• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Τόπος καταγραφής 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Τόπος καταγραφής
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Τόπος καταγραφής
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής

  • 0-9
  • A
  • B
  • C
  • D
  • E
  • F
  • G
  • H
  • I
  • J
  • K
  • L
  • M
  • N
  • O
  • P
  • Q
  • R
  • S
  • T
  • U
  • V
  • W
  • X
  • Y
  • Z
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω

Ταξινόμηση κατά:

Σειρά:

Αποτελέσματα:

Αποτελέσματα 1-20 από 37

  • κείμενο
  • χρόνος καταγραφής
  • ημερομηνία υποβολής
  • αύξουσα
  • φθίνουσα
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
  • 500 μέτρα από το χωριό είναι η τοποθεσία Καρυές. Εκεί ήταν χωριό. Κι έπεσε ο βράχος κι επλάκωσε όλο το χωριό. Τώρα έχει σκορπίσ’. Και λένε πως τρία χρόνια άκουαν από κει μέσα κόκκοτα που λαλούσε. 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Άμα έπεφταν κάτω (οι Αρχαίοι Έλληνες με τόσο μεγάλα τα πόδια τους) ήταν ο θάνατός τους. Σκοτώνονταν. 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Από πολλά χρόνια έτυχε να περάσ’ μια παρέα κλέφτες. Πήραν ένα σφαχτό και το ψήσαν. Παρουσιάστηκε κι αυτός [ο αρχιληστής κλέφτης Δροσούλας, που σκοτώσανε και βρυκολάκιασε], με τ’ άρματα. – Βρε καλώς τον καπετάν – Δροσούλα! Πως περνάς; Εγώ τα ρήμαξα τούτα. Αφού ψήσανε το σφαχτό... που κατοικείς; Εξαφανίζονταν σε μια σπηλιά. Απ’τσι πολλές φορές π’ κάνανε παρέα αποφάσισε να μαρτυρήσ’ τη Σπηλιά. (στ’ χαλιά... 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Άγιος Γεώργιος

    Αυτού στο μύλο, καθώς ερχόμαστι στο χωριό, ένας Νίκος Γούλας, τον είχε νοικιασμένο το χειμώνα. Είναι βακούφ’κος (τ’ Αγίου Γεωργίου Θρεψιμιού). Το καλοκαίρ’ νοίκιαζε τον άλλο. Αυτός φαίνεται έκλεβε από το βακούφ’κο το χειμώνα και το πουλούσε το στάρ’. Πήρε και το καντάρ’ στον καλοκαιρινό μύλο να το ‘χ’ αυτός. Μια βραδιά κινάει ο Άη Γιώργης και πάει στο μύλο τον καλοκαιρινό, στο Νισπέρ’ και τον πλακών’...
    

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Αγία Παρασκευή

    Ένας έκοβε το δέντρο της εκκλησίας και γκαβώθ'κε. Πήγανε τρείς Τούρκ' κι κόβανε ξύλα. Τους λέει ένας γέρος, “Μην τα κόβετε, γιατ' είναι βακούφ'κα” Εκέινοι γελάσανε. Ένας είπε : Αν είναι βακούφ΄κα ας έρθ' εδώ η αγία Παρασκευή να μας δείρ'. Κι έπεσ' ένα ξύλο και τον εχτύπησε στα μάτια και σε 2 ώρες πέθανε κιόλα και δεν ξανακόψανε, Κι ένας από το χωριό μας έπαθε τα ίδια και τον σέρνανε με το σκοινί κι...
    

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Ένας εδώ παντρεύονταν κι πάνε χρόνια. Πήρανι τη νύφ' νάν την πάνε στην απιδιά (άλλο χωριό). Μόλις έφτασι 'κεί η νύφ', λέει στη μητέρα της. - Ρε μητέρα, γιατί δε με 'δωσες την κλώσσα με τα κλωσσόπουπουλα; - Κόρη μου, λέει, σάμπως μ' άφησες τίποτε; Λέει, θα μ' τη δώσ'ς. Πήγε της έφερε την κλώσσα, αλλά αγανάχτησε. Λέει : “Μαρμάρωθής και να απομείν'ς. Κι από τότε έμειν' η πέτρα που μοιάζ' της νύφης κι... 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Ένας εύζωνας κι ‘γω πήγαμε να κάμμε κολύμπι σ’ ένα ποταμάκι κι αυτός πνίγ’κε. Δε μπόρεσε να τον σώ’ κανείς. Ήρθ’ ένας κολυμπετάς, ήρθε και τον έβγαλε μέσ’από τη γούβα. Ήταν πεθαμένος. Μετά από λίγες μέρες, αυτός βρουκαλάκιασε και πάαινε και κολύμπαε σ’αυτό το μέρος. Και εγώ φύλαγα σκοπός κι άκουσα έναν κρότο, όπως πήδαγε μέσ’στη γούρνα. Στο πρώτο [‘ακουσα, νόμισα ότ’είνι ψάρια. Τη β’ φορά πάλε ψάρ’.... 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Έν’ αμπέλ’ σπαρμένο. Κατέβ’κα να ποτίσ’. Βράδυ, φεγγαράκι – μέρα. Βλέπω κατεβαίνει ένας ψηλός ποδοβολές. Κατεβαίν’ στο ρέμα, ύστερ’ ανεβαίν’ στη δέση. Λέω: Τι δουλειά έχ’ αυτός να χαλάσ’ τη δέσ’; Είχα το τουφέκι για την αλ’πού, αλλάζω τα σκάγια, βάνω βόλια γι’ άνθρωπο και ετοιμάζομαι να ρίξω με τσι δραμιάρες. Μόλις μαζεύω το τ’φέκι να τ’ ρίξω, σηκώνετ΄ αυτός κι έκανε ά – άχ – άχ – άχ! Τσούλωσα έγω.... 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Έπεσ’ ένας βράχος στο Κάστρο. Εκαθόταν ένας και τραγούδαε. Γύρεψ’ ένα τσιγάρο κι απάνου στο τσιγάρο ξεψύχησς. Τον χωμάτισαν εκεί. Αυτό το λένε: «Στου Γκουλούνια το κοτρών’». ΄Ηταν ακόμα ζεστός, κει που τον εχτύπησ’ η πέτρα κι ερωτούσε. Θα ντ’ ν’ πάρουμε την Αμαλία; (ήταν ερωτευμένος). Αμ τι; Θα την αφήκουμε; Του λέγαν οι άλλοι. (Είναι η ιστορία εδώ και 50 χρόνια) 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Στου Γκούμα το μνήμα

    Έχουν σκοτώσ’ κάποιον Γκούμα (Έλληνα). Τοποθεσία κι έχει πέτρες, που μοιάζουν με μνήμα.
    

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Έχω ακ'στά απο τους παλιούς, να πάμε Σαββάτο να τον καρφώσουμε. Βρήκαμε έναν Σαββατογεννημένο, ξύσαμ'ένα βουφλί απο κέδρο, πήγαμ', τον ξεχωσάμε, βγάλαμε το καπάκι, ήταν ζωκρός μέσα, με το καπάκ' ανοιχτό τον καρφώσαμι και βγήκε αίμα. Κείνος ήταν ο Θάνατόσ τ'. (Του δαιμονικού που τον περίλαβε). Μόνο τα μάτια κινήσανε λίγο οι χάντρες κι απο τότες δεν ματαβγήκε. 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Έχ’ ένα κοτρώνι μεγάλο, στ’ Αλέξ’ το κοτρώνι, που έχει τρεις ζωγραφιές: Έναν άντρα, μια γυναίκα και ένα παιδί. Λένε πως είναι από τον Μέγαν Αλέξανδρο, όταν ήτανε παιδάκι, με τη μητέρα του. Τους παρασταίνει η ζωγραφιά (σχεδιάσματα από τον καιρό και τη φύση) 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Άγιος Γεώργιος

    Εδώ στο χωριό μας έπεσε πείνα. Δέκα χωριανοί ντροπιάστηκαν να ζητιανέψουν και βγήκαν στο κλαρί. Πήγαν πρώτα στα κατ’ χωριά να πάρ’ αλεύρι. Φκιάκαν σημειώματα με σφραγίδα «οι πέντ’ αδελφοί» και τα ‘στέλναν σε νοικοκυραίοι. Ένας τους απάντησε ότι δεν στέλνει κι αν είναι άντρες να πάνε εκεί. Αυτοί πήγαν στους Κουβανάδες, εμπλοκάρησαν το χωριό, πήραν όμηρο το παιδί του παπά. Κι αντί για 50 οκάδες του...
    

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Ήρθαν στο Κάστρο κάτ’ξένοι κι ανέβ’καν μ’ένα θ’κό μας του χωριού να βρούν λεφτά. Τον θ’κό μας τον ήθελαν για να τους δείξ’ τα μέρια. Όταν αυτοί βρήκαν τουν προυσανατολισμό, τουν δ’κό μας τον έδιωξαν. Του ‘πουν.’’ Άλλ’ φορά θα ξανάρθ’μι’’. Τώρα κι έκαμαν ύστερα, δεν ξέρω. Πήραν, δεν πήραν τα λεφτά; Δεν ξέρ’με. 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Ήταν ένας αρχιληστής, κλέφτης Δροσούλας. Τον σκοτώσανι σι συμπλουκή και βρουκολιάκιασε. Πολλά χρόνια είχε πηρετήσ’ σ’αυτά τα βουνά. Έβγαιναν το καλοκαίρ’ στα βουνά, οι βλάχ’, αυτάς βύζανε τα ζώα, τους ανθρώπους. Τους ρήμαξε τους άλλους. Είχ’έναν κουμπάρο δικό τα’, δεν τον πείραζε. Αφού όμως απήύδησε ο κουμπάρος να ναι μοναχός τα’να βλέπ’όλο τα’αφάντιασμα, γιατί οι άλλοι είχανε φύγει, αποφάσισε να... 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Ήταν κάποιος Τσάκας εδώ. Ο Κωσταράς ήταν βρουκόλακας και πάει απο το Χατέλ' και παρουσιάστ'κε. Μ' έφα ου Κουσταράς. Τον σήκουσαν οι άλλ', τον πήγαν σ'άλλο χωριό. Αυτός κυνήγαε μόνος του άρρωστους και τους συγγενήδες. Στο τέλος κάρφωσαν τον Κωσταρά. 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Θραψίμι. Το είπαν έτσι, επειδή είναι το μέρος θραψερό. Άλλοι όμως λένε πως είναι από την εποχή που έγινε εδώ θράψη στου Τούρκους (πόλεμος). 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Λένε πως κάποια πήρε και το χτένι αυτηνής της Λάμιας από τα χέρια της εκεί στις Μεγάλες βρύσες και το πήε στο σπίτ’ τ'ς. Αυτή παρ’σιαζότανε στον ύπνο της συνέχεια κάθε νύχτα, ώσπου αναγκάστ’κε να της το πάη πίσω στη βρύσ’. 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Άγιος Χαράλαμπος

    Λείψανον Αγ. Χαραλάμπους από το 1824 στο Θραζίμι. Με την Επανάσταση οι Τούρκοι ελεηλάτησαν τα Μετέωρα και το πήραν. (Τούρκος Αξιωματικός). Επήγαινε στη Ρεντίνα (όπου είχαν ταμπούρια). Πέρασε απ' εδώ κι εκοιμήθηκε στο σπίτι του Αργύρη Θανάση. Το βράδ' έφαγαν ψωμί και το κρέμασε στο δισάκκι. Εκεί που τρώγαν, ακούονταν κρότοι. Φώναξε ο νοικοκύρης. - Αφέντη, τι βροντάει; - Δεν έχομε τίποτα. Β! Φορά. -...
    

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • Μετά (προηγείται η διήγησις άλλης παράδ. σελ. 484 – 85) νοικιάστηκ’ ο μύλος και τον πήρε άλλος κι όντας ζύγουνε το Σαρανταήμερο, κίνησι μίνια γριούλα να πάη στου μύλου ν’ αλέσ’. Μόλις τράβηξ’ να βγη όξ’ η πόρτα δεν αν’γε. Ακούει μια φώνη. – Που θα πάς; Μη φεύγ’ς η ώρα είναι ακατάλληλη. Αυτήνη δεν άκ’σε, γιατί τα παιδιά τς τάχε νηστικά. Αφόσον κίνεισι έφτασε στη βρύσ’. Εδώ κάθησε κουρασμένη. Ήταν ώρα... 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1959)
  • «
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτή η συλλογήΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.