Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 7901-7920 από 142579
Παράδοσις περί Χριστού
Νια βολά με τη βάρκα πέρασε ένας όπου είχε σκοπό να καταστρέψη ένα χωριό. Ο Χριστός έρριξε και έπνιξε τη βάρκα. Μαζί μ’ αυτήν επνίγηκαν και άλλοι. Ερώτησαν το Χριστό γιατί το έκαμεν αυτό. Ο Χριστός είπε σε έναν: - Βάλε νια χούφτα μέλισσες στον κόρφο σου. Τις έβαλε. Μία τον τσίμπησε. Βάνει το χέρι του και τις σκότωνε όλες. – Βλέπεις, λέει, μία σε έφαγε, αλλά τις σκότωσες όλες. Έτσι συμφέρει μαζί με...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1926
)
Γητειές
Γητειά του μητρόπονου. Αγαθός ο νοικοκύρης, πονηρά νοικοκυρά λαγόν εμαγέρευε φάκον εκατέβαζε. Δυο εληές στο σκουτέλι και φελί ψωμί στο χέρι, Κλήματα η στρωματιά του πέτρα το προσκέφαλό του Φώγ’ ατέρα, φύγ’ αστέρα από τη δούλη του Θεού κι ο Χριστός σε ποδιώχνει με τη δεξά του χέρα. Στώμεν καλώς στώμεν μετά φόβου Θεού. Σημείωσις. Εκείνος που γητεύει πρέπει να κρατή μαυρομάνικο μαχαίρι ή τρικότυλο καλάμι....
Αναγνωστάκης, Νικ. Α.
(
1932
)
Η λέπρα του Χριστού
Ο Χριστός είχενε μια φορά λέπρα κ’ επήγενε σ’ ένα σπίτι και τον εδέχτησανε αλλά τον ελυπήθησαν και του λένε: τι αρρώστεια είν’ αυτή που την έχεις: δεν έχει γιατρικό να γιατρευτής: Έχει, λέει, αλλά είναι πολύ βαρύ, είναι πολύ σοβαρό. Πέρ μας το, κ’ εμείς θα το ‘βρωμενε. Άμα, μάςε πήρ, λέει, θα το κάμωμενε. Αυτό είναι, να ‘χη ένα αdρόϋνο και να ‘χουν ένα παιδί ν’ ανάψουν το φούρνο και να το ρίξουνε...
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Ο Χριστός και ο τσομπάν'ς
Όταν γεννηθ’κε ο Χριστός στ’ μαγιαδούρα, είχε πέσ’ χιόν’ και τρεμόνταν. Πήγε λοιπόν ο Ιωσήφ σε κατ’ τσομπάνηδες πιο κει να θερμαστεί κ’ είχαν σ’ ένα σπίτ’ δυο σκυλιά για φύλαξ’. Αλλά ούτε γαύλιζαν τα σκυλιά, ούτε δαγκώναν, παρά έσκυψαν μόλ’ς μπήκε. Πάει, που λες, στ’ φωτιά και με τα χέρια τ’ τνε πήρε, για να πάει να ζεστάν’ το Χριστό και δεν καιγόνταν. Ο τσομπάν’ς ξύπνησε λέει, «Ποιος είναι; Τι;»....
Φλωράκης, Αλέκος Ε.
(
1971
)
Τον καιρό που βγήκε ο Χριστός επήγε σ’ ένα σπίτι κ’ ήταν το παιδί άρρωστο κ’ εζητιάνεψε. Τον εδεχτήκανε. Η γυναίκα ήτανε στενοχωρημένη γιατί κείνη την ώρα είχε άρρωστο το παιδί. Δεν άκουε τον άντρα της που της έλεγε να δώση στο γέρο να φάη. Τελευταία με την κακιά είπε να του δώση τις ελίτσες να φάη και τον έβαλε και στα κλήματα να κοιμηθή. Κ’ έβαλε και μια πέτρα μαξιλάρι. Ύστερα λέει ο άντρας στη...
Βήχος, Κωνσταντίνος
(
1960
)
Άγιος Αθανάσιος
Ο Άγιος Αθανάσιος παρουσιάστηκε σε πολλούς όταν ήρθαν οι Γερμανοί. Έχει εδώ εκκλησία και θεραπεύονταν πολλοί. Παρουσιάστηκε μπροστά σε κρεββάτι μου το 1962. Ήταν με στολή μπλέ και άσπρους σταυρούς. Το καλιμαύκι μπλέ και το πετραχείλι μπλέ με άσπρους σταυρούς. Και μου είπε να κατατάσω τα έργα μου. Το έκαμα την άλλη μέρα. Μέσα στην εκκλησία του όταν πάμε την νύχτα τον ακούμε. Ήταν άρρωστος και κοιμόταν...
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1975
)
Ο Χριστός και ο Τεμπέλης
Ο Χριστός εκεί που έκανε περιοδεία, επέρασε από ένα μέρος και βρήκε ένα τεμπέλη. Λέει του: «Παιδάκι μου σήκω να να μου δείξης ποιος δρόμος πάει για την τάδε πολιτεία». Λέει το παιδί: «Δεν μπορώ να σηκωθώ, φύγε από κοντά μου.» Από την τεμπελιά του «εσήκωσε το πόδι του και του έδειξε το δρόμο». Οι μαθηταί του εθύμωσαν και είπαν στο Χριστό να τον καταραστή. Λέει ο Χριστός «Δεν έχετε δίκαιο, γιατί κι...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Τημ πίτταν τζαι τηρ ρέναν
Λέγεται επί των πεισμόνως απαιτητικών. Κάποια κακή γρηά ηγόρασε πίτταν και ρέναν να φάγη με την κόρην της. Όταν ήλθε ο Ι. Χριστός, ως πτωχός, ζητών ελεημοσύνην, η κόρη φιλόπτωχος του έδωσεν την πίτταν και την ρέναν, ηρνείτο δε να ομολογήση τι απέγιναν οσάκις ηρωτάτο. Κάποτε μετά τον θάνατον της μητρός της η κόρη ήλθε μετά του συζύγου της εις τον κήπον τους και εκάθησαν κάτω από ανθισμένες αμυγδαλιές,...
Κυριαζής, Νίκος Γ.
(
1940
)
Τη Μεγάλη Πέμπτη
Γυρίζουν τα παιδιά με τα καλάθια, μαζεύουν αυγά για το Πάσχα και τραγουδάν λυπητερά το εξής τραγούδι. Σήμερα μαύρος ουρανός, σήμερα μαύρη μέρα κ.τ.λ. Ο Παππάς δε δέχεται ποτέ προσφορά από γύφτους (σιδηρουργούς), επειδή έφτιασαν τα περόνια για τη σταύρωσι του Χριστού και έδωσαν κι οδηγίες πώς να τα καρφώσουν καλύτερα. Από τότε οι γύφτοι είναι καταραμένοι.
Τσιτσάς, Σεραφείμ
(
1938
)
Υπάρχει η αντίληψη ότι τα πρόβατα είναι ευλογημένα, ενώ τα κατσίκια καταραμένα, γιατί φανέρωσαν το Χριστό στους Εβραίους. «Τα πρόβατα τα ‘χ ευλογήσ’ ο Χριστός γι’ αυτό είναι πάντοτε μ’ έν’ αρνάκ’ στ’ν εικόνα. Στα κατσίκια όμως ήδωσε κάταρα. Έχουν το σχέδιο τ’ πειρασμού. Και στ’ δευτέρα παρουσία τα ‘ρίφια τ’ αφήν’ απόξω, ενώ παίρν’ τα πρόβατα». [σχέδιο= μορφή]
Φλωράκης, Αλέκος Ε.
(
1971
)
Ήταν ένας εδώ στο χωριό μας κι είχε μια καλύβα κι εζούσε μακριά, έξω στα πράματα. Τότες λοιπόν απού γύρ’ζε στη γης ο Χριστός, περνούσε από τα διάφορα σπίτια, πλούσια και φτωχά, πέρασε κι απ’ αυτουνού την καλύβα. Τους έπιασε, λέει, όπως γύριζε με τας μαθητάς και μια νεροποντή απ’ δεν είχανε και που αλλού να πάνε. Πήγε μπροστά ο Χριστός και τ’ χτύπησε την πόρτα. – Άνοιξε, ευλογημένε μ’, να μας φιλοξενήσης....
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1959
)
Η ζγουραφιά του Χριστού
Σαν εμ’ηνυσεν ο Άγαρος στο Χριστό να πάη στον τόπο ντου και δεν επήγε, ήπεψε δυό τρεις ζγουράφους να κάμουνε τη ζγουραφιά ντου, να του την πάνε. Πάνε οι ζγουράφοι κι αρχίζουνε να ζγουραφίζουνε. Να τόνε ξανάξουνε να τώσε φανή κόκκινος, να τόνι ζγουραφίσουνε. Να γυρίσουνε να τόνε ξαναδούνε να τώσε φανή κίτρινος. Κάθα φορά απού ΄θελα να γυρίσουνε να τόνε δούνε τως εφαίνουντονέ να αλλιώτικος και δεν εμπορούσανε...
Λιουδάκη, Μαρία
(
1938
)
Γιατί ο Βάτος ριζών' παντού
Απ’ τα μούρα τ΄ βάτ’ έγιν΄η πρώτη λειτουργία, το νάμα. Γι’ αυτό του ‘π ο Χριστός: «Όπου ακ’μπά η μύτη σ’ να ριζών’ς».
Φλωράκης, Αλέκος Ε.
(
1971
)
Τον αφέντη το Χριστό που τον κυνηγάγανε τον έκρυψε η λυγιά, το γέννημα, τα πρόβατα και η λεϊμονιά. Αφού περάσανε και δεν τον βρήκανε, που τον έκρυψε η λυγιά, είπε ο αφέντης ο Χριστός: - Να ευωδιάζης κι όποιος περνάη να κόβη από το κλωνάρι του. Επέρασε κι από το γέννημα και κυμάτιζε το γέννημα και τον έκρυψε και μόλις εφύγανε οι Εβραίοι, του λέει ο αφέντης ο Χριστός. – Νάναι ευλογημένο και μήτε λύπη...
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1938
)
Μια φορά ο Χριστός ήκανε περιοδεία με τσι μαθητές κ’ επορπάτειενε. Επήεν κ ηύρηκεν ένα νέο κ’ εκοίτουdαν’ από κάτω σε μια ελιά. Του ζητήσανε να τώνε δώση νερό κ’ εκείνος των ήδεξενε με το ποδάρι dου το πηγάδι. Γιέ το, λέει, και πααίνετε να πιήτε. Υστερνά εφύγανε κ’ επεράσαν gαπόσο δρόμο και βρίσκουνε μια gοπέλλα στη στράτα κ’ ήβγανενε νερό σ’ ένα πηγάδι και τσ’ εγυρέψανε νερό. Με όλη την ευχαρίστησι...
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Ιστορίες εκ της παραδόσεως
Όταν σταυρώθηκε ο Χριστός του βάλανε πέντε καρφιά. Τότε πέρασε κοντά στο Σταυρό Του ένας τζιομπάνος, είδε τον Χριστό και «πόνεσε πολύ η ψυχή του». Με τρόπο έρριξε «την κλίτσα του και τράβηξε ένα καρφί εκείνο που βρισκότανε στην κοιλιά του. Τράβηξε και ένα από τα πόδια του. Ο Χριστός ευχαριστήθηκε πολύ και τον ευλόγησε.
Γεωργούλας, Σωκράτης Δ.
(
1966
)
Παράδοσις για τα πρόβατα
Ο Θεός επήγε σ’ ένα αγελαδάρη. Επήγε σαν γέρος. Τ’ αγελάδια βοσκούσαν ήμερα σαν τ’ αρνάκια. Του γυρεύει νερό του αγελαδάρη. Ο αγελαδάρης από την πολλήν του τεμπελιά έδειξε με το πόδι του στο γέρο που είναι η βρύσι. Ο γέρος εθύμωσε και του καταράστηκε να βασανίζεται ο αγελαδάρης. Το μετάνοιωσε ο αγελαδάρης, αλλά ο γέρος έφυγε κ’ η κατάρα έμεινε. Πάει πιο κάτω σ’ ένα που βοσκε τα αρνάκια, του γυρεύει...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Χρ’στάγκαθο, το= Είδος ακάνθης, δι ης λέγεται ότι επλέχθη ο ακάνθινος στέφανος του Χριστού.
Κακριδής, Ιωάννης Θ.
Ο Καϊάφας εν Κρήτη
Η εν Κρήτη τοποθεσία Καϊάφα, κείμενη εις μικράν απόστασιν εκτός της πόλεως Ηρακλείου, πλησίον των ερειπίων της αρχαίας Κνωσσού μνημονεύεται εν φ. 303β του υπ. αρ. 10 κώδικος της Πανεπιστημιακής βιβλιοθήκης της εν Σουηδία Ουψάλας. Εγράφη το παρόν ψαλτήριον δια συνδρομής και εξόδου του θεοσεβεστάτου ιερέως κυρού Νικολάου του Κρητικού, εν τω χωρίω τω επικεκλημένω ο Καϊάφας εν μηνί Ιουνίω κς τω ςωοζ’...
Άγνωστος συλλογέας
(
1914
)
Παράδοση σχετική με τη σταύρωση
Όση λύπη και νάχη ο άντρωπος, θάρθη στιμή που θα γελάση, γιατί και της Παναΐτσας τ’ αχείλι εγέλασε και ακρουμάσου να ιδής: όταν σταυρώσανε το Χριστό, σούμενα πετούμενα επήγανε ναν τη παρηγορήσουνε την Παναΐτσα πήγε κ η χελώνα με το παιδί της ντούκου ντούκου ναν την παρηγορήση. Τη νια μεριά όμως την κλώτσαγε ο ένας, την άλλη ο άλλος και δεν μπόρηγε να κοντοζυγώση την Παναΐτσα «Ήλιε μου και ζαφειράκι...
Τσάκωνα, Μαγδαληνή Κ.
(
1944
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση