Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Άκογλους, Ξενοφών Κ."
-
Ο Θεός για τ΄ ούλτς μερών
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ο Θεός για όλους φέρνει την ημέρα – ξημερώνει. Ενδεικτικό για την ελπίδα που πρέπει νάχει πάντα ο άνθρωπος -
Ο Θεός δίει το τέρτ΄, δίει και το τέρμαν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ο Θεός δίνει την αρρώστεια, δίνει και την δύναμη – αντοχή -
Ο Θεός είχεν απ'εμάς χαπάρ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ο Θεός μας λυπήθηκε και μας προφύλαξε ή προλάβαμε το κακό -
Ο Θεός εποίκεν τον άνθρωπον κ' εκλώστεν εφογώθεν ατόν!
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ο Θεός έκανε τον άνθρωπο κ' έπειτα γύρισε και τον εφοβήθηκε! Λέγεται με θαυμασμό για κάθε νέα ανέλπιστη εφεύρεση κι ανακάλυψη της επιστήμη. Ανάλογο με το Πολλάτα δεινά και ουδέν του ανθρώπου δεινότερον -
Ο Θεός κατά και το βουνόν θήκ το χόν'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ο Θεός αναλόγως το βουνό ρίχνει το χιόνι. Ο Θεός αναλόγως την καρδία του καθενός του δίνει. Επίσης χρησιμοποιείται και αρνητικά, π.χ. Όταν μια τσαπατσούλα γυναίκα μένει άτεκνη, λένε την παροιμία και προσθέτουν: Να έδινεν ... -
Ο Θεός πα σείτα εν Θεός τον κόσμον σα εξ ημέρας έχτισεν άτον
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Κι ο Θεός που είναι Θεός τον κόσμο σε έξη μέρες τον έχτισε. Λέγεται σε ανυπόμονους που βιάζονται για να τελειώσει η δουλειά τους, με εύθυμη κάποτε διάθεση -
Ο Θεός σκάλας χτίζ', άλλα ανηβαίν' νε και άλλ' κατηβαίν' νε
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ο Θεός χτίζει σκάλες, άλλοι ανεβαίνουν κι' άλλοι κατεβαίνουν. Για τις διαδοχικές φάσεις που αλλάζει η οικονομική και κοινωνική κατάσταση των ανθρώπων -
Ο κακόν ο γειτονάς εφτάει τον άλλον με το χατζάτ
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ο κακός ο γείτονας κάνει τον άλλο με νοικοκύρη, δηλαδή μη δίνοντας τίποτε το δανεικό και μη κάνοντας καμμιά ευκολία, αναγκάζει τον άλλον να προμηθευτεί τμηματικά όλα που χρειάζονται για το σπίτι του -
Ο καλόν ο άνθρωπον καλόν ημέραν 'κ' ελέπ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ο καλός ο άνθρωπος καλή μέρα δε βλέπει -
Ο καλόν ο γειτονάς ας σ' είναν αδελφόν καλλίων εν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ο καλός γείτονας από κακό αδελφό καλύτερος είναι -
Ο κόσμον εχαλάγσυντουν κ' η γραία εξεροχτενίγουντουν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Ο κόσμος χαλούσε κ' η γριά ξεροχτενιζόταν -
Ο κύριμ' κλαίει τον γάϊδαρον κ' η μάννα μ' το σεμέρ'ν ατ'
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Για κείνους που δίνουν σημασία στις λεπτομέρειες και δεν βλέπουν την ουσία -
Ο λύκον έρθεν σα πρόγατα, ναϊλοι π' έχ' το μαναχόν
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Λέγεται σε περίπτωση επιδημίας που προσβάλλει μονάκριβα παιδιά -
Ο Μάρτ' ς μαραίν' τα μάραντα κι' Απρίλτς τα μανουσάκια, ο Χορτοθέρτς χορτάρα κι' Αύγουστον παλληκάρα
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939) -
Ο Μάρτ' ς όνταν μαρτεύκεται καλοκαιριάν μυρίζει κι' όνταν παραχολάσκεταιτόν Κούντουρον δαβαίνει
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939) -
Ο Μάρτ' ς φερ' τα χελιδόνα Κελαϊδούν και λυίν τα χόνα
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939) -
Ο πάρδον πα τα κάκκαλα- τ' ερέχκεται
Άκογλους, Ξενοφών Κ. (1939)Κι' ο γάτος τ' αρχίδια του παινεύει η του αρέσουν.- Λέγεται ειρωνικά για κείνους που ναρκισσεύονται και εκθειάζουν κάθε τι που ανήκει στον εαυτό τους- κάθε τι δικό τους.