Αναζήτηση
Αποτελέσματα 61-70 από 366
Άρχισε να μού δείχνη δόντι
(1920)
Ερμηνεία: Το επήρε επάνω του γιά παλληκαράς
Αυτός έχει μεγάλο δόντι
(1920)
Ερμηνεία: Είναι δυνατός είς την πολιτικήν, τον φοβούνται
Με πονεί το δόντι μου
(1920)
Η φρ. δεν λέγεται αλληγορικώς
πονάει το δόντι
(1920)
Ενδιαφέρεται ερωτικώς
Πονεί το δόντι του
(1957)
Είναι ερωτευμένος
Δόντι μπακιρόνω
(1920)
Ερμηνεία: Λέγεται παρ' ενός είς τον άλλον ώς αστείον όταν ακούη αυτόν να κατηγορή τρίτον πρόσωπον
Έχει δόντι
(1920)
Ερμηνεία: Έχει έταιρον πρόσωπον ισχυρόν στά του οποίου δύναται να κάμη ότι θέλει
Δέν του δίδω άσπρο δόντι
(1920)
Δέν του δίδω θάρρος
Μου πονεί το δόντι
(1920)
Ο συλλογέας δεν διασαφίζει άν η φρ. Λέγεται μεταφορικώς