Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 4301-4320 από 142579
Οι Στρίγλες
Είναι γυναίκες δαιμονισμένες, γυρίζουν τοις νύχτες και έχουν υπερφυσικές ιδιότητες. Η εποχή που πλεονάζουν είναι το Σαραντάμερο. Η φαντασία του λαού τοις περιγράφει με σηκωμένα τα μαλλιά της κεφαλής τους να τριγυρνούν και να ουρλιάζουν κατά τρόπον τρομακτικόν. Απ’ αυτό και αι εκφράσεις «στρίγλικη φωνή», «φωνάζει σα στρίγλα», κ.λ.π., υπάρχουν δε και άντρες στρίγληες.
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.
;
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ.
(
1935
)
Ανεράϊδα πληθ. Ανεραΐδες = αλλαχού νεράϊδα.
Κοκκολάτος, Κλεόβουλος, Χρ.
(
1894
)
Η Στριγγλιάρου της Χουτιάνας
Ανάμεσα από τα βλάχικα κονάκια και το μεγάλο αρκουδοπούρναρο, καμμιά πεντακοσαριά μέτρα πάνου κατά τον Κόζιακα υψώνονται μια γιγάντια καρυδιά. Η παράδοση αναφέρει πως κάτω απ’ την καρυδιά, ανοιγόνταν μια κουφάλα, μες την οποία ζούσε μια άσχημη μονόμματη γριά που οι κάτοικοι καλούσαν «Στριγγλιάρου». Τις νύχτες η Στριγγλιάρου, έβγαινε απ’ την κουφάλα και καβαλλώντας ένα μακρυκάρυνο κλωνάρι με φύλλινη...
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Η Στρίγκλαις
Η Στρίγκλαις ήσανε τρεις γερόντισες, η οπαίαις ποτέ δεν επεθαίνανε και είχανε ένα δόντι, εν’ αυτί, κ’ ένα μάτι, και τα πέρνανε με τη σειρά η κάθε μία. Άλλα είχανε όλο φιλονεικίαις και γκρύνιαις, γιατί κάθε μία ήθελε να έχη το μάτι δια να γλέπη ή τουλάχιστον τ’ αυτί για ν’ ακούη, το δόντι το ήθελαν σπανίως να τρώνε. Τούτου ένεκα πολλαίς βολαίς επειδή δεν εμονοιάζανε τα κρύβανε και αν κανένας τότε κατώρθωνε...
Λάσκαρης, Νικόλαος
Γλλού= Λάμια τις η μορμολύκειον ή φάντασμα όπερ επιφαινόμενον επιφέρει πρόωρον θάνατον εις τ’ αβάπτιστα βρέφη. Οι αρχ. είχον την Γελλώ Λεσβίαν παρθένου θανούσαν κατά τον τοκετόν. Όθεν κ η παροιμία «Γελλούς παιδοφιλωτέρα» επί την αώρις τελευτησάντων ήτοι επί των φιλοτέκνων μεν τροφή δε διαφθειρουσών αυτά. (Ζηνοβ. 3.3.)
Οικονομίδης, Απόστολος Β.
17 Ιαν. Αγ. Αντωνίου
Από του Αγίου Αντωνίου αρχίζει και σάζουν οι μέρες, καλοκαιρεύει και λέμε: Από τ’ Άγιο Αντωνιού κ’ εκεί χορεύγετε καλοί κακοί κι ώστε να βγη το φεγγάρι κι όταν έβγη το φεγγάρι κάτω στο γιαλό κουβάρι». Αυτό το λέγανε οι στρίγκλες την Αποκριά. Αυτές επηγαίνανε την αποκριά στις διασκεδάσεις και την αυγή πλιά ετραγουδούσαν το τραγουδάκι. «Χορεύγετε καλοί κακοί ώστε να βγη το φεγγάρι κι όταν έβγη το φεγγάρι...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1958
)
Το μεσημέρι δεν κάνει να κολυμπάη κανείς μονάχος του στο γιαλό, μάλιστα να είναι μέρος έρημο, γιατί βγαίνει η Λάμια του γιαλού και πινίγει τους ανθρώπους. Η Λάμια του γιαλού είναι μια ωραία γυναίκα, μισή άνθρωπος και μισή ψάρι. Έχει τις ώρες της που βγαίνει. Της Αγιά Σωτήρος βγαίνη ούλη μέρα γι’ αυτό δεν κάνει να κολυμπήση κανείς την ημέρα εκείνη. Μια φορά είχε πάει ένα Ραλλάκι να κολυμπήση στη Λουμπίτσα...
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1938
)
Γιαλλούδα (η)= προσωνυμία εις τα υπό γυναικείαν μορφήν φαντάσματα. Ανεράδα= Νεράϊδα το αυτό προς το Γιαλλούδα (ιδ. Αν.)
Αντωνιάδης, Γεώργιος
(
1893
)
Λάμια (η πολύ όμορφη γυναίκα)
Μούντανος, Ιωάννης Ν.
(
1915
)
Η λάμνια
Η λάμνια είνι ένα ζλάπ σαν άνθρουπους κ έχ κιφάλ πουλύ τρανό κι κάτ μάτια ίσα μι πιάτα, πουδάρτα σαν πάτιρα, στόματα πουλλά σι όλου του κουρμί, κι τα κόκκαλα απ τς αθρώπς, που τρώει τα μαζών σι νια γούρνα κι του αίμα σι νια άλλ.
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1918
)
Λάμνια= Ούτω καλούσι το ζώον ο εζωγραφημένον εν τη εικόνι του αγίου Γεωργίου θεωρείται ως λίαν αδηφάγον και επιβλαβές. Μετφ. Πάντα λαίμαργον και πολυφάγον.»
Κουρτίδης, Κωνσταντίνος Γ.
;
Κωνσταντινίδης, Γ.
(
1891
)
Λάμνια= Ούτω καλούσι το ζώον, όπερ είναι εζωγραφημένον εν τη εικόνι του μεγαλομάρτυρος Γεωργίου. Θεωρείται ως λίαν αδηφάγον ή επιβλαβές. Μεταφορικές ονομάζεται πας λαίμαργος και πολυφάγος.
Κουρτίδης, Κωνσταντίνος Γ.
(
1889
)
Αγρίμ= τέρας ανθρωποφάγον.
Κωνσταντινίδης, Γ.
(
1891
)
Λάμια (η)= στρίγγλα, κατατρώγουσα παν ό,τι εύρη, μτφρ. ακόρεστος γυνή.
Δένδιας, Μιχαήλ, Α.
(
1917
)
Η Καρυά
Εις πολλούς επικρατεί η πρόληψις ότι ο φυτεύσας καρυάς μέλλει ν’ αποθάνη όταν ο κορμός αυτής αποκτήση πάχος ίσον με το του τραχήλου του. Η πρόληψις αυτή είναι συνδεδεμένη μετά τινος άλλης καθ’ ην τα δένδρα και ιδίως τα παλαιά περιφρουρεί και φυλάττει ως ιερά θεότης της (στοιχειό) εν αυτής έχουσα την κατοικίαν της. Εν Γραμματικώ, χωρίω του δήμου Μαραθώνος εν Αττικήν, υπήρχε καρυά τη παλαιά και εις...
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
(
1890
)
Λάμια λέγεται επί γυναικών απλήστων εν φαγητοίς ή ηδοναίς.
Δένδιας, Μιχαήλ
(
1915
)
Στ’ Ζάβαλ’ τη βρύση (εντός της Αρτοτίνης) έβγινι μια Λάμια. Αυτή είνι σα γ’ναίκα θιριακουμένη. Άμα την ιδής κι κρίν’ς, σι ξηραίνει.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1928
)
Λάμια= φάσμα γυναικόμορφον, μυθολογικόν τέρας πολλά και τεράστια επιτελούν. (Επίσης Λάμια καλείται ποτάμιος ή θαλάσσιος ιχθύς αδηφάγος, ο καρχαρίας) Μτφ. Πάς λαίμαργος και αδηφάγος.
Άγνωστος συλλογέας
(
1908
)
Στο πηγάδι, του Παλιοχωριού, εκεί ήτονε μια λυγιά, μεγάλη, δέντρο. Εκεί έβγαινε μια γυναίκα Λάμνια κι έγνεθε. Την είχε ιδωμένη μια θεία μου.
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1939
)
Στην Κυνουρία υπάρχει η παράδοσις ότι την ώρα του μεσονυχτιού η βρύσες παύουν να τρέχουν και μέσ’ απ’ αυτές βγαίνει μια Λάμια. Η Λάμια, αφού απομακρυνθή αρκετά, βγάζει ένα χρυσό χτένι και χτενίζει τα μακρυά ξανθά μαλλιά της. Και μόνον όταν η Λάμια γυρίση πίσω, η βρύση ξαναρχίζει να τρέχη. Σύμφωνα με μια άλλη παράδοσι, το νερό κοιμάται όταν βρίσκεται μέσα σ’ αυτό η Νεράϊδα. Για να ξυπνήση δε πρέπει...
Άγνωστος συλλογέας
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση