Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
Παραδόσεις
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
Παραδόσεις
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
Παραδόσεις: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 1241-1260 από 6798
Ο σεληνιασμός, επιληψία (λεγομένη “κακού πραγμάτου”) κατά τας προλήψεις του λαού προέρχεται δια συνεργείας των διαβόλων, λεγομένων κακά πράμματα.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
(
1888
)
Παράδοσις ασθενειών
Άμα ερχότανε η πανούκλα ερχότανε μ' ένα καΐκι, κ' είχε διαταή να πάρη εκατό, αλλά εχανόντανε πολλοί. Λέγασι πως ήτανε μια γυναίκα, μια γριά.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1962
)
Λαβώνω= παραλύω σώμα κ πνεύμα τινός όταν λύκος ιδή εν τα δάση άνθρωπον, πριν ούτος αντιληφθή αυτόν, το βλέμμα του λύκου παραλύει την λειτουργίαν των αισθήσεών του. Τότε δε ανήρχεται πάλιν, όταν κατορθώση να ϊδή ς αυτός τον λύκον όθεν η φράσις: Σων να τον λάβωσεν ο λύκος.
Παπαγεωργίου, Ιωάννης
(
1913
)
Η σπλήνα παρουσιάζεται όπως η μαϊμού και γίνεται ζώ. Φωνάζει σατανικά άμα τα χάση τα γίδια. Το 'χανε 'δεί πολλές φορές πως είναι ζωντανό. Αυτό βατεύει τα ζωdόβολα και μονομιάς πρήσκεται η σπλήνα dου και γίνεται σα ψωμί και ψοφά.
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1959
)
Σ τουμ πάτου 'ς τη Σέλιν', κουντά 'ς τμ Παναϊά είνι δύο πλατάνι αντάμα αντάμα. Γι' αυτά οι Σιλιανίτις λεν πως νια βουλά πόχτ'σαν του χουριό, ήθιλαν να του γκινιάσνι. Τότι νια γιλάδα γένν'σι δυο μσκάργια νια κ'λιά. Τα πήραν τότι κι τα ξικίν'σαν απ τμ Παναϊά κι τα φιραν τρουΰρ 'ς του χουργιό κ ύστιρα τα πήγαν 'ς τμ Παναϊά, τα θαψαν ικεί κουντά κι φύτρουσαν απάμ ικεί κουντά κι φύτρουσαν απάν ικεί 'ς...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1914
)
Αυτές οι ασθένειες οι μολυσματικές ήτανε γυναίκες άγριες με μακρυά δόντια και μαλλιά. Η ευλογιά, η πανούκλα κ η χολέρα. Άμα θελα πάψει η επιδημία ελέγανε κ ελέγανε η Μεγαλόχαρι μας ήδιωξε, φεύγομε, δεν έχομε πια 'δώ δουλειά.
Ήμελλος, Στέφανος Δ.
(
1960
)
Υπάρχει παλαιά παράδοση ότι ένας χωρικός από το χωρίο Κατούνι απάντησε το μεσημέρι καλοκαιριού τρεις κυρίες που έφευγαν από το χωριό αυτό. Τις ερώτησε που βρεθήκανε εκεί τέτοια ώρα. Αυτές είπαν: Επήγαμε εις το χωρίο αυτό (κι έδειξαν το Κατούνι) που είχαμε να κάμωμε πολύθερο, αλλά δεν μας αφήνει ο Αντώνης ο Ψαρογένης, η Μαρία η μαυρομούρα και η Ειρήνη η κοκκίνα». Λένε πως αυτές ήτανε οι τρεις αρρώστειες...
Κασιμάτης, Ιωάννης Π.
(
1958
)
Ότι η μαννίτσα Λυμικάβα (ή λυμικία ή λυμική) εστί προσηνής και γλυκειά τους τρόπους, ουχί δε ως η μαννίτσα Βρατάβα, άτεγκτος και αδυσώπητος, ότι αυτή περιερχομένη από οικίας εις οικίαν προσφέρει γλυκύσματα τω ατόμω ο προσέβαλεν.
Παπανανιάδης, Ελευθέριος
(
1896
)
Μια φορά ήπεσε θανατικό πανόγλα σ' έναν τόπο, απού δεν επροφτάνανε να θάφτουνε. Μια γυναίκα, χήρα γυναίκα, παίρνει τη θυγατέρα τζης και μισεύγει. Να πηαίνω θέλω 'γώ ίσαμε να περάση το θανατικό κι απόι δα νάρθω. Μισσεύγει κι ήλειπεν είκοσι χρόνους, Στσ' είκοσ΄απάνω λέει: Να γυρίσω θέλω γω στο σπίτι μου , να δω ίντα γίνεται. Γιαγέρνει στο χωριό τζης, ερημιά μιγάλη. Πάει στο σπίτι τζης. Θωρείν στην παρασθιά...
Λιουδάκη, Μαρία
(
1938
)
Πανούκλα (η)= η αρρώστεια,που την φαντάζονται σα μια γυναίκα αχτένιστη και άσκημη – Μωρή πανούκλα συ τόκανες αυτό; - Πανούκλα να σε βρή! (κατάρα).
Παπαχριστοδούλου, Πολύδωρος
Ανεμικό= άνεμος εις ον αποδίδεται νόσος εξ επιδράσεως.
Τσικόπουλος, Ι.
(
1912
)
Βράσσα (εν χωρ.) βράσσα και βρατσί, το= η νόσος ευφλογιά και αυτά τα εξανθήματα αυτής. Καλέτσα, κακέτσα, βράσσα”. Προστάτης των προσβεβλημένων λογίζεται η αγία Βαρβάρα. Κατά της παρωχημένοις δε χρόνοις ως γυνή η Βράσσα αόρατος περιερχομένη.
Βαλαβάνης, Ι.
Οι αρρώστιαις
Οι αρρώστιαις που θα πέσουν 'ς το χωργιό γυρίζουνε τη νύχτα και σκούζουνε, μα δεν τοις βλέπουνε κι όποιος τακούση μέσ' από το σπίτι τη νύχτα, θα χαθούνε όλοι από κείνο το σπίτι. (Περί της εμφανίσεως των ασθενειών ως γυναικών βλ. Πολίτου Παραδ. σ. 552 κε.)
Άγνωστος συλλογέας
(
1916
)
Όταν επήγαιναν στη βρύση να πάρουν νερό, την εύρισκαν (την πανούκλα) στην βρύσην και έπιανε τον κόσμον και τον έπνιγε.
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1964
)
Η πανούκλα (πανώλης)
Η πανούκλα έγινεν από την πατσαβούραν, που εσφόγγισεν ένας βασιληάς το ματωμένο σπαθίν του, σ' ένα με(γ)άλο πόλεμον. Την πέταξε σ'εναν κάμπο κι από κει εγεννήθηκεν η αρρώστεια αυτή. Μια μέρα η πανούκλα έστειλεν την κόρη της σ' έναν τσοπάννην να της δώση έναν αρνί. Ο τσοπάνης εφορτώθη για μιας έναν αρνί και το πήρεν ο ίδιος στο σπήλιον της πανούκλας. Εκεί είδεν χιλιάδες κατομύρια καντύλια, που ήτο...
Βρόντης, Αναστάσιος
(
1930
)
Η πανούκλα
Η πανούκλα ήταν σα σκυλί που περβατούσε ΄ς τους δρόμους κι αφάντα την έπιακαν και την έκαψαν, γλύτωσ' ο κόσμος απ' αυτή. [Ίδε Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής εταιρείας Τομ. 1, τεύχος Α, πραγματεία Ν.Γ. Πολίτου].
Σάρρος, Δημήτριος Μ.
(
1893
)
Όταν θα μπη η ασθένεια σε χωριό, φαίνεται από βράδυ σε βράδυ ένα κερί αναμμένο. Άμα φεύγη η ασθένεια βλέπουν και φεύγη κάτι σα φωτούλα απ' την άκρη απ' το χωριό. Όταν θα μπη ασθένεια σε χωριό νειρεύονται πως έρχεται τάχα σα νύφη και περπατή στα σοκάκια.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1928
)
Κάποτε την πανούκλα την έκλεισαν μέσα σ' ένα μπουκάλι με φάρμακα και δεν μπορούσε να βγη να κάμη συμφορές στον κόσμο και έτσι έσκασε και εγλύτωσαν απ' αυτήν.
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1964
)
Η ευλογία
Τες ευλογιές στη Ρόδο κατ' ευφημισμόν τες λέουν Χρυσές. Η αρρώστεια αυτή πρωτοεμφανίστηκεν στην Αγιά Βαρβάρα. Η Αγιά Βαρβάρα ήτο πολύ όμορφη κοπέλλα κι όλοι την ετσάττίζαν στο δρόμο. Για να βρη της ησυχία της παρακάλεσε το Θεό να της χαλάση το πρόσωπο με καμμιά αρρώστεια. Ο Θεός άκουσε την παράκλησή της κι έστειλε την ευλογιά κι έκαμε το πρόσωπό της αγνώριστο κι έτσι δεν εγύριζε πια κανείς να τη ...
Βρόντης, Αναστάσιος
(
1930
)
Η Μανίτσα Βρασσάβα (ούτω λέγεται εν Άνω Αμισώ η νόσος ευλογία) έχει κατά την κακή πρόληψιν αδελφόν τον Κουκουτσάν λεγόμενου, όσως ώρισται τα παιδεύη ανεξαιρέτως κάντας τους βροτούς δε ισχυρού και τεταμένου βηχός και αδελφών των Λυμιακών. Είναι δε πρεσβυτέρα και των δύο. Αρέσκεται εις την συναναστροφήν των νέων, ενίοτε δε και των ηλικιωμένων, και αγαπά τα προφέρηται το όνομα αυτής σεμνώς και μετ’...
Άγνωστος συλλογέας
(
1894
)
«
»
Αναζήτηση στο DSpace
Αυτή η συλλογή
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Αυτή η συλλογή
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση