Πιστεύεται ότι υπάρχουν διαβόλοι και ότι όλα τα κακά που γίνονται ο διάβολος βάνει την ουρά του. Ο διάβολος λέγεται και πειρασμός. Μία γυναίκα επήγε μονάχη σε μέρος που ξυπά και βγαίνουν διαόλοι. Αυτή με θάρρος γδύνεται και χόρευε μπροστά τους, ο πρώτος διάολος την εκύτταζε και είπε: «Είδα γω πολλούς βορβόρους (διαόλους), μα τέτοιο βόρβορα δεν είδα νάχη τα μαλλιά στα σκέλια και δυο βόλια στο στομάχι.» Κι αμέσως εχαθήκανε όλοι. Πιστεύεται ότι ο πειρασμός μπαίνει στο σώμα του ανθρώπου, αρρωστά και μιλεί όχι ιδικές του σκέψεις αλλ’ ότι θέλει ο διάολος. Σχετική είναι η εξής διήγηση. «Μια κόρη είχε μέσα της, «τον έξω απ’ οδώ» την εφέρανε εις την Μονή Μυρτιδίων οι γονείς της. Πολλοί παπάδες της εδιάβαζαν εξορκισμούς να διώξουν τον διάολο, αλλά κανείς δεν μπορούσε. Επί πλέον τους έλεγε, ό,τι κανείς δεν μπορούσε. Επί πλέον τους έλεγε, ό,τι κακές πράξεις είχαν κάμει. «Εσύ, μωρέ, παπά έσπασες τα παίδια της παπαδιάς από το ξύλο, εσύ παππά βλαστημάς δε σε φοβώμαι κ.τ.τ Σαν όμως επήγε κι ο παπά Θοδωρής ο Μεταξάς από το Δρυμώνα και μπήκε στην εκκλησία, άρχισε η κόρη να κτυπιέται και φώζε: «Φύγε, φύγε, γιατί σένα σε φοβάμαι. Ο παππάς όταν φόρεσε το πατράχι του την εσταύρωνε και της εδιάβασε εξορκισμούς και διέτασσε: «Φύγε πειρασμέ κι άφησε το κορίτσι.» Με τα πολλά διαβάσματα το κορίτσι έγινε καλά. Αλλ’ ο παπάς από τότες εβλάφτηκε, άρχισε να πίνη μα μεθά, έβλαψε την υγεία του και είχε κακά στερνά.
Τόπος Καταγραφής
ΚύθηραΧρόνος καταγραφής
1958Πηγή
Λ. Α. αρ. 2327, σελ. 204 – 205, Ιωάνν. Π. Κασιμάτη, Κύθηρα, 1958Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
2327, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT