Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 3541-3560 από 142579
Εφιάλτης
Δεν τον παραδέχονται.
Μπακάλης, Ιωάννης
(
1937
)
Βραχνάς= πνιγάμων, εφιάλτης. Τούτον πιστεύει ο λαός εις θείαν τινά προσωπικότητα, επιπίστουσαν επί του ανθρώπου όταν κοιμάται, όθεν υπάρχει και η πρόληψις ότι όστις δυνηθή να συλλάβη και αφαιρέση το κάλυμμα της κεφαλής αυτού θα λάβη αμοιβήν τόσα χρυσά νομίσματα όσα τούτο ήθελε χωρίσει, άτινα ο Πηγάμων ήθελε τω δόσει δια να λάβη το κάλυμμά του. Το φάσμα τούτο της φαντασίας προέρχεται φυσικώς εκ της...
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
(
1888
)
Η Μόρα
Μόρα λένε στην Αιτωλία τον εφιάλτη, εκείνο που αλλού λένε “Βραχνά”. Έ λοιπόν, άμα κανέναν τον “πλακώνει η Μόρα”, για να απαλλαχτή, πρέπει να διαβάση τετραβάγγελο. Είναι πολύ επικίντυνη η Μόρα. Άμα πλακώση τον άνθρωπο, μπορεί να σκάση, αν δε καταλάβη άλλος, που κοιμάται κοντά του, να τον γκουντήση, για να ξυπνήση. [Μόρα= Υποτίθεται πως είναι κάποιο πρόσωπο η Μόρα].
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1948
)
Η μόρα μια άσκιμη γυναίκα που σε τη νύχτα. Αν τηνε κινήσης και τρέξη στη βαρέλα με το νερό θα βρης χρυσά παπούτσια!
Ιωαννίδου, Μ.
(
1938
)
Βραχνάς= ή σκαρουλίτης= ο εφιάλτης
Ξανθουδίδης, Στέφανος Α.
Ίσκιος, καλός ή κακός του σπιτιού ο κακός μάλιστα λέγουσι πατεί τον άνθρωπον κοιμώμενον και αφήνει μελανά σημεία εις τας κνήμας.
Σαμίδης
(
1912
)
Η μώρα
Η μώρα πλακώνει τον άνθρωπο. Να σταματούν τα αίματα του και έρχεται στο αμή να πεθάνη και βογγάει. Όποιος τον ακούση πρέπει να τον κουνήση να ξυπνήση. Για να μην τους πλακώνει η μώρα, όταν πάνε στο μέρος για νερό τους, πρέπει να κρατούν λίγο ψωμί να τρων. Εγώ το πάθαινα αυτό και άμα πήρα το ψωμί κι έφαγα δεν με ξαναπλάκωσε.
Λιουδάκη, Μαρία
(
1939
)
Είναι πολλοί άνθρωποι που τσι πλακώνει βραχνάς. Για να πάψη να του πλακώνη πρέπει ότινα πάνε να κατουρήσουνε να βαστούν κάτι κι να το τρώνε.
Λιουδάκη, Μαρία
(
1938
)
Βαρυπνάς
Τον Εφιάλτην οι Κύπριοι καλούσι Βαρυπνάν. Πιστεύουσι δ’ ότι καταλαμβάνει τους καθεύδοντας καθήμενος επί του στήθους αυτών, τον φαντάζονται νεανίαν φορούντα σκουφίν. Φρονούσιν, ότι αν ο πιεζόμενος υπό του Εφιάλτου κατορθώση και αρπάση το σκουφίν του, θα έχη εις το σπίτι του μεγάλην ευτυχίαν και θ’ αποκτήση τα πλούτη του Αβραάμ. Ο Βαρυπνάς, άμα του πάρουν το σκουφίν, αρχίζει να παρακαλή τον άρπαγα τούτου...
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.
(
1916
)
Ο Βαρυνυπνάς: ο βραχνάς
Τον φαντάζονται ένα κοντό ανθρωπάκι με κόκκινο φεσάκι, που όποιος μπορέσει και του πάρη το φεσάκι, χαρά στη μοίρα του, θα γίνη πλούσιος. Πάει και κάθεται πάνω στα στήθη τους και τους πιέζει και δεν μπορούνε να ξυπνήσουν. “Ο Βαρυνυπνάς, βρε παιδιά, κοίτουνταν απόψ' απάνω μου και πολέμου να ξυπνήσου και δεν εμπόρου.”
Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή
(
1928
)
Αυτή η μώρα αποφεύγεται από όποιον τον πειράζει δια του εξής τρόπου: Την ώρα που πηγαίνει ο πειραζόμενος από τη μώρα δια σωματικής του ανάγκην, όταν καθήση να έχη μαζί του και να τρώγη ψωμί και τυρί. Τον σιχαίνεται και δεν ξαναπλησιάζει.
Κουρής, Βασίλειος Κ.
(
1955
)
Εφιάλτης
Τα βράδυα σε πολλούς παρουσιάζονται κάτι φαντάσματα με κέρατα μεγάλα και πλακώνουν τον κοιμισμένο που τον ιδρώνουν. Είναι κακοί αυτοί γιατί τυραννούν τον άνθρωπο πολύ. Άμα το ιδή αυτό το βράδυ, το πρωί που θα σηκωθή θα “κατραμώση” την πόρτα, δηλ.με κατράμι θα κάμη σταυρό στην πόρτα για να εμποδίση ο σταυρός το φάντασμα και μην μπη στο σπίτι άλλη βραδυά.
Μπακάλης, Ιωάννης
(
1937
)
Βραχνάς
Ο βραχνάς καθίζει τη νύχτα τα μεσάνυχτα στο στομάχι. Ένας μου αδερφός εκοιμήθηκε μεσημέρι στην εξοχή. Μια στιγμή αιστάνθηκε που δεν μπορούσε να μιλήση. Του είχε καθίσει στο στομάχι. Είδε σαν στ' όνειρο ένα κοντακιανό, με μανιάτικα ρούχα (προς το ανοικτό καφέ χρώμα) σκουφάκι και με γένεια.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1963
)
Βαρυχνάς
Ο Βαρυχνάς είναι ένα ξωταρικό με κόκκινο φέσι στο κεφάλι τσαι πα' τη νύχτα τσαί πιάνει τον άθρωπο αφ' το λαιμό τσαι πολεμά να τον πνίξη. Ο άθρωπος πολεμά να φωνάξη για να τον βοηθήσουν μα δεν μπορεί. Γυρεύγει να κινήση τα χέρια του τίποτε. Όποιος μπορέση τσαι κινηθή τσαι του πάρη το φέσι το κόκκινο γίνεται πλούσιος, γιατί είναι γεμάτο λίρες.
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1962
)
Τ’ (α) απ’ εμάς καλλίων= Κατ’ ευφημισμόν τα δαιμόνια, αι μάγισσα και τα λοιπά τοιαύτα των δεισιδαιμόνων μορμολύκια. Ούτω οι αρχαίοι Ευμενίδας και Σεμνάς θεός εκάλουν τοις Ερινές και Εύξεινον Πόντον τον άξενον και αριστερεράν την λαίαν χώρα. Κρείττονας δ’ εκάλουν τοις τε θεσίς και τση λοιποίς δαίμονας ως παρά Πλουτάρχω απαντού Πελοπ. ΧΧΙ «οι δε τουναντίον απηγόρευσι ως ουδέν των κρειττόνων αρεσκίν...
Βαλαβάνης, Ι.
Βραχνάς
λέγεται “μώρο”. Το “μώρο” πλακώνει τον άνθρωπο όταν κοιμάται ανάσκελα.
Μερεμέτη, Δήμητρα
(
1953
)
Φανταγμαν, το, φάντασμα, χίμαιρα. Φαντασκουμαι= βλέπω φαντάσματα
Βαλαβάνης, Ι.
(
1874
)
Ότιν να κοιμάται κιανείς ζερβά τόνε πλακώνει ο βραχνάς. (Ο βραχνάς είναι σαν τον άθρωπο και φορεί χρισό φεσάκι και χαράς του το που του το πάρη).
Σταυρακάκης, Ιωάννης
(
1909
)
Εάν εν καιρώ ακούσωσι φωνών ιδίως ούριασμα πιστεύεται ότι προέρχεται εκ φαντασμάτων. Εάν απαντήσωσιν ς την φωνήν, αποβάλλουσιν την ομιλίαν των (εν Σύμη) εάν τη εν καιρώ νυκτός κατά τα μεσάνυκτα δεν πρέπει ν’ απαντήση ς την φωνήν κ την πρώτην κ δευτέραν πρόσκλησιν, διότι το στοιχειό του παίρνει τη φωνή του. Εάν θέη τη να προβολήση κατά φαντάσματος, πρέπει να πυροβολήση δια της αριστεράς χειρός. Όπλον...
Νεστορίδης, Κ.
Καταχανάς (ο). Κοινόν. Σκωπτ. Ο απαίσιος εις την εμφάνισιν και μαύρος και σκοτεινός την ψυχήν. Ως επί το πλείστον προσάπτεται εις γέρους και γρηές. “Τι κάμνει, πρε, η μάμ – μη σου, ο καταχανάς”; Απαντά και: “Μαύρος Καταχανάς”.
Καρανικόλας, Σωττήριος Α.
(
1958
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση