Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α."
-
Μά ειτε στο σακκί μά ειτε στο σακκούλι
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920) -
Μου κόπηκαν τα ήπατα
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920) -
Μπλάζω=συναντώ κατα τύχην''Τον έμπλαξαν απόξω''=είναι μπλατισμένος=λαβωμένος απο ξωτικά.Εις την φράσιν ταύτην πρόκειται περί γνωστής κακής συναντήσεως μετά δαιμονίου. Μπλατισμένος=λαβωμένος (πληγωμένος απο αερικού). Το αυτό λέγεται εις την Αιτωλίαν μπλουτισμένος και ντεσμένος.
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920) -
Μωρέ άσπρου δουλεία να μην κάνη το κοιλιόρεμα
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920)Άσπρου πράμα δεν έγινε φέτο. Εις το ενού λεφτού δουλειά δε σου κάνει, έχομεν την μετάφρασιν μετά τον εξαφανισμόν του τουκ. Άσπρου -
Μωρέ τούτος είν' ίδιος με τα κόρνα του
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920)Ερμηνεία: Ο διάβολος αλλά και ύβρεις μετά εισφερομένη μετά τινος αστειότητος -
Μωρέ φτούνος είν' ο Λυκοφαωμένος στητός
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920)Σημείωση: Ο διάβολος αλλά και ύβρις η εκφερομένη μετά τινός αστειότητος -
Μωρέ φτούνος είν' ο Λυκοφαωμένος χτιστός
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920)Σημείωση: Ο διάβολος αλλά και ύβρις η εκφερομένη μετά τινός αστειότητος -
Ντεσμένος=ο λαβωμένος απο ξωτικά
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920) -
Ο γάτος έμου γαμεί, έμου σκούζει
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920) -
Ο ήλιος έκανε μουστάκια
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920)Ερμηνεία: Εικονικόν αντί του ο ήλιος ψήλωσε -
Ο Θεός ποντίζει κι η γριά ξερονυχτενίζει
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920) -
Ο ξένος αναπεύει μα δε σε θεραπεύει
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α. (1920)