dc.contributor.author | Ζευγώλη – Γλέζου, Διαλεχτή | |
dc.coverage.spatial | Νάξος, Απείρανθος | |
dc.date.accessioned | 2016-01-15T11:10:21Z | |
dc.date.available | 2016-01-15T11:10:21Z | |
dc.date.issued | 1925 | |
dc.identifier.uri | http://hdl.handle.net/20.500.11853/297434 | |
dc.language | Ελληνική - Κοινή ελληνική | |
dc.language.iso | gre | |
dc.rights | Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές | |
dc.rights.uri | https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el | |
dc.title | Τον παλαιόν καιρό, παιδί μου βρουκολακιάζουνε9=βρυκολακιάζανε)πεθαίνανε και σηκωνέτανε από τα μνήματα και γυρίζουν εδώ κι εκεί)οι αρθρώποι, γιατί δεν τωνε βάνασι dην πετάρα στο στόμα dώνε, κι ήτονε, λέει, καμιά βολά κανένας άρθωπος κι είχε δουλειά αναγκαία να πάη τη νύχτα στ’ακρωτήρι, κι ήπιασε λοιπό κι ήμπε (=μπήκε) σ’ένα σακκί (=μεγάλο τσουβάλι, σακκί εγχώριο φαντό, με χοντρό μάλλινο φάδι (=νήμα)φαμένο με τέσσερα φύλλα και μακρυό πολύ)και φορτώσανε στο άδαρο τα πρώτα κείνο κι ύστερα φορτώσασι dα φαγιά dου, γιατί εδούλια(φοβότανε)τζοί βροκολάκοι(ή βρυκολάκοι), που ‘θελε να τα’απαντήξουσιστή στράτα,γιατί ετότες (τότε)ήτανε σαν τη στάχτη μες τσι ρίμνες (=παρά πολλοί βρυκολάκοι μες στους δρόμους) Εδιακίνησε (=ξεκίνησε)λοιπόν κι ήφυε, κι ότι κι ελάργαρεν (=πήγε μακρυά) το χωριό πα (πάει) ένας βρουκόλακας κι ήψαχε(=έψαχνε) dο άδαρο. Είδε λοιπό το σακκί που ‘τον (ήτανε)ο άρθωπος μέσα, μα δεν εκατάλαβεν τότα. Είδε και τα φαγιά ‘που (από)πάνω φορτωμένα. Ηγγιξε λοιπό το χέρι dου στα φαγιά κι ήλεε (=έλεγε) Για ε τα’απανωώμι (=το επάνω)_κι ήβανε το χέρι dου στο σακκί, που ‘τον ο άρθρωπος κι ήλεε : Για έ (για ιδές)το κατωώμι, κι άμ’ ο αδουροgράχτης; Απίσω ν’ακόμη. Και στρέφουνταν (γυρνούσε)απίσω κι ήτρεχεν, ο άδαρος όμως επορπάθιε (επορπατούσε) κι ήρχουνταν ο βρυκόλακας και τον ήσωνε (=τον έφτανε, πηαγινε κοντά του)κι επάαινε bάλι κοντά dου κι ήλεε : Για ε τα’απανωώμι, για ε το κατωώμι κι άμ’ ο αδουροgράχτης, απίσω ν’ακόμη; Κι εστρέφουντανε πάλι απίσω κι ορημος ο άρθωπος πλιά ήτρεμεν η καρδιά dου μες στο σακκί κι είνουντανε (γινότανε)φτή η δουλειά, ώσπου κι ήσωσεν πλιά και ξέφεξε και παρατησεν τονε. | |
dc.type | Παραδόσεις | el |
dc.description.drawernumber | Παραδόσεις ΛΖ΄- ΜΕ΄ | |
dc.relation.source | Αρ. 1441, σελ. 185, Διαλεχτής Ζευγώλη, Απείρανθος Νάξου, 1925 | |
dc.relation.sourceindex | 1441 | |
dc.relation.sourcetype | Αρχείο χειρογράφων | |
dc.description.bitstream | D_PAA_06149w, D_PAA_06149w2, D_PAA_06149w3 | |
dc.subject.legend | Παράδοση ΛΖ | |
edm.dataProvider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.dataProvider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.provider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.provider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.type | TEXT | |
dc.coverage.geoname | 8133697/Νάξος, Απείρανθος | |