• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 1-10 από 12

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Ο Παπά Κογκινός που τ’ Απόλλωνα μου είπε την παράδοση αυτή: Κοντά στο χωριό μας έχει ένα μέρος που την λέσιν ίσαμε σήμερα Τραβούϊ κι’ εκεί εζιούσε τον παλιόγ καιρό ένας καλός τραβουϊστής. Έπαιζε τηλ λύραν του και τραβουδούσε λογιώ λογιώ τραγούδια. Είχε γλυκειά φωνή και κόσμος πολύς επάεννεν εκεί να τον ακούη να τραγουδά. Σαν πέρασεν που τα Πόλλωνα ο Απόστολος Παύλος ο τραβουϊστής έγινε Χριστιανός και που τότες σταμάτησε το τραβούϊν του. Το μέρος εκείνο το βκάλασι Τραβούϊ για να μας θυμίζη τον ξακουσμένο τραβουϊστή και τα τραούδκια του. 

Βρόντης, Αναστάσιος (1950)
Thumbnail

Σαν πήραν το Κάστρο της Ρόδου οι Τούρκοι εδιώξαν τους Χριστιανούς που τα σπίτια τους. Πριν να μπουν στα σπίτια αυτά εκλείσαν τες παλιές πόρτες, οι Τούρκοι γιατί τες θεωρούσαν χρουσούζικες κι’ εννοίξασι καινούρκιες. Εγράψασι και στην Κόκκινη Πόρτα τα λόγια. «Συ που νοίγεις τες πόρτες νοίξε και για μας ευτυχισμένες πύλες». Ένα που τα παλιά σπίτια του Κάστρου είναι του Δρακίδη που τόχει τώρα η οικογένεια του Χατζή Χαλήλη. Όπως μου έλεγεν ο Πέτρος ο Δρακίδης όσες φορές περνούσεν που το σπίτι αυτό η μάμμη του σταματούσε κι’ έκαμνε το σταυρό της για να τιμήση τους προγόνους της, που κατοικούσαν εκεί μέσα πριν πάρουν οι Τούρκοι τη Ρόδο. 

Βρόντης, Αναστάσιος (1950)
Thumbnail

Ονταν εμιλούσασιν τα ζά, η μέλισσα είπεν μια μέρα στο Θεό. Έχω κουράγιο, Θέε μου, να γεμώννω κάθε χρόνο μιαν βυτίνα μέλι, μα να μου δώσης το δικαίωμα, σαν γιακκάσω κανένα άνθρωπο, να πεθαίνη. <Όχι! Της είπεν ο Θεός. <Κάμνε όσο μέλι μπορείς, μα σαν γιακκάσης κανένα, θα ψοφάς>. Απο τότες η μέλισσα σαν γιακκάση κανένα άθθρωπο, μένει το κεντρούνι της εκεί που θα κεντήση, ξεκοιλιάζεται και ψοφά. (ζά= ζώα, γιακκάσης= δαγκώσεις) 

Βρόντης, Αναστάσιος (1948)
Thumbnail

Στις ποδιές του Φιλερήμου κοντά στα Τριάντα είχεν ένα μεγάλο βράχο που μοιαζε σαν γκαστρωμένη γεναίκα και την ελέασιν “η γκαστρωμένη πέτρα” Να τι λελέασιν οι παλιοί Τριαντενοί για την πέτραν αυτή. Το κάστρο του Φιλιερήμου το πολεμούσαν οι Τούρκοι δεκατέσσερα χρόνια και δεν μπορούσαν να το πάρουν. Με τα πολλά ένα Τουρκάκι ντύθηκε γυναικίστηκα κι έβαλεν μαξιλλάρι στην κοιλιάν του για να φαίνεται γκαστρωμένη και παρουσιάστηκεν όξω πού το κάστρο και παρακαλούσε να τον φίσουν να μπή μέσα να γεννήση. Η βασιλοπούλα τολ λυπήθηκε και διέταξε να του νοίξουν. Ένοιξαν την πόρτα μα οι κρυμμένοι Τούρκοι μπλοκάραν μέσα και πήραν το κάστρο. Η βασιλοπούλα από το φόβον της και που την ντροπή γκρεμήστηκε που το κάστρο και σκοτώθηκε. Σκοτώθηκεν η βασιλοπούλα να και το Τουρκάκι το πέτρωσε η Παναγία και που τότες έμενεν εκεί πετρωμένο για να μας θυμίζη πώς πάρτηκε το κάστρο του Φιλιέρημου. 

Βρόντης, Αναστάσιος (1950)
Thumbnail

Ένας μελισσουρκός ως εμετάλαβε, επήρε την αγιά κοινωνία με το στόμαν του στο μελισσοτόπι και την επιτύκισε μέσα σ'ένα γιψέλι, για να πάη η ευλογία του Χριστού στα μελίσσια του. Σαν επηέν Άουστο να τρι(γη)ση, ηύρεν ανάμεσα στες πίττες ένα μικρό δισκοπότηρο απο κερί που είχαν φυλαμένο μέσα σ'αυτό οι μέλισσες την αγιά κοινωνία. 

Βρόντης, Αναστάσιος (1948)
Thumbnail

Η μέλισσα στην αρχή αρχή ήταν άσπρη σαν παμπάκι και την έκαμε μελαψήν ο διά(β)ολος με ένα δαυλό αναμμένο, που τον έρριξε πάνω της. Σαν πρωτοπήε ο Αδάμ με την Εύα με την συνεργία του δια(β)όλου, τους πρωτόδεν η μέλισσα και γιάουρας έτρεξε να το χαμπαριάση στο θεό. Ο διά(β)ολος τότες με ένα δαυλό αναμμένο στο χέρι έτρεξε να εμποδίση την μέλισσα, μα δεν μπορούσε να την φτάξη. Σαν εκόντευε να φτάση στο Θεό η μέλισσα, την είδεν απο μακρυά ο διά(β)ολος και της έρριξε τον αναμμένο δαυλό. Η αναλαμπή του δαυλού την επήρε μόνο μόνο και απο άσπρη κάτασπρη η μέλισσα έγινε μελαψή. Ο Θεός που είδεν ούλα τα γενόμενα εδιάταξε τους αθθρώπους να παίρνουν στς εκκλησιές λαμπάδες απο κερί της μέλισσας, γαιτί η μέλισσα εφάνηκε το πιο αγνό απ'ούλα τα ζώα. (πρωτοπήε= συνευρέθη, γιάουρας= ευθύς αμέσως, ούλα=όλα) 

Βρόντης, Αναστάσιος (1948)
Thumbnail

Το θεριό της Ρόδου δεν το σκότωσεν ο Σταυροφόρος Ντε Κοζών όπως έχουν να πούν οι Φράγκοι αλλά ένας Σαντορινιός που τον λέγουν ίσαμε σήμερα οι Τούρκοι στη γλώσσα τους Σαντουρλή. Ο Σαντορινιός αυτός έγδαρε δυο μικρά γαδουράκια κι αφού γέμωσε τα τουλούμια τους άσβυστο ασβέστη τα έφτισε στο μέρος που σύχναζεν το θεριό.΄Το πεινασμένο θεριό ως είδεν τα τουλούμια τα νόμισε ζωντανά γαδούρια και τα κατάπιε. Σαν δίψασε κι’ ήπιεν νερό ο ασβέστης άναψεν μέσα του και του ‘καψε τα σωτικά. Σαν το ‘μαθεν ένας Σταυροφόρος έκοψε το κεφάλι του Θεριού κι ‘εφώναζε πως το σκότωσεν αυτός. Έγινε τότες μεγάλο σούσουρο κι ο αρχηγός των Σταυροφόρων εδιάταξεν το Σαντορινιά να φύγη που τη Ρόδο. Έφυγεν ο Σαντορινιός μα η τοποθεσία Σαντουρλή κοντά στα Κρητικά διαλαλεί το όνομα και την εξυπνάδα του. 

Βρόντης, Αναστάσιος (1950)
Thumbnail

Της Ανεράδας στη Ρόδο τες λέσιν Ανεράες και κατά πως πιστεύουν τα παντήχνουν οι λαφροΐσκιωτοι στους ποταμούς, στες βρύσες, στα δάση στου σπήλιους και στες κουφάλλες των παλιών δέντρων. Ένας Κοσκινιάτης εβρέθη μιαβ βραδυά τ’ Αούστου στο Τσιλλόνερο και κει που ξάπλωσε να ξεκουραστή τον πήρεν ο ύπνος. Σαν ξύπνησεν είδε κάτι ασπροφόρες κοπέλλες να χορεύγκουν λογιώ λογιώ χορούς κοντά σ’ ένα μικρό σπήλιο και να τραγουδούν: Ο ήλιος ο πεντάφωτος σβύνει σαν πάη στη δύση και του αρρώστου η ζουριά μονάχα δω θα σβύση. Της Ανεράδας το νερό και το καλό βοτάνι εφτά βολές ο άρρωστος άμα το πιή θα γιάνη. Στο τέλος κάθε χορού οι Ανεράες επίνασι νερό με κάτι λαήνια που γεμίζασι που το σπήλιο. Σε λίγο έκραξεν ο πετεινός κι όπου φύει φύει άλλη έτρεξεν που δω κι άλλη που κει. Ο Κοσκινιάτης προφταίνει και πιάνει μιαν Ανερά που την είδε να περνά που κοντά του. Την έπιασε γερά που τα μαλλιά και δεν την έφινε να φύγη. – Φικε με, του λέγει η Ανερά. – Εν σε φίνω, της λέει: - Φίκε με κι ό,τι χάρη θέλεις να σου κάμω. – Άκουσε με, Ανερά, η γεναίκα μου πονεί τα νεφρά της κι αν μου πης το γιατρικό για να γίνη καλά θα σε φίκω να φύης. Η Ανερά τότες λέει στον Κοσκινιάτη. – να φέρης τη γεναίκα σου να πιη νερό που το γιαματικό και σε μια βτομά θα γίνη καλά. Όπως του ‘πεν η Ανερά έκαμεν ο Κοσκινιάτης και η γεναίκα του έγινε εφτάγιανη. Από το Κοσκινιάτη και την Κοσκινιάτισσα, μαθητεύτηκε σ’ όλλην τη Ρόδο το γιαματικό νερό, που το βκάλασι Τσιλλόνερο γιατί όποιος το πιή τσιλιέται. [Τσιλλόνερο= Στο Τσιλλόνερο αυτό σήμερα έγιναν ωραίες εγκαταστάσεις και λέγονται Νερά της Καλλιθέας περίφημα για τις θεραπευτικές των ιδιότητες.] 

Βρόντης, Αναστάσιος (1950)
Thumbnail

Ο Απόστολος Παύλος ήρτε στη Ρόδο δυό βολές. Την πρώτη βολά το καΐκι που τον έφερεν έρραξε στο μεγάλο λιμάνι της Ρόδου κοντά στην Πόρτα του Αγίου Παύλου. Εκεί κοντά πάνω στο Κάστρο όπως μου έλεγεν ο Γιάνννης ο Πίτσης βρέθηκεν επί Τουρκίας μια μεγάλη εικόνα του Αποστόλου Παύλου που τη πήραν στην Πόλη. Τη δεύτερη βολά ο Απόστολος Παύλος ερκούταν που τα Γεροσόλυμα και μια μεγάλη φουρτούνα τον έρριξε στη Λίντο στο Μικρό Γιαλό, εκεί που βρίσκεται το κλησάκι τ' Άη Ποστόλου. 

Βρόντης, Αναστάσιος (1950)
Thumbnail

Τον παλιόν καιρόν ελέασιν πως είχε δκυό δράκους, που κατοικούσαν ο ένας στο βουνό Κουμούλλη και ο άλλος στο Φιλιέρημο. Εζήλευκεν ο ένας τον άλλον και μια μέρα εστέσασι τρομερό πόλεμο. Ο δράκος της Κουμούλης έπιασε μια μιάλη πέτρα που την έρριξε με δύναμη κι επήεν πάνω στο Φιλιέρημο. Ο δράκος του Φιλιέρημου έπιασε τότες την πέτρα, για να τη ρίξη, κι'αυτός πάνω στην Κουμούλη μ'έν τα κατάφερε κι έπεσε αλάρκου που το βουνί κοντά στα Μαριτσά. Που τότες η πέτρα μένει εκεί κι'όποιος περάσει την βλέπει. (εστέσασι τρομερό πόλεμο= Ο θρύλος αυτός μοιάζει με τον πόλεμο των γιγάντων όταν χωρίστηκεν ο Όλυμπος απο τον Κίσσαβο και ανταποκρίνεται με κάποιο γεωλογικό φαινόμενο κι'εδώ) 

Βρόντης, Αναστάσιος (1950)
  • «
  • 1
  • 2
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτή η συλλογήΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

ΤύποςΠαραδόσεις (12)ΣυλλογέαςΒρόντης, Αναστάσιος (12)Τόπος καταγραφής
Ρόδος (12)
Χρόνος καταγραφής1950 (9)1948 (3)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.