Μια μαμή είχαμε γειτόνισσα πριν από 60 χρόνια τη Μπάμπα Βαγγέλιτσα (=γιαγιά). Όταν πήγαινε ο άνθρωπος να την πάρη για την γυναίκα που θα την ξεγεννήση, επήγαινε νύκτα και δε ρωτούσε η μαμή που θα πάη. Ακολουθούσε χωρίς να μιλήση. Ούτε αυτός μιλεί. Αυτός μπροστά κι αυτή πίσω. Αντί να την πάη σε σπίτι, την πήγε στον γκρεμνό (=δρόμο) που κατεβαίνανε για το λόγγο (= πεδιάδα) σε μια σπηλιά. Της μαμής της φάνηκε πως είναι δωμάτιο επιπλωμένο και είδε και γυναίκες να κάθωνται στολισμένες με ρούχα της γειτονιάς της που εγνώριζε ποιωνών γυναικών ήτανε. Αυτές οι γυναίκες ελέγανε μεταξύ τως. Κρίμα η καημάνη η μαμή, εάν γεννηθή θηλυκό θα τη χάσου (= θα την σκοτώσουν). Εάν είναι αγόρι την ποδιά της θα την γεμίσουν λεφτά. Αυτή τα άκουγε όλα. Εγεννήθηκε αγόρι. Ο νοικοκύρης της έδωσε λεφτά. Όταν γύρισε στο σπίτι τα λεφτά που της έδωσαν είδε η μαμή πως ήταν τσόφλια από κρεμμύδι. Στην σπηλιά όταν γεννήθηκε το παιδί εχάρηκαν που ήταν αγόρι κ’ έκαμαν λαγγίτες να φάνε. Η μαμή επήρε ζυμάρι κ’ εσημάδεψε κρυφά το νυφικό φουστάνι της γειτόνισσας της (της μάννας του Στουΐδη Μιχαήλ). Την άλλη μέρα πάει στο σπίτι του Στουΐδη η μαμή και της λέει «βγάλε το νυφικό σου να το δω». Αυτή απόρησε «τι το θέλεις;» Βγάλε το να το ιδώ. Αυτή το έβγαλε και τότε η μαμή είδε το ζυμάρι στο φόρεμα και τότε η μαμή της είπε όλην την ιστορία που έπαθε.
Τόπος Καταγραφής
Πέλλα, ΈδεσσαΧρόνος καταγραφής
1961Πηγή
Λ. Α. αρ. 2394, σελ. 9 - 10, Γεωργ. Κ. Σπυριδάκη, Έδεσσα Πέλλης, 1961Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
2394, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT