Εμφάνιση απλής εγγραφής

dc.contributor.authorΚυριακού, Ιωάννης Ν.
dc.coverage.spatialΘήρα (Σαντορίνη)
dc.date.accessioned2016-01-15T11:09:06Z
dc.date.available2016-01-15T11:09:06Z
dc.identifier.urihttp://hdl.handle.net/20.500.11853/295701
dc.languageΕλληνική - Λόγια ελληνική
dc.language.isogre
dc.rightsΑναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
dc.rights.urihttps://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el
dc.titleΑναράϊδες ή Δουλβιάσματα (δεν βήφ: φ: μάλλον) Την συνάντησιν αυτού ενός εύγουν ει απουσίον εις κακοδωρόξενον. Αυταί περιδιαβάζουν συνήθως κατά την μεσημβρίαν ΄ς το μεσονύκτιον. Κατά τας μέσας νύσται άρρην ίσας Νηρηΐς, ο Μεσανύχτης καλούμενος, ίσταται από του ενός κωδωνοστασίου δια του ενός ποδός μέχρι του ετέρου (άλλης ενορίας) δια του άλλου ποδός! Ουαί δε εκείνω όστις διήλθη κάτωθεν της κολοσσιαίες σκαλών αυτού. Τας ώρας ταύτας οι οδοπορούντες πρέπει ν’ αποφύγουν τας Τρόδαις, να μη παραλλάσσουν τη χειραχθήσαν οδού ή να μη θεάνται ένθεν κάτωθεν, αλλά να προσεύχονται εσωτερικώς. Κάλλιστον δε πάντων να μη εξέρχεται τα του οίκου, πριν να σημάνη ο όρθρος. Εάν δε που συναντήσης αυτάς, δέον να μείνη άναυδος ούτε πράττω ούτε λέγουν τι, αλλ’ οδεύων λίαν ισκευσμένως ‘ς εν προσευχή, σταυροκοπούμενος και επιτιμώ το πνεύματα, ουδεμίαν δίδων προσοχήν εις τας προσαγορεύσεις και εις τα επ’ αυτού ριπτόμενα λιθάρια. Εάν δι αιφνιδίως καταλάβουν αυτού αι Νεραϊδες και εξαναγκάσουν, τότε γενέσθαι επίδειξας μαχαίρας με λαβήν μαύρην. Εν πάση όμως περίπτωση ανάγκη να μείνη ενεός ‘ς ομαλός ο ταύτας βλίπων, διότι ηφαιρούν την λαλιάν. «Οι Ανεράϊδες παίρνουν τη λαλιά, ρίχτουνε πετριές, σουλλούνε το μαυρομάνικο μαχαίρι, και άμα πης το κουτάκια πως παίρνουσι ψορίτι και αλλακούσιν. «Τίνες λαβόντος εν αγνοία συνέντευξιν μετά των νηρήϊδων, εις λέγουν, ας υπέλαβον κοινάς γυναικός παριέστησαν τοις άνω σωματέμασι. Οι εξοικειωμένοι και μεμυημένοι εκ τα των Νηρηΐδων, και των συγγενών ονομάτων (δουλφάσματα), ήτοι οι αλαφρόστιχοι, άλλως πνευματισταί, διηγούνται ότι αι Νηρηΐδες είναι αι ευειδείς πάνιδες κρατούσαι εις τους χυμούς άτρακτον να νήθονται άδοσιν ευχαρίστως. Η ευ των αυτών παριστάνονται ως μεταβάλλουνται την μορφήν και του ιματισμού ποικολοτρόπος, ως αρχούμενης εις τα αλώνια, και ως διωκούσαι τροχέσην τινά, αφού μακρόθεν προσαγορώσεσεν (τον βάζουν στη κάτσα), και αν δεν προλάβουν φεύγοντα ή αν κρυφθή εις απηγορευμένον αυταίς μέρος (ναού), ει ρίστουσαι εσ’ αυτού το λύπην νήματος δι ου ανακλενέσιν η μαγνητίζουν αυτόν. Κατά τη μεσημβρίαν ή το μεσονύκτιον εμφανίζονται εκ τα ειρημένα μέρη τυρβάζονται, ερχούμεναι, ‘ς αλαλάζουναι του προστύχονται ασαντέσαι όχι αναρχούνται αυτά ή παίζουσιν. Πολλά μάλιστα, αλλ’ εννοείται εκ των αλαφροστίχων διακηρύττουσι κομπάζοντας ότι εχόρευσαν με τοας νηρηΐδας και συνευωχήθησαν. Αι Νεραϊδες άδουν ως πτηνά, γλυρίζουν αι χήρες ‘ς διαφόρων άλλων ζώων μιμούνται τας φωνάς κρόουν τύμπανα, αποτελών μουσικές συναυλίας και ταύτα πάντα βλέπουν ‘ς ακούσουν στ’ αλαφρόστιχος μόνον! Ώ κακαί κεφαλαί! Τα μέρη εις α ισχιότερον παραγίγνονται η ενδιοκτόντα είναι αι Τριάδες, τα λαγκάδια και τ’ αλώνια. Τα μέρη ταύτα καλούνται βλαβερά και αι ώρα βλαβερά καθ’ ως εμφανίζονται. Παν και νυν φόρεμα αμφιέννυνται πρώτον αι Νηρηίδες «Το καινουργιορραμένο ρούχο αι Νεράϊδες θα τον πρωτοβάλουν». Διηγούνται το εξής ανέκδοτον συμβάν εις το χωρίον Ημεροβίγλο. «Νυκτός ώρα έκρουνε την θύραν της μαμμής άνθρωπος, αφού αυτή ήνηξεν, είδε λειχειμονούσαν νέαν αιτούσαν όπως μεταβάση ελλοχεύση την αδελφήν αυτής η μαμμή με εννοήσασα κατ’ αρχάς ήρχισε να ακολουθή την λευχείμονα νέαν, αλλά βλέπει ότι άγει αυτήν εκτός του χωρίου, έως να σκεφθή το πράγμα η μαμμή, η Νέα ανασηκώσασα αλυμνιάν εισήγαγε δια καταπακτής εαυτών μετά της μαμμής εκ τινα υπόγειον αίθουσαν κοσμίας, πλουσίως επιπλωμένηνι – Μαμμή, την λέγει, σε παρακαλώ να κάμης πάντα τρόπον όπως το τυχθησόμενον είναι άρρεν, θέλ’ν δε σε ανταμείψει με χρυσόν κ αργύριον. Η μαμμή εις τοιούτον ευρεθείσα δίλημμα και φοβουμένη ως ήδη την απάτην νενσηκυία εμηχανήσατο: κατασηκόσασα εκ καιρού ανδρικού μόριου δια που ενδεχόμενον, προσεκόλλησιν εις το τυχαίως τεχθέν θήλυ. Τα σιδνόνια τα παρατηρήσασα η μαμμή ότι είναι καινά τιν της γνωστής συγχωρίτιδος έχρονεν αυτά δια του αίματος του νεολιόκτου όπως ίδη το αποσβηνόμενον, αναχωρήσασα λίγος απήλθεν λαβήδα πλάσια πλούσια δώρα τος όγκον χρυσού παρά της λεχωΐδος ες οπεδρα δρομαίες εις την οποίαν της παραδοθείσα έντρομος εκ τον ένον, ότε αίφνης διακόπτεται δια των στίχων Κερά μαμμή , κερά μαμμή, το μάλαμα που σού δωκα μιολύβι να γενή. Η λεχώ σπαργανώνουσα το βρέφος είδε την απάτην κ έτρεξε ώρα την μαμμήν. Την εναύριον η μαμμή εκοινολόγουσι το πράγμα, μεταβάσα δι εις την οικίαν της εζήτησε τα σινδόνια της ο εν έδειξε το σημείον του αίματος (ασυνάρτηση η διήγηση, δυσανάγνωστος) Συνιστώσι δε την εκ των μερών τούτων, περί εν είπομεν, και κατά τας ώρας ταύται απομακρύνουν, το σημείον την Πάρου, ς ευχάς σιγή (Άγιος ο Θεός, τον εξάψαλμον) ούτω και αι Νεράϊδες ‘΄ς τον ακάθαρτον πνεύμα τρέπονται εις φυγήν εσαφήνοντα όπισθεν αραιομένη κοκφτού «Σκονόβολον ή ανεμοσουσουρίδα». Οι τοιούτοι αλαφρόστιχος διατείνονται ότι βλέπουν Αγίους, ‘ς άλλους διαβόλους εις μορφάς διαφόρας, ενθυμούμαι ιερέα όντας μου έλεγεν ότι πηγαίνων να λειτουργήση εις το εξωκλείσιον απήντησε μίαν γουρούναν (Σκρόφου) με τα χοιρίστά της, νη υπέλαβον ο διάβολος με τα διαβολόσκλα. Παραδέχομαι ότι οι τοιούτοι κατέχονται από μανίας» έθοσεν προηγουμένως τω Βάκχω. Οι Ναϊδες ακούονται τας διηγήσεις ταύται, επί εν μεσημβρίαν τύχωσιν εις μέρες απέχουν της πόλεως, εμπνέουν φόβου βαδίζουν δρομαίες κ τραυλίζουν προσευχόμενη κ σταυροκοπημένη. Ούτε ουρώσιν ούτι είνουνιν εις μέρες ένοστον (βλαβερόν) Εν εξοχή δι είνοντες οι παίδες από τινος ρυάκος ή Γούρνας εκθέτουν εις το ύδωρ Λαυρόν εκ δε ξυλάριων έτραυλίζουν τα εξής: «Πιν ο θειός πιν’ η θειέ, είν’ αφέντης ο Χριστός, πίνει δώδεκ’ Απόστολοι πίνω και εγώ», και τότες πινονέχοντος φουρμουνμένα τέχεις η επί του σταυρού.
dc.typeΠαραδόσειςel
dc.description.drawernumberΠαραδόσεις ΚΣΤ΄ - ΛΣΤ΄
dc.relation.sourceΑρ. 506 – 105, Θήρα, Ι. Κυριακού
dc.relation.sourceindex506
dc.relation.sourcetypeΑρχείο χειρογράφων
dc.description.bitstreamD_PAA_04439w, D_PAA_04439w2, D_PAA_04439w3, D_PAA_04439w4, D_PAA_04439w5
dc.subject.legendΠαράδοση ΚΣΤ
edm.dataProviderΚέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνώνel
edm.dataProviderHellenic Folklore Research Center, Academy of Athensen
edm.providerΚέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνώνel
edm.providerHellenic Folklore Research Center, Academy of Athensen
edm.typeTEXT
dc.coverage.geoname8133832/Θήρα (Σαντορίνη)


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

ΑρχείαΜέγεθοςΤύποςΠροβολή

Δεν υπάρχουν αρχεία που να σχετίζονται με αυτό το τεκμήριο.

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στις ακόλουθες συλλογές

  • Παραδόσεις
    Παραδόσεις ή θρύλοι λέγονται οι λαϊκές προφορικές διηγήσεις που συνδέονται με συγκεκριμένους τόπους, χρόνους και χαρακτήρες, και θεωρούνται αληθινές.

Εμφάνιση απλής εγγραφής

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
Εκτός απ 'όπου διευκρινίζεται διαφορετικά, η άδεια αυτού του τεκμηρίου περιγράφεται ως Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές