Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Βλαστός, Παύλος Γ."
-
Υπαντεύθη ν' ανασάνη, κ' εύρηκε μαλλιά να ξάνη
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Υπαντρειά, σπίτι κι' αμπέλι, με βια δεν γίνουνται, κοπέλλι
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Χωστά, χωστά τον έκαμεν ο Μιχελής το γάμο γιατ' ήτο ψωμιά μικρά και το χωριό μεγάλο
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893)Εν λεξιλ., σελ. 181, χωστά = κρυφά, λαθραία, εν λεξιλ., σελ. 165, Μιχελής = κύριο όνομα ο Μιχάλης -
Ώμορφέ μου και καλέ μου, δος μου τίποτα να φάγω
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Ώμορφον είναι τώμορφο πέντε φοραίς και δέκα, μ΄ απ΄ όλα ΄να ωμορφήτερον η γνωσιτκή γυναίκα
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893) -
Ώστε να στολισθή η νύφη, εβγήκανε τα μάτια του γαμπρού
Βλαστός, Παύλος Γ. (1893)