• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 1-6 από 6

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Καλικάντζαρος (ή-αρας) = είδος κατσαρίδας 

Παπάκης, Σ. Χ. (1924)
Thumbnail

Υπάρχει στη Ρόδο μια οικογένεια στο μαράσι της Παξιμάδας γνωστή με το όνομα «του Κκίννου». Τα μέλη της οικογενείας έχουν το χάρισμα όταν κανένας τους εγγίξει με το χέρι και μαλάξει ολίγον απ’ έξω τον πονεμένο λαιμό είτε παιδιού είτε μεγάλου ανθρώπου να γίνεται καλά. Σαν ζωηρό όνειρο το θυμούμαι ακόμη που πηγαίναμε στο σχολείο ένα πρωΐ κ’ επεράσαμε από του εξαδέρφου μου το σπίτι να τον πάρουμε μαζί μας. Τον ηύραμε να περιμένη στην εξώπορτά τους με δεμένα τα λαιμά. Μας είπε πως σήμερα δεν θα ερχότανε στο σχολειό γιατί πονούσαν τα λαιμά του κ’ επερίμενε τη μητέρα του να τον πάρη στου Κκίννου. Η παράδοσις λέγει πως η οικογένεια αυτή επήρε το χάρισμα από το ακόλουθο περιστατικό: Ο πάππος των ο Κκίννος όταν ήταν νέος ήταν ο καλύτερος λυριστής και τραγουδιστής. Στους καλύτερους γάμους και χορούς αυτόν επροτιμούσαν να παίζη τη λύρα. Μια νύχτα τον Αύγουστο εξεκίνησε να πάη με τη λύρα του στην Κρεμαστή για να βρεθή την άλλη μέρα στο πανηγύρι της Παναγιάς της Καθολικής. Επήγαινε ακροθαλασσιά στο περιγιάλι των Τριαντών, κι όταν έφθασε τα μεσάνυχτα κοντά στα θολάρια, βλέπει ν’ άρχονται από τη θάλασσα ένα κουπάδι Ανεράδες, τον βάζουν στη μέση να παίζη τη λύρα κι αρχινούν αυτές τριγύρω του το χορό. Ύστερον από κάμποσην ώρα έκραξε ο πετεινός. «Πάμε να φύγουμε λέει μια Ανεράδα, ο πετεινός έκραξε». «Χορεύετε ακόμη είπεν η πρώτη κι είν’ ο μαύρος». Ο χορός κρατεί πιο ζωηρός. Ύστερο πάλι από κάμποση ώρα ξανακράζει ο πετεινός. «Πάμε να φύγουμε – λέει μια άλλη ο πετεινός εξανάκραξε.» «Χορεύετε ακόμη λέει πάλι η πρώτη, είναι ο κόκκινος.» Και ο χορός εξακολουθεί ζωηρότερος. Όταν όμως προς το μέρος της Ανατολής άρχισε να φαίνεται κάποιο φως κ’ έκραξε πάλι ο πετεινός τότε λέει η πρώτη διαλύνοντας το χορό: Τρεχάτε τώρα να φύγουμε είναι ο άσπρος.» Κ’ έφευγαν άλλη απ’ εδώ κι άλλη απ’ εκεί. Ταραγμένος ο Κκίννος σηκώνεται ολόρθος και προφταίνει κι αρπάζει την τελευταία από τα μαλλιά. «Άφησε με – του λέει – η Ανεράδα.» «Δε σ’αφίνω της λέει ο Κκίννος.» «Άφησέ με κι ό,τι χάρι θέλεις να σου κάμω». «Άκουσε, Ανεράδα, έχασα την αρραβωνιαστικιά μου με τα λαιμά της, να μου πης το γιατρικό για να μη παίρνη κι άλλος τον καμό μου. «Άμε του λέει η Ανεράδα, εσύ και τα παιδιά των παιδιώ σου, θα ‘γγίζεται μόνο με το χέρι σας απ’ έξω τα πονεμένα λαιμά και θα γειαίνουν αμέσως. Έτσι την επαράτησε κ’ έφυγε. Σημ. Για τον Κκίννον διηγούνται οι άνθρωποι που τον έφταξαν πως κανένας λυριστής δεν ήμπορούσε να του παραβγή στ΄ αυτοσχέδια λιανοτράγουδα. Μια μέρα έπαιζε τη λύτρα του στον καφενέ μαζύ μ’ ένα άλλο ξακουστό λυριστή. Ο κόσμος περίεργος εμαζεύτηκε τριγύρω να δη ποιος από τους δυο θα νικήση. Ο άλλος ο λυριστής λέει ένα δίστιχο που μ’ αυτό περίμενε πως ο Κκίννος δε θα μπορέση να δώση απάντησι. Το δίστοιχο ήταν: Ο Ήλιος στην Ανατολή και τ’ άστρο ναι στη Δύσι. Θελειά το δένω το σκοινί κι όποιος μπορεί ας το λύση. Όταν το ετελείωσε εκύτταξε λοξά τον Κκίννον ο οποίος πράγματι εφάνηκε στην αρχή καταστενοχωρημένος. Αλλ’ αφού ετράβηξε μερικές δοξαριές εξάφνου εφάνηκε μια γαλήνη στο πρόσωπό του και απαντά: Μην το τεντώνεις το σκοινί κ’ είν’ η θελειά στη μέση Να μη λυθή η αγάπη σου και πάει αλλού και δέσει. 

Γνευτός, Παύλος (1926)
Thumbnail

Μπάις, ο : μπαμπούλας, μορμολύκη. ''κρυφτού κι έρχετ' ο μπάις'' (προς μικρά παιδιά ατακτούντα) 

Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1925)
Thumbnail

“... πως και διατί ο Υψηλάντης κατέφυγεν εις Ρόδον και έκτισε την μονήν της καλόπετρας”... Η παράδοσις φέρεται υπό δύο εκδοχάς. Η μεν πρώτη λέγει οτι ενώ η κόρη του Υψηλάντου υπό βαρειάς ασθενείας κατατρυχομένη, ήτο ετοιμοθάνατος, η δε επιστήμη είχε παραιτηθή πάσης βοηθείας, ο Υψηλάντης, καθήμενος πλησίον της κλίνης της πασχούσης θυγατρός του εκοιμήθη και βλέπει όνειρον οτι γυνή τις δίδη φαρμακόν τν προς την θυγατέρα του ήτις γίνεται εντελώς καλά. Έντρομος αφυπνίζεται ούτος και βλέπει την θυγατέρα του να χαίρη άκρας. Έκτοτε εβασάνιζεν τον Υψιλάντη η ιδέα ποιό ήτο η γυνή εκείνη η οποία έσωσεν εκ βεβαίου θανάτου την θυγατέρα του, οπότε μια νύκτα βλέπει καθ' ύπνους την αυτή γυναίκα, η οποία τω είπε οτι ήτο η Καλόπετρα. Αμέσως ο Υψηλάντης με πλοία σπεύδει εις αναζήτησιν αυτής, και μετά πολλάς ημέρας φέρεται εις την παραλίαν του χωριού Θολού οπού έμαθεν εις ποίον μέρος ευρίσκεται η Καλόπετρα εις ην και προσέφερε τας ευχαριστίας του. Η δευτέρα ήτις φαίνεται πλησιέστερα προς την αλήθειαν, λέγει οτι ταξιδεύαν ο Υψηλάντης με τον στόλον του προς την Μολδοβλαχιάν κατελήφθη υπό σφοδράς τρικυμίας ήτις έφερεν αυτόν εις την παραλίαν του Θόλου. Ο Υψηλάντης εδεήθη εις την Παναγίαν (Καλόπετραν) η οποία είναι ορατή εκ της θάλασσας, να σώση αυτόν και πράγματι, παρ' όλο το αλίμενον του μέρους και παρ' όλην εκείνην την τρικυμίαν εξήλθε σώος και αβλαβής. Εξ' ευγνομοσύνης δε δια την σωτηρίαν του, αναλαμβάνει δι εξόδων του ν' ανοικοδομήση την μονήν μετά πάσης μεγαλοπρέπειας και σεμνότητος”. 

Λαγκάνης, Ευστάθιος (1929)
Thumbnail

Μάννα δα κακομίτσα. Έμαθες τα που καταχάνεψεν ο συγχωρεμένος ο Π.;Την περασμένην νύχταν ήρτεν στο σπήτιν μου κι ‘έν μ’αφήκε να κλείσω ‘μμάτι ίσια με το πρώτον λάλημα του πετεινού… εις το χωρίον Τριάντα επιστεύετο ότι οι αποθνήσκοντες ‘’αξομολόγητοι και ακοινώνητοι’’ και οι αμαρτωλοί ‘’εκαταχάνευαν’’ και περιήρχοντο προς τιμωρίαν όρη, δάση, βουνά και κάμπους, μετέβαινον δ’έστιν ότε νύκτωρ εις τας οικίας των συγγενών και εναρέτων χωρικών και παρηνόχλουν τους ενοικούντας μετατοπίζοντες τα εν αυταίς έπιπλα και σκεύη, μη αφήνοντες αυτούς Καταχανάδες. Εκ του καταχνιά, αχνός=ομίχλη. Ηλέξις καταχανάς σημαίνει παρά Ροδίοις ότι παρα τω Ελλ.λαώ η λέξις βρυκόλακας, δηλ. είδωλον,σκιά να ‘’κλείσωσι μάτι’’, μέχρις ού ούτοι από ευσπλαγχνίαν κινούμενοι ποίσωσιν υπέρ αυτών ‘’σαρανταλούτουργον’’ δια να τους ‘’κατακάτσουσι’’/ Η λέξις ‘’σαρανταλούτουργον’’σημαίνει την επί τεσσεράκοντα συνεχείς πρωίας τέλεσιν της θείας λειτουργίας. Ανετίθετο δε…εις τον έτερον των ιερέων του χωρίου Παπά-Σάββαν,… Κάθε βράδυ (ο καταχανάς) ηνώχλει τους θεοφοβουμένους εκ των χωριανών, ούτοι δε πρωτοστατούντων των γραιδίων εκακολόγουν τους συγγενείς του Π…διότι δεν προέβαινον να κάμουν ‘’ένα σαρανταλούτουργον’’ δια να τον ‘’καπακάτσουν’’. Μόνο η μορταρία του χωρίου υπερέχαιρε…διότι οιχωρικοί εκ φόβου περιωρίζοντο από της δύσεως του ηλίου ακριβώς εις τας οικίας των, αφήνοντες το κτηματα των χωρίς καμμίαν επίβλεψιν. Αίνοθεν εννοείται ότι αι μιρκοκλοπαί επολλαπλασιάζοντο αι δε κατακραυγαί των χωρικών..κατήντησαν ενοχλητικαί και ανυπόφοροι μέχρις ούτοι (οι συγγενείς)βαρυθέντες τας επικρίσεις και τας φωνάς ή πεισθέντες περί τως ανάγκης της τελέσεως ‘’σαρανταλούτουργου’’ προσεκάλεσαν τον παπά-Σάββανι προς όν και ανέθηκαν την τέλεσιν αυτού. Ο Παπά- Σάββας πλήν της υλικής αμοιβής εζήτησε τεσσεράκοντα πρόσφορα και ένα λευκόν καινουργές πουκάμισον του μακαρίτου. Οι συγγενείς..έδωκαν τα ζητηθέντα ο δε ιερεύς ήρξατο ποιών καθ’εκάστην πρωίαν, αλλά βαθείαν πρωίαν, και από μίαν λειτουργίαν υπέρ αναπαύσεως της ψύχης του ‘’καταχανέψαντος’’. Εις την τέλεσιν εκάστης λειτουργίας παρευρίσκοντο τακτικώς όλα τα γραίδια και ο τότε διδάσκαλος του χωρίου αείμνηστος Ανδρεάς Δέσποτας.. ούτος εκ περιεργείας, επειδή είχεν ακούσει ότι ο παπα- Σάββας, προκειμένου να κατακάτση καταχανάν δεν επεκαλείτο μόνον τον Θεό αλλά και τον Διάβολον. Και ούτω ο αφελής αυτός Παπάς δεν διέφερε ποσώς του μυθικού και ευσεβούς εκείνου χωρικού, του συχνάζοντος τακτικώτατα εις την Εκκλησίαν και ανάπτοντος κερί όχι μόνον εις τας εικόνας των Αγίων αλλά και εις του Διαβόλου, δια να τον έχημ και αυτόν φίλον, ως έλεγε, ‘’για καλό και για κακό’’. Λοιπόν ο Παπα-Σάββας όταν ετελείωσε τας προε τον Θεόν δεήσεις του υπέρ του αμαρτωλού νεκρού, δηλ. τας 40 λειτουργίας ηθέλησε να εξευμενίση και τον Διάβολον, τη συνεργεία, του οποίου, καθ’ά κοινώς επιστεύετο οκαταχάνευαν’’ οι πεθεμμένοι και ηνώχλουν τους ώντρας. Προς τούτο επί τρείς συνεχείς νύκτας κατά το ‘’πρώτο κράξιμο του πετεινού’’ μετέβαινεν εις τα μνήματα, ήπλωνεν το λευκόν υποκάμισον επί του νωπού έτι του μνήματος χώματος, εγονάτιζεν επ’αυτού και κάμπων τον κορμόν προς τα εμπρός, ούτως ώστε η κεφαλή να εγγίζη επί του μνήματος ηπλωμένου τποκαμίσου, απήγγελε εξορκισμούς ακαταλήπτους, εν οίς και τα δώδεκα άρθρα του συμβόλου της πίστεως, αρχόμενος από του τελευταίου άρθρου και από της τελευταίας λέξεως και καταλήγων εις το πρώτον άρθρον και εις την πρώτην λέξιν αυτούν. Αλλόκοτος βεβαίως και λίαν παράδοξος που φαίνεται..η κατά τοιούτον τρόπον προς τον Διάβολον απαγγελία του συμβόλου της πίστεως και των άλλων εξορκισμών, αίτινες αναμφιβόλως ήσαν ευχαί απαγγελόμεναι ως το σύμβολον της πίστεως. Όταν όμως αναλογισθής ότι ούτος υπήρξεν αποστάτης και αντίθετος του θεού, τότε θα εύρης φυσικήν και την κατιούσαν (κατ’αριθμητικήν μέθοδον)απαγγελίαν του συμβόλου της πίστεως και των άλλων εξορκισμών υπό του Παπα-Σάββα. Όταν ο ιερεύς ετελείωνε τας επι του μνήματος προς τον αποττώτην του Θεού και απατεώνα του ανθρώπου επικλήσεις και παρακλήσεις του, ηγείρετο και ασκεπτής ως φάσμα εξήρχετο του περιβόλου των μνημάτων και …ανερχόμενος τας δυο βαθμίδας του κωδωνοστασίου ευρίσκετο προ του κώδωνος, προ του οπίου ιστάμενος με εσταυρωμένας τας χείρας απήγγελεν ακαταλήπτους τινάς λέξεις, μεθ’άς εκτύπα δια μικρού σφυρίου τον κώδωνα τρίς, επικαλούμενος εις έκαστον κτύπημα τον ένα εκ των τριών αρχηγών των Δαιμόνων. Αμέσως δε κατερχόμενος εκ του κωδωνοστασίου επανήρχετο εις τα μνήματα, από των οποίων παραλαμβάνων το υποκάμισον επανέκαμπε ούκαδε. Την τρίτην όμως νύκτα, άμα τη ανόδω του Παπα- Σάββα επί του κωδωνοστασίου, σκιά τις,…αφήρεσε το επί του μνήματος εστρωμένον υποκάμισον και εγένετο άφαντος. Ο ιερεύς..κατελθών εκ του κωδωνοστασίου…όταν έφθασεν προ του μνήματος του ‘’καταχανέψαντος’’και δεν είδεν το υποκάμισον, έν’ αρχή υπέθεσεν ότι απεπλανήθη και έφερε τον βλέμματά του πέριξ του περιβόλου δια ν’ανακαλύψη τον τόπον όπου ευρίσκετο το μνήμα με το υποκάμισον. Έπειτα όμως θορυβηθείς και τρίψας τους οφθαλμούς δια να βεβαιωθή περί της πραγματικότητος,…εζαλίσθη, έχασε το λογικόν του και ήρξατο τρέχων ως δαιμονισμένος ευρεθείς…εις την οικίαν του εν κακή καταστάσει. Άμα τη ανατολή του ηλίου…ο Παπα-Σάββας απεφάσισε να μεταβή εις το Νεκροταφείον..μήπως ανακαλύψει τι έχον σχέδιν με την εξαφάνισιν του υποκαμίσου…Τεθορυβημένος εκάρφωσε τα μάτια του επί της επιφάνειας του μνήματος και έβλεπε μετά προσοχής μήπως εύρη καμμίαν σχισμήν επ’αυτού δια της οποίας ο ‘’καταχανάς’’έσυρε και κατέβασεν εντός του μνήματος το εξαφανισθέν υποκάμισον, αλλ’ουδαμού εύρισκε τοιάυτην…Τότε ασυναισθήτως επεκαλείτο τον Θεόν και τον Διάβολον, ετσαυροκοπείτο και μονολογών έλεγεν. Να το πήρεν ο ‘’Καταχανάς’’;Αλλά τι να το κάμη; Τα στοιχειά δεν έχουν ανάγκην των φορεμάτων. –Να το πήρε κανείς από τους ‘’Βενζεβούλιδες που καλούσα; Αλλ’αυτός τι να το κάμη; Να πέταξε σαν το πουλί; Αλλά μήτε φτερά, μήτε ψυχήν είχε. Τι επιτέλους έγινε; Να και άλλο μυστήριον ανεξήγητον’’ Εις τοιαύτην κατάστασιν ευρισκόμενος ο Παπα-Σάββας δεν παρετήρησεν ότι όπισθεν του κορμού μιας νεραντζιάς,..ήτο ο Ανδρέας Δέσποτας. 

Λαγκάνης, Ευστάθιος (1929)
Thumbnail

Κάος ο= κατα τινα δεισιδαιμονίαν των Ροδίων οι προσφάτων θανόντες ανυστάμενοι απο των μνημάτων την νύκτα περιοδεύουσι πειράζοντες τους ζώντας : Και λέγει ο ταθε αποθανών έγεινε Κάος, ήτοι το φάντασμα αυτού εθεάθη. 

Κωνσταντινίδης, Θεόδωρος (1925)

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτή η συλλογήΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

ΤύποςΠαραδόσεις (6)ΣυλλογέαςΛαγκάνης, Ευστάθιος (2)Γνευτός, Παύλος (1)Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1)Κωνσταντινίδης, Θεόδωρος (1)Παπάκης, Σ. Χ. (1)Τόπος καταγραφής
Ρόδος (6)
Χρόνος καταγραφής1929 (2)1926 (1)1925 (2)1924 (1)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.