Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
Παραδόσεις
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
Παραδόσεις
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
Παραδόσεις: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 3301-3320 από 6798
Απο τη Χτιριαρού (πηγή παρά νεκροταφείο) τα Πλατάνια (τοποθεσία στα Δ) συμβαίνουν πολλά κρούσματα. Πολλοί ξεράθηκαν. Βλέπεις φωτιές, κλώσσα με πουλιά και άλλα. Σ'αυτή την τοποθεσία συνέβησαν και τα υπο της Α.Φλώρου διηγηθέντα. (βλ. Τελ. Β)
Ιωαννίδου, Μ.
(
1938
)
Το σκούξιμο των αλόγων
Τα άλογα βλέπουν πολύ καλύτερα απο τους ανθρώπους. Βλέπουν στα ρέματα ή αλλού σε έρημα μέρη δαιμονικά και ταράζονται. Φρουμάζουν και δε θέλουν να πάνε μπροστά. (Πρβλ. Πολίτου, Παραδόσεις αρ. 544)
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1948
)
Στα Σάλωνα όταν είναι να πεθάνη κανείς ακούν το στοιό της Χάρμαινας.
Ιωαννίδου, Μ.
(
1938
)
Όταν παρισιάζεται το στιό κάτι θα συμβή :κρύο, ασθένεια. Το στιό είναι βόιδι μεγάλο.
Ιωαννίδου, Μ.
(
1938
)
Στοιχειωμένα μελίσσια
Στην Αιτωλία τα αγριομέλισσα, που φωλιάζουν σε τρύπες βράχων ή σε κουφάλες δέντρων, τα λένε στοιχειωμένα και ιδίως άμα είναι παλιά. (Πρβλ. Πολίτου Παραδόσεις αρ. 542.)
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1948
)
Στοιχειό :αυτό το σπίτ' έχ' στοιχειό = φάντασμα. Στοιχειωμένος πλάτανος= πολύ παλαιός, ίχαν κενφύματα ''κεφάλες''.
Ιωαννίδης, Σωκράτης Ν.
(
1922
)
Το στοιχειωμένο βράχο
Στο ποτάμι είναι ένα βράχο και εκεί πήγανε δυό παιδιά να κυνηγήσουνε. Εχτύπησε το ένα ένα πουλί κ' εκατέβαινε να ντο πάρη, αλλά παραπάτησε κ'έπεσε 'ς το ποτάμι κ'επέθανε. Απο τότε εστοίχειωσε το μέρος εκείνο και ακούνε φωναίς νύχτα και ημέρα. Πολλούς τους φωνάζει με τ'όνομά τους και τους λέει να πάν' εκεί πάνε μα δε βλέπουν τίποτα.
Άγνωστος συλλογέας
(
1916
)
Τα Ζωτ'κά
Μια φορά ο Πέτρος ο Σανταμούρ'ς θέριζε στ'ν Αγιά Βαρβάρα, και στάθ'κε λίγο σε μια πεζούλα να ξεκουραστεί. Βγήκαν όμως ζωτ'κά και πρήστ'κε το πρόσωπό τ'απ'το ξύλο π'του δ'ωσαν. Τον αγιάσαν κι αυτόν και τη bεζούλα, για να γίν'καλά. (Αγιά Βαρβάρα= Εκκλησιά στο Σμόβωλο).
Φλωράκης, Αλέκος Ε.
(
1971
)
Το στοιχειωμένο σπίτ'
Στα Υστέρνια δουλεύαν κάτ’ εργάτες και το βράδ’ πηγαίναν και κοιμούνταν στον Πύργο. Τ’ ς λέν, <Γιατί δεν κοιμούστε δώ;>. <Μα δεν έχ’>, λέει, <που να μείνουμε>. Λέει, <Πώς δεν έχ’. Είν’ ένα σπίτ’ εδώ, αλλά είναι στοιχειωμένο>. Γελάσαν αυτοί. <Στοιχειά>, λέει, <και τέτοια δεν είναι>. Και πήγαν. Τ’ νύχτα όμως που παίζαν χαρτιά, μαρμαρώσαν ούλ’ και κοιτούσαν πίσω απ’τη bλάτ’ ενού. <Τι ‘ναι, ρε παιδιά...
Φλωράκης, Αλέκος Ε.
(
1971
)
Υπάρχουσι μέρη τινά και οικοδομήματα αμένη κ’ επί το πλείστον και λουτρώνες πανάρχαισι βυζαντινού ρυθμού, άτινα η κοινή γνώμη εζωγράφισε και απεικούνισε δια των απαισιωτέραν παραστάσεων και παρεδέχθη ‘ς εν διαίτημα των φανταστικών πνευμάτων την παρ ημίν στοιχειών καλουμένην εις την κατηγορίαν ταύτην την αιτοκαλουμένην εν διαιτημάτων των πνευμάτων συναριθμούνται και τα ρωμαντικά δένδρα, εξού εις πλείστα...
Κουρτίδης, Κωνσταντίνος Γ.
;
Κωνσταντινίδης, Γ.
(
1919
)
Στοιχειά
Τα στοιχειά είναι ψυχές ανθρώπων ή ζώων, που αφού αποχωριστούν απ’ το σώμα τους αποκτούν υπερφυσική δύναμη και μπορούν να βλάψουν ή να κάνουν καλό. Κατοικούν εκεί που ο άνθρωπος ή το ζώο σκοτώθηκε και συχνά γίνονται φύλακες και προστάτες του τόπου. Στην αντίληψη αυτή οφείλεται το έθιμο να <στοιχειώνουν> το σπίτι σφάζοντας έναν κόκορα στα θεμέλια : <Στα θεμέλια ρίχν΄ς αγιασμό και καλαμένια σταυρουδάκια...
Φλωράκης, Αλέκος Ε.
(
1971
)
Νια βουλά του στ'χειό τς Αβόραν'ς πουλέμαι μι του στ'χειό τς Αράχουβας 'ς τ Φραγκόπουλ τ βρύσ', κι νίκ'σι του στ'χειό τς Αβόραν'ς του στ'χειό τς Αράχουβας. Απ τούμ πόλιμου τουμ πουλύ ξιρ'ζώθκαν τα δέντρα κ' είνι ακόμα ξιρζουμένα. Η Αράχοβα είναι χωρίον της Ναυπακτίας όμορον προς την Αβόρανην και του Φραγκοπούλου η βρύση είναι εις το όριον των περιφερειών των ειρημένων χωρίων. Την προκειμένην παράδοσιν...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1914
)
Στοιχειό = δύναμίς τις αφανής, ήτος εδρεύει που μάλιστα είς κρεισωμένας οικίας. Αύτη η δεισιδαιμονία επικρατεί εν Κρήτη και πιστεύεται ότι τα πολλά και αλλεπάλληλα ατυχήματα, τα οποία συμβαίνουσιν εις οικόν τινά τα απεργάζεται το στοιχειό.
Λουπασάκης, Στυλιανός Εμμ.
(
1924
)
Τόπακας, ό : φάντασμα ασπροντυμένο που κατοικεί στις ρεμματιές και ρίχνει πέτρες σ'όποιον περάση τη νύχτα.
Ανδριώτης, Νικόλαος Π.
(
1941
)
Η νέα ώρα
Καλά ημείς το 1916 μετεβάλλομεν την φυσικήν εις του τόπον μας ώραν και κλλάξαμεν ταύτων, όπως αλλάζομεν τα υποκάμισά μας. Αλλά υπάρχει και κάτι τι είς την αλλαγών της ώρας. Όπερ είναι δύσκολον αν μη αδύνατον να εφαρμοσθή. Είς την Γορτυνίαν πιστεύουν ότι κάθε βρύση έχει και την νεράιδα της, όπως και που δένδρου έχει το Στοιχειό του. Αι νεράιδες και τα στοιχειά εξερόνται εκ της ημερινή των κρύπτως κατά...
Λάσκαρης, Ν.
(
1925
)
Αλαφροστοισώτης ο βλέπων πονηρό πνεύματα, στοισά εν στοδή ώρα της ημέρας και της διαλύρας μορφάς. Οι Κύπριοι φρονούν ότι εκάστη οικία κατακείται υπο δαιμονίαν τινά ‘’στοισόν του σειδκινί, όπερ πολλάκις αποδειμεί και όταν επιστρέφη προξενεί εκ την εν ή διαμένει οικίαν καλού ή κακού. Αντίθενταν βαρυστοισώτης = ο μη ενπόλες βλέπων τα δαιμόνια. Ατσουπάς = φαίνεται να δηλός δαιμόνιον ταραχοποιού, προς...
Φαρμακίδης, Ξενοφών Π.
(
1924
)
Άμα ένας σκοτωθή άδικα, αδικοσκοτωθή, τότε φωνάζει λέμε το αίμαν του. Ένας έρκετο αφ'τα Νικειά και στον Άι Ζαχαριά (νοτ. Δυτικώς) εσκόντεψε κ' έππεσε κ(αι) εσκοτώθηκε και όποιος επέρνα απο κειά έκουε φωνές, φώναζε τα μεσάνυχτα.
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Οι δράκοι της Δρακόλιμνης και του Σμόλκα. (Παραδόσεις των Σαρακατσάναιων)
Η Δρακόλιμνη ή κατά την εντοπίαν προφοράν Ντρακόλιμνη είναι μικρά και βαθεία λίμνη επί λεκανοσχήμου οροπεδίου της Ραδόβολης, διακλαδώσεως της Πίνδου, το οποίον δια το σχήμα ακριβώς τούτο θεωρείται ως κρατήρ προ αμνημονεύτων χρόνων εσβεσμένου ηφαιστείου. Διηγούνται ότι την επεσκέφθη και ο Αλή πασσάς με τον Νούτσον και ότι καταθελχθείς εκ της επιβλητικής μεγαλιπρέπειας των πέριξ αποτόμων βουνών και...
Αναγνωστόπουλος, Γ.
(
1916
)
Στηγ κάτ βρύσ’, τα Ζάβαλ’, μέσ’ ‘ς ν Αρτουτίνα έβγινι ναι βουλά, τα μισάν’χτα στ’χειό άλλουτι σα βόιδ, άλλουτι σα λιουντάρ. Ναι βουλά έστλα τα γ’ναίκα μ, απάν τα μισιάν’χτα να πάρ νιρό κι του νιρό ήταν στιρφιμένου. Γύρσι πίσου. Σ’κώνουμι μαναχόζ ουμ κι παίρνου του κακάβ κι πηαίνου ‘ς τη βρύσ’. Είπα κι τα γ’ναίκαζ ουμ να ρθή κουντά. Αυτήν’ στάθκι απ πάν’ς τουν όχτου κι ιγώ πήγα για νιρό. Δεν ηύρα κ’ιγώ...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1914
)
Εν τω άκρω της γενέτειρας μου [χωρίον Σκούπι;] εν τη θέσει ‘’οι Παπαθανασαίοι’’ υπό σύνδενδρον και σκερόν χώρον και έν τη εγγύς ‘’Νεροσυρμήν΄΄ μεταξύ των κήπωβν του χωρίου και εν τω ‘’Βρυτσουλίω του Κοσμά ‘’τρέμοντες και προσευχόμενοι διηρχόμεθα την οδόν και τους κήπους εν νυκτί εκ φόβου μη εμφανισθώ ο μαύρος καβελάρης Αράπης και μας φάγη ή μας πάρη τη λαλιά τσου τη φρικώδης τοις ούσιν ήτο ο χώρος...
Παπανδρέου, Γεώργιος
(
1926
)
«
»
Αναζήτηση στο DSpace
Αυτή η συλλογή
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Αυτή η συλλογή
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση