Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 2076-2095 από 2168
-
Του τάζει φουρνιές ψωμιά
(1963) -
Τούρκον είδες, άσπρα (7) θέλει(8)
(1963)(7)=χρήματα (8) επειδή οι Τούρκοι επέβαλλαν διαρκώς φόρους Λέγεται για άνθρωπο, που κάθε εμφάνισή του συνοδεύεται και από αίτηση για κάποια παροχή. -
Τράβα, ΄έρο διάολε
(1963)Λέγονται, όταν κανείς υποφέρη τις συνέπειες μιάς απερισκεψίας, μιας πολυπραγμοσύνης -
Τρέχα ΄ύρευγε και καιρό μη χάνης
(1963) -
Τρέχα ΄ύρευγε και Νικολό καρτέρει
(1963)Λέγεται, όταν η εκτέλεση μιας εργασίας, η πραγματοποίηση μιας υποσχέσεως μας φαίνεται πολύ μακρυνή -
Τρείς που μέχεις, τρείς που σέχω και τριώ που dο παιδί, σωστοί σωστοί ενιά μηναρούκλες είν', άdρα μου
(1963)Ο σχετικός μύθος: Ήτονε λέει, καμμιά κι επαdρεύτηκε, gι ήπηρε gανέναν αγαθούτσικο και σε τρείς μήνες πο παdρεύτησα gι ύστερα ΄έννησε, μα δεν ήτονε τ΄αdρούς τση το παιδί, μόνου τόχε μάλλο καμωμένο. Ήχρεψε λοιπό ο κόσμος ... -
Τρόπος δέν είναι νά κρυφτή ο βήχας κι' η αγάπη, 'ιάτ' είναι πράμα φανερό, σά dό κερί π' ανάφτει
(1963)Λέγεται, όταν βήχη κανείς ή όταν είναι ερωτευμένος -
Τρώει η ζημιά το διάφορο
(1963)Λέγεται, όταν σε μια εργασία έχη κανείς περισσότερα έξοδα παρά έσοδα -
Τσ' ακμάτρας το παιδί χορουδάκια 'μάθαινε, gι' όσο dου τα 'μάθαινε, dόσο 'κείνο τάθελε
(1963)Των Αγίων Σαράντα είναι πάντα τη Σαρακοστή κι επειδή τη Σαρακοστή δεν χορεύανε οι παλαιοί, αν τύχαινε κάποτε να χορέψουν αυτή την ημέρα, το λέγανε -
Τσ' ελιάς τό φύλλο 'ναι
(1963)Λέγεται γιά άνθρωπο πονηρό, έξυπνο, επιτήδειο, ψεύτη, ανυπάκοο, κ.τ.λ. Π.χ. “Έξυπνο, περίεργο, ψεύτικο! Τσ' ελιάς τό φύλλο 'δά, πού λέ' ο λοός” -
Τσ' ελιάς τό φύλλο κι' ά χαθή, πάλι δέ θά ξαναβρεθή
(1963)Π.χ. “Καλές είναι, μά δέν είνα σά dή μάνα dωνε. Εκείνη δέν είχε dαίρι. Τσ' ελιάς τό φύλλο, λέει, κι' ά χαθή, πάλι δέ θά ξαναβρεθή” -
Τσ' ελιάς τό φύλλο κι' ά χαθή, πάλι θένα ξαναβρεθή
(1963)Π.χ. “Ιά 'να τώρα πού νάχη καλές δουλειές καί νά ξεπέση, λέει, δέ βαριέσαι! Δέ χάνουdαι dέθοιοι άθρώποι. Ένας λόος λέει “Τσ' ελιάς τό δύλλο κι' ά χαθή, πάλι θένα ξαναβρεθή”. Θένα = θά, ιά 'να = γιά ένα -
Τση 'υναίκας α τζ' ήλειπεν η πλύση κι' η 'έννα, ποτέ τση δεν εέρνα
(1963)Δηλαδή, αυτά τα δυό κουράζουν, καταβάλλουν την γυναίκα -
Τση dεbέλας η κλωστή είναι πάdα μακρϋά
(1963)Λέγεται, όταν δούμε μεγάλη κλωστή σε βελόνα. Είναι κυρίως διδακτική σε κοπέλα, ώστε να μη συνηθίση να βάζη κλωστή μεγάλη, γιατί αυτή δυσχεραίνει το ράψιμο -
Τση dεbέλας η κλωστή ή κοdή ή μακρϋά
(1963)Τη βάζει δηλαδή κοντή για να την περνά συχνά κι έτσι να μη δουλεύη ή τη βάζει μακρυά για να μην την περνά συχνά να κουράζεται -
Τση ΄υναίκας το μεροκάματο το τρώει μιαν όρνιθα το βράδυ
(1963)Δηλ. Η εργασία της γυναίκας έχει τόση αξία, όση η βραδυνή τροφή μιάς όρνιθας