Μπάμπα
Στη Κρανιά υψώνεται μεγαλόπρεπο ένα βουνό, που οι παλιοί χωριανοί νοματίσανε Μπάμπα γιατί ένα πρωϊνό λίγο πριν ανατείλει ο ήλιος πάνω στη κορφή του ξεφανερώθηκε, μια γριά με σταχτόασπρη φούστα, μαύρο σάκκο, ασημένιο ζωνάρι, μπουρμπουλωμένη με τριανταφυλλί κεφαλομάντηλο, να γνέθει την κόκκινη τλούπα του μαλλιού στη μεγάλη ρόκκα πουχε περασμένη στην αμασχάλη, στρίβοντας χρυσό αδράχτι και σφοντύλι λαμπερό σα διαμάντι. Ο τσιοπάνης που την πρωτοείδε, έλεγε ότι η γριά στάθηκε λίγο στη ράχη κι ύστερα γίνηκε αντάρα και χάθηκε απ’ τα μάτια του. Ο διπλανός τσιοπάνης έλεγε πως είδε τη γριά να πέφτει χάμου και υποστήριζε πως πέθανε ή σκοτώθηκε κάπου εκεί κοντά στη ράχη. Ψάξανε όμως και δεν την βρήκαν πουθενά. Τότες ξήγησαν πως θα την πήραν οι καλότιες. Ένας χωριανός είπε πως η γριά θάταν φάντασμα και χάθηκε, άλλος είπε πως είταν Νεράϊδα και σαν βάρεσε ο ήλιος πήγε να κρυφτεί στη σπηλιά, ο παπάς του χωριού υποστήριζε πως είταν η Παναγιά και πως κάποιο θαύμα θα γίνει. Τέλος ένας γραμματιζούμενος άπιστος Θωμάς γελώντας έλεγε, πως εκείνο που είδαν όλοι πάνω στη ράχη, δεν είταν ούτε γριά μήτε ήσκιος, ούτε Νεράϊδα, μήτε Παναγιά. Είταν έλεγε ένα γκριζόασπρο συνεφάκι που το ρόδισε ο ήλιος και τούδωσε τη μορφή της γριάς. Από τότες ως τα σήμερα το βουνό, έμεινε νάχει τ’ όνομα «Μπάμπα». [Μπάμπα= λέξη Κβλχ. Η γριά, η βαβά]
Τόπος Καταγραφής
ΤρίκαλαΧρόνος καταγραφής
1948Πηγή
Αλεξ. Κ. Χατζηγάκη, Παραδόσεις τ' Ασπροποτάμου, Τρίκαλα, 1948, σελ. 141, αρ. 287Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Παραδόσεις τ' Ασπροποτάμου, ΒιβλίοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT