Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Άκογλους, Ξενοφών Κ."
-
Όλ' π' εφτύν'ναν να εμάειρευαν, κανείς πεινασμένος 'κ' επεμέν'νεν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Αν όλοι που ανάβουν φωτιά μαγείρευαν, κανένας δε θάμενε νηστικός -
Όλα γίντανε τη κιοσέ τα γένα μαναχόν κι φυτρών' νε
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ανάλογο με το: Όλα γίνονται μόνο του σπανού τα γένεια δε γίνονται -
Όλα μη λέγομε, είπεν και τη Βερβελέ ο Γιώρτς
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ανάλογο με το: Όλα δε λέγονται -
Όλα τα δάχτυλα έναν 'κ' είναι
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Όμοιο με το: Όλα τα δάκτυλα δεν είν' τα ίδια. – Όλα τ' αδέρφια – όλοι οι άνθρωποι κτλ., δε μοιάζουν -
Όλον το τέρτι μ', τη πεθεράς -ι – μ' ο θάνατον
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Όλος ο καϋμός μου ας είναι ο θάνατος της πεθεράς μου -
Όλον τον κακόν τον γιό μ', κι όλον τον καλόν γαμπρό – μ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ο πιο κακός μου γιός, κι ο πιο καλός μου γαμπρός -
Όνταν 'κ' ηυρίσκω την έμορφον, φιλώ και την άσκεμον
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Όταν δεν βρίσκω την όμορφη φιλώ και την άσκημη. Ανάλογα με το: Απ' ολότελα, καλή 'ν' κ' η Παναγιώταινα -
Όνταν κι θέλω να φιλώ σε, ερωτώ σε: το μάγ'λο σ' μέρ' καικά εν;
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Όταν δεν θέλω να σε φιλήσω, σε ρωτώ: το μάγουλό σου που κοντά είναι -
Όνταν κλώθ'ς την ράχαν, ολ'θήκ'νε απάν' το λιθάρ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Όταν είναι κανείς κορόϊδο, όλοι τον καβαλούν και τον εκμεταλλεύονται -
Όποιος ακολουθεί τον γάιδαρο, θα μυρίζεται και τις πορδές του
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Για τις βλαβερές συνέπειες που έχουν οι κακές συναναστροφές -
Όσο εν το μιντέρι -σ', άπλωσον τα ποδάρα σ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Όσο είναι το στρώμα σου, άπλωνε τα πόδια σου. Κανόνισε τα έξοδά σου ανάλογα με τα έσοδά σου. Ανάλογο με το : όσο είναι το πάπλωμα έπλωνε τα ποδάρια σου -
Όσον εν' τ' απάν' της γης εν' και τ' αφκά
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Όσος είναι πάνω από τη γη, τόσος είναι κι από κάτω από τη γη -
Όσταν ελέπ' άτην τα πέντ' ατ' γελούν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Όταν τη βλέπει, και τα πέντε του γελούν -
Οι πολλοί μαμμήδες το μωρίν κοτσόν εφτάνε
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Οι πολλές μαμμές το παιδί το κάνουν κουτσό -
Οπέρτς ετσουκνίεν κι' οφέτος εξέβεν η μύρα θε
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ερμηνεία: Πέρσυ κάηκε και φέτο νοιώσαμε τη τσίκνα του. Ειρωνικά σ' εκείνους που προβάλλουν διεκδικήσεις για παλιές υποθέσεις και ζητήματα – κυρίως ασήμαντα – για τα οποία στον καιρό τους δεν έγινε λόγος -
Ούς να σκων' τ' έναν το ποδαρ'ν ατ', τ' άλλο τρώει α ο λύκον
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Αναλογο με το: Ώσπου να σηκώσει το ένα ποδάρι τ' άλλο βρωμάει -
Ούτε όλα του γιατρού ούτε του πνευματικού
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939) -
Ους να ηυρίκομε τον αλογάν, καλκεύομαι τον γαϊδουράν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ώσπου να βρούμε τον αλογά καβαλούμε τον γαϊδουρά – Πρέπει ν' αρκεστούμε σ' εκείνα που έχομε, προσπαθόντας πάντα να βελτιώσομε την κατάστασή μας