Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 3221-3240 από 142579
Στου Κουσταρά: Λημέρι ενός κλέφτη Κουσταρά. Έμεινε πάντα εκεί και κατέβικε τις νύχτες, ξένος. Έκανε λημέρ'. Στα μισά στην Πλαγιά, είχε σκοτωθή ένα παιδί, αντάρτης (όταν φεύγαμε: Κέδρο – Καρδίτσα). Ακούγαμε φωνές το βράδ' και μερικές φορές φαίνεται ένα φως πως πάμι τις λαμπάδις, στο δάσος κι βαδίζ'. Και λέει ότι, όπως έτρεχε κείνος έτσι πάει το φως, η λαμπάδα. Από πάνου ύστερα από το Κοτρώνι, το φως...
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1959
)
Ένας νέος, γαμπρός μου εδώ στο γιοφύρ’ είναι κάτι πέτρινα μαντριά. Εκεί π’ βούσκουνε τα πρόβατα μέσ’ στο Τριφύλλ’ άκουσε βογγητό. Τα πρόβατα πρόγκιξαν. Δεν ήθελε να ξαναπάνε. Μόλις φτάνουνε στην καρυδιά. Τη β! βραδιά, μαζί με τον πατέρα του, άκουσε το βογγητό κι επίστεψε κι ο ίδιος. Λένε πως μπορεί οι αντάρτες να σκότωσαν κανένα και βογγάει το αίμα.
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1959
)
Όταν πεθάνη ο άνθρωπος βγαίνει η ψυχή του
Πολλές φορές η ψυχή γυρίζει μέσα στα σπίτια και γενικώς σ' ούλα τα μέρη που επέρασε ο άνθρωπος όταν ήτο στη ζωή. Εμφανίζεται σαν μια μικρή χρυσοκίτρινη μυίγα και σβουντουρίζει σ' όγοιο μέρος καθίσει, τότε λέγεται ότι ο πεθαμένος κουβεντιάζει, αρχίζει το λακριντί μονάχος του και οι παρευρισκόμενοι σταματούν για λίγο μην τον στενοχωρήσουν.
Νικολόπουλος, Δημήτριος
(
1953
)
Το Σαββάτο τ’ Αγιο Ρουσαλιού κάνουν στάρι και μια μεγάλη λειτουργιά, γιατί κλειούνται οι πεθαμμένοι πάλι μέσα στο σκότος. Μα καλύτερο ακόμα είναι να μεράζη κανείς για την ψυχή των πεθαμμένων του στους φτωχούς. Λένε πως κάποια πλούσια, που αγάπαε πολύ τον άντρα της, έκανε το Σάββατο τ’ Άγιο – Ρουσαλιού μια λειτουργιά μεγάλη, έκανε και μια πλαδένα στάρι και τα έδωκε ούλα της ψυχοπαίδας της να τα πάη...
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1938
)
Όταν σκοτωθή κανένας λέν ότι σ' εκειό το μέρος παρουσιάζεται ήσκιωμα. Ο νεκρός είναι μεταμορφωμένος σε σκ'λί, γάτα, λύκο κ.α.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1961
)
Στ' Ληρού. Έσφαξαν κάτι χωριανούς μας εδώ οι κλέφτες, επειδή τους πρόδωσαν στους Τούρκους. Λένε πως ακούσαν φωνές, επειδή σκούζει το αίμα.
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1959
)
Το Δασκαλειό της Ρήνας και οι Αγαρηνοί Κουρσάροι
Ζαν (σαν) θα μπαίννεις στο λεμάνι του Βαθύ, στη Ρήνα, στην (δ)εξιά μερζιά (μεριά), στημ μέση ενούς γκρεμού, πάνω που τηθ θάλασσα, έσει ένα σπήλιο και λιώντον (τον λένε) Δασκαλειό, κ’ι’ ήτον, λέει, Σκολείο τον παλαιόν γκαιρό. Ίσ’σα κάτω, σε μια θαλασσωμένη πέτρα, είσεν μιαν κρικέλλα, κ’ι’ αντίκρυ πέρα το στενό της θάλασσ’ας μιαν άλλη κι η(δ)ένναν αλυσίες κι ηφράτσσ’σαν το λεμάνι, για να μην περνούν...
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Γραμμένον, το προωρισμένον, πεπρωμένον, διότι νομίζουσιν ότι επί του μετώπου εκάστου γέγραπτα υπό του Θεού ή της Μοίρας η τύχη και του διό και σο κουτσόν (μέτωπον) αυτ' αέτσ έτου γραμμένον. Λέγουσι και γραφτόν “γραμμένον (ή γραφτόν) έτον να επαθαίνα αβού τα κακά”= είμαιρ τ μοι.
Βαλαβάνης, Ι.
Το κλειδί
Οχτώ περίπου εγγλέζικα μίλια στα βόρεια της Λευκωσίας, σκαρφαλωμένο στες πλαγιές του Πενταδακτύλου ευρίσκετο πριν από πολλά χρόνια κάποιο μικρό χωριό. Σ’ αυτό το χωριό κατοικούσε κι ένας γέρος με την γρηά του. Ένα βράδυ έπεσε όπως πάντα στο κρεββάτι του, αλλά το πρωΐ δεν ξανασηκώθηκε. Δεν άφηνε πίσω του κανένα άλλον εκτός από την γρηά του. Και αυτή τον έκλαψε δυο μερόνυχτα. Μερικές γειτόνισσες έμειναν...
Δημητριάδης, Λ.
(
1955
)
Η τύχη
Η τύχη βοηθάει τον άνθρωπο. Παθαίνει ο άνθρωπος ό,τι θέλει η τύχη. Αυτή είναι μια γυναίκα πολύ όμορφη, ντυμένη άσπρα. Ένας άνθρωπος μια φορά φύλαξε κ έπιασε τις τύχες του που πιανόντανε. Αυτού του ανθρώπου γκρεμιζόντανε ολοένα το μουλάρι. Φύλαξε λοιπόν και ακουρμάδηκε τις τύχες τι λέγανε. Η μία έλεε «Δε γκρεμίζω γω το μουλάρι μου για το δικό σου το παλιομούλαρο.» Η άλλη έπιανε το μουλάρι αυτού που...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
Μαντική
Όταν σου έρθη στο σπίτι πεταλούδα έρχεται ψυχή από τον πεθαμένο.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Λεν πως όθε ήτον περασμένος ο άνθρωπος γυρίζει ως τα σαράντα κι έπειτα κατεβαίνει στον Άδη. Κάθε χρόνο με την Ανάστασι ανεβαίνουν πάλι οι ψυχές στον επάνω κόσμο και μένουν ως το Σάββατο του Βουσαλιού κι έπειτα πάλι κατεβαίνουν κάτω. Τότε συναπαντιούνται σαναμεταξύ τους και γνωρίζουνται. Αν ήταν πρωτοστέφανο αντρόγυνο και ήσαν αγαπημένοι, λένε: “Κάπου με είδες, κάπου σε είδα!” Αν είναι διπλοστέφανοι,...
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1939
)
Αδικοσκοτωμένοι
Οταν σκοτώνανε κανένα σ' ένα μέρος ελέγανε οι παλιοί πως στο μέρος που σκοτώθηκε το αίμα εφώναζε, ετσίριζε. Οι άλλοι φοβότανε να περάσουν απ' εκεί τη νύκτα, ο ένας έβλεπε λαγό, σκύλο.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Η μοίρα των προγόνων ημών αι κρατούσα εις χείρας την τύχην των θνητών τιμάται εν Κοζάνη όχι ολιγώτερον της Παναγίας. Όθεν κακόμοιρος καλόμοιρος, η μαύρ η μοίρα μ'. Έτσι μ' έγραψεν η μοίρα μ'.
Ζήκος, Αστέριος
(
1892
)
είδωλο, το= η σκιά νεκρού, ως ήδη παρ' Ομήρω.
Βογιατζίδης, Ι. Κ.
(
1918
)
Στις τρεις ημέρες που θα θάψουνε τον άνθρωπο πάει το φίδι και του βγάνει τα μάτια και τα τρώει. Και σε σιδερένιο κλουβί να τόνε βάνουνε θα πάη να του τα φάη, έτσι είναι απ' το Θεό.
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1939
)
Τριομερούσω. Ερμην “εμπαικτικώς λέγεται η μοίρα κι εκ της πεποιθήσεως ότι τρεις ημέρας, μετά την γέννησιν επισκέπτεται και γράφει την τύχην του παιδός. Λαχανού. Ερμην. “λέγεται η μοίρα διότι δήθεν μαζώνει ως κατα λάχανα όσων ευνοεί”.
Άγνωστος συλλογέας
(
1903
)
Τα παιδάκια που πεθαίνουν αβάφτιγα είναι όμως σαραντισμένα, έχουνε πάει στην εκκλησά έχουν φάει αντίδερο, είναι λιβανισμένα, δεν γίνονται τελώνια να τα κυνηγάη τ’ αστροπελέκι, - σαν τα μούλικα που το σκοτώνουν οι μαννάδες τους, ή εκείνα που πεθαίνουν επάνω στη γέννα, που δεν τα έχουν πάει ακόμα στην εκκλησά, - μα βασανίζουνται σε ούλη τους τη ζωή. Τα βαφτισμένα παιδάκια που πεθαίνουνε μικρούλια τα...
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1938
)
αμοίραντος= ο μη έχων αγαθήν μοίραν, “κόρη αμοίραντη”= η μήπω εδρούσα την μοίραν της ,μήπω υπανδρωθώσα.
Δένδιας, Μιχαήλ
(
1915
)
Δοξασίαι περί νεκρών και Άδου
Ο Άδης θεωρείται τόπος σκοτεινός και μαύρος εντός της γης που μένουν οι ψυχές. Λέγεται ότι ένας τοκογλύφος είχε βάλει στην τσέπη του χρήματα και όταν τα αναζητήσαν οι κληρονόμοι του, τον εξέθαψαν και ηύραν σωρό φίδια που έτρωγαν τα μάτια του και τ' άλλα μέλη του σώματός του.
Κασιμάτης, Ιωάννης Π.
(
1958
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση