Παράδοσις για τα πρόβατα
Ο Θεός επήγε σ’ ένα αγελαδάρη. Επήγε σαν γέρος. Τ’ αγελάδια βοσκούσαν ήμερα σαν τ’ αρνάκια. Του γυρεύει νερό του αγελαδάρη. Ο αγελαδάρης από την πολλήν του τεμπελιά έδειξε με το πόδι του στο γέρο που είναι η βρύσι. Ο γέρος εθύμωσε και του καταράστηκε να βασανίζεται ο αγελαδάρης. Το μετάνοιωσε ο αγελαδάρης, αλλά ο γέρος έφυγε κ’ η κατάρα έμεινε. Πάει πιο κάτω σ’ ένα που βοσκε τα αρνάκια, του γυρεύει νερό. Ο τσοπάνος του λέει. Πώς να πάω, τ’ αρνάκια φεύγουν, είχαν μυίγα. Ο Θεός του είπε «Πήγαινε κ’ εγώ θα τα προσέχω. Ο γέρος βγάζει το καπέλλο του το βάζει στη βέργα του και συγκεντρώνονται όλα τα αρνιά κάτω στη σκιά. Από τότε η μυίγα έφυγε από τα αρνιά κ’ επήγε στ’ αγελάδια και τα αρνιά είναι ήμερα.
Τόπος Καταγραφής
Πέλλα, ΜαργαρίταΧρόνος καταγραφής
1961Πηγή
Λ. Α. αρ. 2394, σελ. 458, Γεωργ.Κ. Σπυριδάκη, Μαργαρίτα (πρώην Πόκεπ) Πέλλης, 1961Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
2394, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT