά μ', όταν μ' ορμήνευες, εβδομηdαδυό τσι μετρούσα σ' μ'λαριού μας
(1937)Λεγόνταν για τους νεαρούς και αργοσχόλους ανθρώπους, οι οποίοι αποφεύγουν να κουράσουν τη σκέψη των -
Να 'σαι καλά του Άγουστο που 'ναι παχειές οι μύγες
(1937)Κοροϊδία και ένδειξη δυσανασχετήσεως για την παχυδερμία ωρισμένων ανθρώπων που ενόμιζαν ότι εξωπλήρωσαν το καθήκον των προς άλλοις, κάμνοντας κάτι που εύκολο που θα το κάμναν κ χωρίς να έχουν καμία υποχρρέωση -
Να ΄χα ΄στιά και πυροστιά
(1941)Διά παντελή ανέχειαν. Περικοπή παραμηθιού, κατά το οποίον μια οικοκυρά εξεδήλωνε την προθυμίαν της να περιποιηθή τους επισκέπτας της, να τους κάμη χαλβά, αλλά δεν είχε ούτε φωτιά, ούτε πυροστιά ούτε και τα άλλα υλικά -
Να γεράσω, να παινεύωμαι
(1938)Συνήθως οι γέροι κατηγορούν τους νέους, διότι εκείνοι θυμούνται μόνον τα κατορθώματα των, τα οποία μεγαλοποιούν -
Να κάμ'ς κόκκιν' σακκούλα
(1937)Ήταν ειρωνεία για εκείνους που εδάνειζαν και δεν επρόκειτο να τα πάρουν. Το κόκκινο ήταν κάτι το πανηγυρικό. Λεγόνταν και για εκείνους που περίμεναν να εισπράξουν αμφίβολα κέρδη -
Να κατεβάζ' η Παρνασσός, κι να κόβ' η Άγιο Τρύφωνας
(1937)Παροιμία παρόμοια με την: “Θέλ' να το χ' η κούτρα να κατεβάζ' ψείρες” η οποία όμως δεν ήταν σε μεγάλη χρήση στο Αυδήμι, όπως η πρώτη -
Να κοσκινίζης κι να παίριν'ς
(1938)Όταν επρόκειτο να διαλέξουν πρόσωπον, δια να το κάμουν γαμβρόν ή νύμφην. Περισσότερον όμως ελέγετο δια τους ψευδολόγους -
Να κρεύ΄ς ένινα, να ΄χ΄ αbέλια κι χωράφια σα δίν έχ΄, ούτε παλιοbγdαλάδες
(1938)Ν συναναστρέφεται κανείς με ανθρώπους, οι οποίοι έχουν συναίσθησιν των πράξεων των και επίγνωσιν των λόγων των. Ελέγετο ως επί το πλείστον μόνο η πρώτη σειρά -
Να λες λόγια σαν αλώνια, και στρογγ'λά σα' μακαρόνια
(1939)Αστεία συμβγουλή περί καλής συμπεριφοράς (περικοπή παραμυθιού) -
Να π'χύζεται του gαβαλάρ' που κρέμ'dαι τα ποδάρια
(1938)Όταν τινές υπόπτου ενδιαφέροντος εστενοχωρούντο δι' επικειμένη υποθετική ζημία τρίτων και καθίσταντο ούτω γελοίοι -
Να σαλατίσου μι του θριμμένου του άλας κι μι του ατσάκιστο του πιπέρ
Αστεία ειρωνία σε μωρούς που δεν ξέρουν τι κάνουν -
Να ταν η θάλασσα κρασί κι του καράβι κούπα η Μαρμαράς χλωρό τυρί κι η κάbος όλος πίττα
(1939)Την έλεγαν οι αγωγιάται και οι αμπελουργοί, όταν ανερχόμενος εις τα βουνά, έβλεπον ολόκληρον την πεδιάδα της Θράκης, αφ' ενός και αφ' ετέρου την Προποντίδα με τον Μαρμαράν -
Νάχαν τ' αντρόγυνα κακό, να 'χαν τ΄αδέρφια μάχη
(1938)Περί των ασημάντων ερίδων και προστριβών μεταξύ οικείων