dc.contributor.author | Ιωαννίδου, Μ. | |
dc.coverage.spatial | Βοιωτία, Αράχωβα | |
dc.date.accessioned | 2016-01-15T11:08:33Z | |
dc.date.available | 2016-01-15T11:08:33Z | |
dc.date.issued | 1938 | |
dc.identifier.uri | http://hdl.handle.net/20.500.11853/294955 | |
dc.language | Ελληνική - Κοινή ελληνική | |
dc.language.iso | gre | |
dc.rights | Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές | |
dc.rights.uri | https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el | |
dc.title | Μια εποχή ο πατέρας τους (Χριστόφορος Μελιγκούρας) ήφερναν το άλεσμα, είχε πάει στο μύλο, στο Καστρί με το Γεώργη της Μαμαλίνας, ένα χαλκιά. Είχε ένα γαιδουράκι αυτός. Ο πατέρας τους είχε ένα μπλάρ άσπρο. Το βράδυ, τη νύχτα στις 12 πουρχόντουσαν, στον Άη Γεώργη ακριβώς κεί που πδάει το νερό τηράν έναν άνθρωπο, καθότανε την νύχτα τον εχθρό-φρουλάτισε. Από πίσω το γαιδουράκι του Μάμαλη. ‘’Βρε Γεώργη λέει’’. –Τι θές ; -Λέπεις ; τήρα τον μπάρμπα μου τον Κώστα καταντίπ’ τη μέσ’ το δρόμο. (Έβλεπαν έναν άνθρωπο). Τράβα λέει το γάιδαρο για να πιράσ’ και το μπλάρι. Μόλις τραβάει το ζώ περνάν , τηράν κάθοταν το ζούδιο με την πατατικούλα του – σαν άνθρωπος ξαπλωμένος χάμου. Τραβάει το γάιδαρό του να πάη να πιή νερό ο ένας ο Χριστόφορος να ποτίσ’ το ζώ. Ο Μάμαλης τράβηξε δε δίψαγε το δικό του. Το ζούδιο γίνηκε ένα σκυλάκι. Δεν το είδε αυτός. Έρχεται στο σπίτι. Ξιφορτώνει. Ερχόταν με φόβο. Κλέινει την πόρτα. Αυτό χτύπαγ’ την πόρτα. Σεισμός βουβουβου! Στο σπίτι. Να χαθή το ψοφίμι είναι (το σκυλί). Κύτταξε 2 φορές, τίποτα δεν λέπει. Ματαέρχοται ένας ταραμός. Άει σήκω σεν είν’ καλό απόψε. Κατ’ ήρθ’ απ’ το μύλο κοντά σου λέει ο γέρος ούλοι. Το άλλο βράδυ κατά τις 8 το ίδιο χωρίς να βλέπουν τίποτα. Φέρνουντον παπά να διαβάση τίποτε δεν έκανε. Ένα χειμώνα δεν ησύχασε. Απ’το βράδυ μόλις σιρίπωνε έως τα χαράματα. Κάθε μέρα φέρναν τον παπά και τάγια κειμήλια. Από καιρό δεν μετάκουσαν τίποτα πια, αφού διάβασ’ ο παπάς στο τέλος όλα τα γράμματα και δεν υπάρχει τίποτ’άλλο. Χάθκε πια. (Κατ’ήρθ’ απ’το μύλο= Μέσ’ το μύλο είναι πάντα κάτι κρούσμα. Και στα λιοτριβιά (είναι κρουσματάρες οι μηχανές) δεν κοιμάται κανείς γιατί κρατιέται, μουγκαίνει, ούτε κτίζουν σπίτι σε τέτοιους τόπους. Λέγεται : ‘’κρουσματάρικο σπίτι’’, Κειμήλια= Λείψανα του Αγ, Χαραλάμπο σε μια ταγάρα τάχουν στην εκκλησιά της Παναγίας. Είναι προίκα στην οικογένεια του Παπαλάμπρου. Κάνει καλό να τα πάρουν για τρείς μέρες στο σπίτι.) | |
dc.type | Παραδόσεις | el |
dc.description.drawernumber | Παραδόσεις ΙΣΤ΄- ΚΕ΄ | |
dc.relation.source | Αρ. 1153 Α, σελ. 100, 3, Αράχοβα, Μ. Ιωαννίδου, 1938 | |
dc.relation.sourceindex | 1153 Α | |
dc.relation.sourcetype | Αρχείο χειρογράφων | |
dc.description.bitstream | D_PAA_03686w, D_PAA_03686w2, D_PAA_03686w3 | |
dc.subject.legend | Παράδοση ΚΑ | |
edm.dataProvider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.dataProvider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.provider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.provider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.type | TEXT | |
dc.coverage.geoname | 251851/Βοιωτία, Αράχωβα | |