Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Βλαστός, Παύλος Γ."
-
Άκαιρος πρόξενος εις εαυτόν αφορά
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893)Αναλόγως τη των παλαιών. Ζηνόδοτ. Και Διογέν. -
Άν μαγαρίσω, να ΄ν λαρδί, κι αν κλέψω να ν΄ λογάρι, κι αν πάρω και γυναίκα μου να νε παπαδοπούλα
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893)Εν. λεξιολ. Σελ. 162 . μαγαρίζω, μαγαρίσω (και κατ΄ αναγραμμ. Γαμαρίζω ) Μεταβ. Και αμετάβ. - κόπρω μιαίνω, όζω -
Άντρα μου, ή εσύ ν' αποθάνης, ή εγώ να χηρέψω
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Άντρας 'σαν είν' από σειρά και να 'ν' και παλληκάρι, ούλο το βιό σου ξόδιαζε φίλο να τον κάνης
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893)Σειριά = γενιά -
Άσχημέ μου, πιάσ' να φάμε, κι ώμορφέ μου ίντα θα φάμε;
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893)Εν λεξιολ. σελ. 154, Ίντα και ήντα = ίνα τι, τι, ότι, ποιός; -
Αγιά δευτέρα, βουήθά μου, Τρίτη μου και Τετράδι, και Πέφτη μου και Παρασκή, δουλιά να μή δέ κάμω
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Αδόδια ανάρηα, 'λίγα φεγγάρια
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Αν δεν εμοιάζανε δεν συμπεθεριάζανε
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Αν φταίω 'γω να καη η ρόκα μου, κι' αν φταίη άντρας μου, να καή το κεφάλι του
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Ανύπαντρος προξενητής, για λόγου του γυρεύει
Βλαστός, Παύλος Γ. (1896)Ανάλογος τη των παλιαών : “Άκαιρος πρόξενος εις εαυτόν αφορά”. Ζηνόδοτ. Και Διογέν. -
Απ' αστραπή, φωτιά, σεισμό, πανώκλα, πείνα, χιόνι, κι από καμπουρη και σπανό, ο Θιός να σε γλυτώνει
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Απάντρευτος προξενητής, για λόγου του παραμιλεί
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Απάντρευτος σαν παντρευτή δεν πρέπει να χορεύγη μόνο σακκί ς' τον ώμο του κριθάρι να γυρεύγη
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Από γενειά να ν' ο γαμπρός, και να 'ναι φημισμένος
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Αρηά δόντια, ολιγόχρονος
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Ας έχουν μοίρα τα προυκιά κι' ας είν' και κορκιδενια
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893)Εν λεξιλ.: Κορκίδα (η) = τα αποκαθαρίσματα του λινού (λιναρίου), ή τα εξ ερίων εκκαθαρίδια -
Βλέπε με Θε' μ' από σπαό, και μαλλιαρή γυναίκα
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893)Εν λεξιλ. σελ. 163: Μαλλιαρή γυνή = η έχουσα οιονεί γένειον και μύστακα όπερ θεωρείται εν Κρήτη ως κακόν σημείον -
Βουηθά τσ' η νύχτα κ' η αυγή, τση ξένης και τση μοναχής
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Γειτώνισσα, άντρας μου 'πήγε ς' τον μύλο, να παντρευτώ, γή να τον καρτερώ
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893)