Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 181-200 από 732
-
Ήμουν bεκάρης, ήμουν χονκάρης, σεμαδεύτα, ενόμουν βεζίρης παρεδόθα, ενόμουν ρεζίλης
(1951)Ερμηνεία: Ήμουν ανύπαντρος, ήμουν χονκέρης, αρραβωνιάστηκα, έγινα βεζίρης, παντρεύτηκα, ρεζιλεύτηκα. Μουλά – χονκέρης ήταν μεγάλο θρησκευτικό αξίωμα. Αυτός έμενε στην Προύσα κι είχε το προνόμιο να δίνει στο Σουλτάνο το ... -
Ήρασε ο κω μου σ' όργον 'bέσου, γω τζο κατέχω τα τσαι συ κατές τα;
(1951)Γέρασε ο κώλος μου στη δουλειά μέσα, εγώ δεν το ξέρω και συ το ξέρεις; -
Ήρτα σο τόbe
(1951)Ήρθα στό ήμαρτον, Όταν μετανιώνει κανείς και ζητάει συχώρεση. Τόbe λ.τ. = ήμαρτον, συχώρεσέ με -
Ήρτε Έζ Δρεμήτηζ, ήρτ' ο σειμός
(1951)Ήρθε ο Άι-Δημήτρης, ήρθε ο χειμώνας=Στα Φάρασα χειμώνιαζε πρώϊμα, αφού και τ' Άι-Λουκά, 18 Οκτωβρίου, μπορούσε να χιονίσει -
Ήρτε έζ Δρεμήτης, ήρτε ο σειμός, ιδέτε τα γαϊτε σας
(1949)Ερμηνεία: Ήρθ' ο Άι Δημήτρηςμ ήρθ' ο χειμώνας, ιδέτε-φροντίστε τα τρόφιμα σας, έλεγαν. Σειμός= οι τούρκοι είχαν την ίδια παροιμία: Κασίμ gελdί, κισ gελdι= Άι Δημήτρης ήρθε, χειμώνας ήρθε -
Ήτου λαϊκκον dο φαϊ, κάτσαν dα μαμούτσε έφαγαν dα, έσεσαν dα τσόας
(1951)Ήτανε λίγο το φαϊ, κάτσανε τα μαμούνια τόφαγαν, τόχεσαν κιόλας. Όταν μιά δουλειά, που είναι από την αρχή στραβή, γίνεται χειρότερη -
Ηρτ ο κως σο τ'άρι τσαι πααίνει αρά να 'εννήσει
(1951)Έφτασε ο κώλος του στα στενά και πάει τώρα να γεννήσει -
Ηύρες πεξιμέτι, ΄υρέφ΄ τα τσαί φουσκωμένο
(1951)Βρήκες παξιμάδι, το θέλεις και βρεμένο. Πόντ. Δ.Π. 158 : Εύρεν απίδ΄, θέλ΄ άτο και μασεμένον -
Ηύρες χωρίος θεχούς στκυλλού τσαί 'νεγκώθεις θεχούς ραβdού
(1951)Βρήκες το χωριό δίχως σκυλλί και γυρίζεις δίχως ραβδί -
Θέκ' το σερί σήν gαρdία σου τσαί γρέπ' το Θεόν bάνου τσαί πε το ληθώτικο
(1951)Βάλε το χέρι στην καρδιά σου και κοίτα το Θεό απάνου και πές την αλήθεια -
Θέκ΄τον gώ σου, κάτσε σε ΄νgκάθε πάνου
(1951)Υπόμενε όπως είσαι, γιατί μπορεί να πέσεις στα χειρότερα -
Θελυκό ταλικό δεβολικό
(1951)Το θηλυκό είναι διάβολος. Το ταλικό ίσως είναι επανάληψη κατά τα : άντρας – μάντρας, φωτιά – μωτιά κ.ά. Έλεγαν και : Το θελυκό εν΄ του δεβόβου, γι΄ αυτό και στα γουρμπάνια (θυσίες) τους, ποτέ δεν έσφαζαν θηλυκό ζώο. Δεν ... -
Θωρούν d' άσπρο το πρόβατο, λεν τι: η τσοιλία του 'έμει άλειμμα
(1951)Βλέπουν τ' άσπρο το πρόβατο, λένε: η κοιλιά του είναι γεμάτη πάχος -
Κάθεται πάνω στ' αγκάθια
(1951) -
Κάθεται σα ΄νgαθε πάνου
(1951) -
Κάτα ημέρα Πάσκας τζο ' νι
(1951)Κάθε μέρα δεν είναι Πάσχα. Σε κείνους που ζητούσαν όλο να τους δίνουν