Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 3201-3220 από 142579
Η ψυχή για να πάη στον παράδεισο περνά απο ένα γεφύρι σαν τρίχα. Άν είναι καλή η ψυχή, το γεφύρι θα πλατύνη να περάση, άν είναι κακή θα μείνη το γεφύρι στενό και η ψυχή θα πέση κάτω.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Τα ψ'χοσσάββατα πααίν'νι (στ΄ν εκκλησιά) σταρ' για σ'χώριου. Τ'μ Μιγάλ' Πέφτ' πααίννι κι κ΄λουράκια στ'ν εκκλησιά γαι τα μικρά (πεθαμένα) πιδάκια. Τα μικρά πιδάκια είνι στουμ Παράδ'σου κι κρατούν στα χιράκια τ'ς αύτινα τα κ'λουράκια.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1922
)
“Όπους τους έθαψαν, αδιδέτσ' τους ηύραν. Αΐλειουτουν (άλυωτον), είχι αφουρισμό!”.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1922
)
Αδικοσκοτωμένα
Εάν ένας σκοτωθή σ'ένα μέρος παλαιά επήγαιναν κ' εμάζευαν το αίμα του και το έχυναν στο νερό γιατί επίστευαν ότι στο μέρος αυτό μπορούσαν να ακούσουν φωνές. Στο 1917 είχαν σκοτώσει έξω απο το χωριό μάς σ'ένα λάκκο στην τοποθεσία το Δόροβι Σμόκβι (Στου Θόδωρα τις συκιές) ένα στρατιώτη αράπη. Ένας βοσκός που είχε πιο πάνω στο βουνό την μάνδρα του (ο άνδρας της Σουλτάνας Γ. Κατεβαίνη) άκουε την νύκτα...
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1961
)
Ο Σατσελλάρης ο Ξεπαραλυμένος πήεν εις το ψάρεμα που το Καστέλλι τ'σι ήταν πολλύ – νύχτα επήεν σ' έναν τοίχο τ' σ' ηπλάγιασεν τσ' ιαγά (εκειδά) ήκουσεν μιαφ φωνή που του λεεν: “σήκου πο πάνω μου, (δ)εν ήμουν τσ'ι' εγώ άθρωπος, μόνον ήρτες τσ'ι ηπλάγιασες πο πάνω μου κι ηματσέλλεψες τα κόκκαλά μου”. Τ'σ' ήφυ(γ)εν τρομασμένος. [ηματσέλλεψες= Ηματσέλλεψες – μακελεύω].
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Όταν εσκάβαμε να μεγαλώσουομε τον περίβολον της εκκλησίας, από την μίαν πλευράν ήταν γκρεμνός. Έπρεπα να σκάψουμε προς την άλλην μεριά, να σπάσουμε ένα βράχον. Ό βράχος όμως αυτός ήταν αδύνατον να σπάση, διότι πάνω στο βράχο ήταν σκαλισμένη η εικόνα του Ταξιάρχου. Δεν εκόπηκε ο βράχος και αναγκασθήκαμε προς το μέρος, που ήτο ο γκρεμνός, να ρίξουμε χώματα και έτσι να μεγαλώση λίγο ο περίβολος της εκκλησίας....
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1964
)
Ο Μανώλης της Λουλλουgιάς ίσσ'σαμε πενήντα χρονώ ήτομ πλαγιασμένος τσ' ειά (κειά) στο Μαρ'ζί, κοντά στη βρύση μιαν νύχτα του Μαγιού τ'σειά που κοιμάτο, τις αβ΄ζιές ήκουσεμ 'πό πάνω μουρμουρίσματα τσ' ηξέσσ'έπάστηκε κι εί(δ)εν τρεις ζυναίκες που τον είχαν τριχο(γ)υρισμένον κι ημοιρολοούνταν κι ηρσίνησεν (άρχισεν) ευτύς η μια το μοιρολόϊ gι (και) ήλεε: “εγώ λιβάνιν κ' ιαί κερί (δ)εν ήνναψα ποτθές μου,...
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Όταν το πένθος είναι βαρύ εις το σπίτι του νεκρού, γίνονται τα εξής: Καλύπτουν τους καθρέπτας και τα κάδρα με ύφασμα λευκό μένουν σκεπασμένα καθ’ όλην την διάρκειαν του πένθους. Βάζουν στα κλινοσκεπάσματα με τα οποία επιστρώνουν τα κρεββάτια, μαύρες ταινίες επίσης και στα καλύμματα των προσκεφαλαίων, στα μπαουλοσκεπάσματα και γενικώς εις όλα τα εξ’ υφάσματος καλύμματα. Χρωματίζουν μαύρην ταινίαν εις...
Μερεμέτη, Δήμητρα
(
1953
)
Τον καιρό του θανατικού ηφήννασιν τα νοικοκυρζ’ιά τους κ’ι΄ηπαέννασιν κ’ι΄ηκάθουντο μες στους σπήλιους. Της μιανής ηπέθαινεν το παιΐν της κι η άλλη νανούριζεν ‘κόμα το ικόν της (δικό της) κ’ι’ ηπεθαίναν γούλοι (όλοι) τους κ’ι΄η(γ)ένουντο Στοισειά, κ’ ιαί τον ψυχόν του Μα ηφαντάζασι κ’ι’ ηναναρίζαν τα παιgιά τους. Κ’αι στο θέρος οι (γ)υναίκες άμα θέλασι να παν στο νερό, πηαίναν ούλο συντροφιαστικά...
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Έχ' ακούσει ότι οι ψυχές, λέει, πάνε και μαζεύουνε τα κόλλυβα που πετά ο παπάς αbρουστά στη (=μπροστά) πόρτα της εκκλησίας των ψυχών. Τα κόλλυβα αυτά τα διαλέουνε τρεις φορές. Άμα μαζεύουνε τα κόλλυβα λέει (μια ψυχή). Ένα κουκκάκι μου τυχε κ' ήταν κ' εκείνο νίρα κ' εκείνος που το διάλεε να μη τη δη τη μοίρα.
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Οι ψ'χές από τ' Λαμπρή ως τς Αναλήψεως είν' ελεύτερες στον απάνω κόσμο κι κατιβαίνουν στον Άδη της Αναλήψεως, γι' αυτό εκείν' την ημέρα λέμι να βράσουμι λίγο σ'τάρ' να πάμε στην εκκλησά να φάν οι ψ'χούλες γιατί φεύγουνι.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1961
)
ΙΑ. Δοξασίαι και παραδόσεις περί ψυχών και νεκρών και περί Άδου. 1 Επιφάνεια ψυχών και νεκρών
Όταν πεθάνη ο άνθρωπος βγαίνει η ψυχή του. Την παίρνει ο χάρος και την πηγαίνει στο δικαστήριο που παραστέκουν δαίμονες και άγγελοι. Γίνεται δίκη κατά την οποίαν έχουν μίαν ζυγαριά και ζυγίζουν τις καλές και κακές πράξεις. Αν η ψυχή βαρύνει στις κακές πράξεις την παίρνουν οι δαίμονες, άλλως οι άγγελοι. Πολλές φορές η ψυχή γυρίζει μέσα στα σπίτια και γενικώς σ' ούλα τα μέρη που επέρασε ο άνθρωπος όταν...
Νικολόπουλος, Δημήτριος
(
1953
)
Δοξασίαι περί νεκρών και Άδου
Ότι τα σκουλήκια πρωτοβγάζουν τα μάτια του πεθαμένου κι έπειτα τρώνε το άλλο πτώμα. Ότι στον άλλον κόσμον – οι ψυχές των δικαίων γνωρίζονται. Των αμαρτωλών όχι. Ότι ο Άδης είναι ένας τόπος φοβερός, σκιερός και γεμάτος από οδύνας.
Καλησπέρης, Λουκάς Ι.
(
1952
)
Αδικοσκοτωμένοι
Όταν ένας σκοτωθή έξω σε ρουμάνι όποιος περάση απ' εκεί ακούει φωνές.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1962
)
Στο χωριό Μάραθος εγίνηκεν μια κλεψά. Κάποια ήχασε ένα γουρούνι. Πήγαν κ' εγύρευαν τον κλέφτην κ' ευρήκανε ένα που είχε ψημένο ένα κατσικάκι και το τρώγει. Ήρθασι σε φιλονικία κ' εσκοτώθησα κ' οι δυο και ο κλέφτης και ο άλλος ο τσιμπίδης που εγύρευε τον κλέφτη. Εκατακόπησα με τα μαχαίρια. Σ' αυτό το μέρος ακούανε όσοι περνούσαν φωνές τη νύχτα. Οι φωνές αυτές ελέγανε - “άδικα”.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1962
)
Δοξασίαι και παραδόσεις περί ψυχών, νεκρών, και περί Άδου
Ότι η ψυχή επί 40 ημέρας γυρίζει στο σπίτι του αποθανόντος και των συγγενών του “σαν πουλί”.
Καλησπέρης, Λουκάς Ι.
(
1952
)
Σαράντα μέρες για 'μπρος για πίσω πιστεύουνε πως φαίνεται το στοιχειό του νεκρού και κάποιο σταματά, κάποιο θόρυβο θα κάμη μέσ' στο σπίτι.
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Ο Ταξιέρσης (ο Αρχάγγελος) είναι κλεφτ- Αρβανίτης κλέφτει τις ψυσές.
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
Μαυροπούλι
Βουνό ιστορικό στα Κούτζιανα, στο οποίο το 1823 ο καπιτάν Νικολός Στορνάρης οχυρωμένος, πολεμησε το Δερβέναγα Σούλτζια Κόρτζια, που θέλησε να μπει στ' Ασπροπόταμο. Πλήθος από κοράκια, κουρνιάζουν στο βουνό αυτό και σκούζουν απελπιστικά. Λένε πως τα κοράκια είναι οι ψυχές των σκοτωμένων αγάδων και αρβανιτάδων. [Μαυροπούλι= η “Μαύρη Πούλια” ως αναφέρει ο Ν. Κασομούλης στα (Στρατιωτ. Ενθυμήματα)].
Χατζηγάκης, Αλέξανδρος Κ.
(
1948
)
Όταν κόψει κανένας το δαχτυλό του και βγάζει αίμα, λέμε, ότι θα βγη πό κειά η ψυχή του.
Ζερβός, Ιωάννης
(
1958
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση