Παράδοσις τα στοιχειά
Ο παππούς μου ήτανε Σαμιώτης κ’ είχε τρία ασερνικά παιδιά. Από ‘κει ήφυε κ’ ήρθε εδώ στη Λέρο κ’ εκατακάθισε (=εγκατεστάθη). Το σπίτι που ‘γοράσενε ήτανε κοντά στην εκκλησία της Αγ. Παρασκευής (= κάτω ‘πό το Κάστρο). Εκείνα τα χρόνια εθάβγανε τσ’ αθρώπους στην Αγιά Παρασκευή. Αυτό το μοναστήρι είχε δυο ξώπορτες, μια κατά τη θάλασσα κατά το Λεβάντε και την άλλη κατά το μαΐστρο. Τα παιδιά αυτά σαν ήρθανε σε ηλικία, 18, 20 χρονώ, έπαιρνε τα παιδιά κ’ επήανε μέσ’ στην Ανατολή (Μ. Ασία) και πηαίνανε κ’ εθερίζανε για μεροκάματο. Επαίρνανε αντίς λεφτά σιτάρι κριθάρι ροβίθια, από όλα τα γεννήμτα. Μετά εγυρίσανε στο σπίτιν τως. Ο ένας αδερφός είχε πάρει θέρμη (- ελονοσία) ‘πό την Ανατολή κ’ ήταν άρρωστος στο σπίτι. Ο δεύτερος αδερφός θέλησε να πάη σφουγγαράς με τους Καλύμνιους. Επήγαν στα σφουγγάρια προς τον Άϊν – Τάφο κ’ επήε κ’ εγίνηκε Χατζής. Εκεί οι καλογέροι του ‘δώκα τα χριστιανικά ντου (=δηλ. το σάβανον δια την Ταφήν του). Ο τρίτος αδερφός ήξερε κ’ ήπαιζε τσαμπούνα. Μια βραδιά ‘γίνηκε διασκέδασι στη γειτονιά. Κατά η ώρα οχτώ, πάνω που βγαίνουν τ' άστρα, ήρθε ένας γείτονας και του φωνάζει να πάρη την τσαμπούνα να πάη να διασκεδάσουνε. Όταν επήε το παιδί άρχισε να παίζη την τσαμπούνα, Επλησίασε μεσάνυχτα κ’ εσκολάσα τη διασκέδασι. Το παιδί όταν ήφυε κ’ επήαινε για το σπίτι εμπήκε από την πόρτα της αγίας Παρασκευής που ήτο προς το Λεβάντε να περάση από την άλλη να πάη στο σπίτι. Μόλις πέρασε την πόρτα του Λεβάντε τον ακλούθησε ένα μαλλιαρό σκυλλάκι άσπρο κι όλο στην μπάντα του πήαινε κ’ ήτρεχε όλο από μπροστά του. Φτάνει ο τσαμπουνιέρης στο σπίτι και χτυπά την πόρτα. μπαίνει μέσα για να κοιμηθή. Αυτός που ‘χε την θέρμη δεν εμπόρειε να κοιμηθή. Στο μεταξύ ακούει αυτός ο άρρωστος έναν άθρωπο μές στο σπίτι κ’ είχε βάλει τα ποδήματα του πατέρα ντου, μετά θωρεί ένα άθρωπο κ’ είχε βάλει μέσα σ’ ένα καζάνι διάφορα μαγερέματα (=όσπρια) κ’ ήσπερνε στο σπίτι. Ο άρρωστος γιος ξυπνά τον πατέρα του και του λέει: Άθρωπος μέσ’ στο σπίτι. Ο πατέρας βγάζει το σώβρακό ντου και το πετά πάνω στον άθρωπο που ‘σπερνε στο σπίτι. Αυτός πιάνει το σώβρακο και το κάνει φυτίλια (=κλωστές). Ξαναπετά ένα άλλο ρούχο. Αυτό έπεσε στο μπαούλο που είχε ο άλλος γυιός τα χριστιανικά ντου. Δεν επλησίασε να το πιάση. Τότες ο πατέρας σηκώνει τον κώλο του και σύρνει ένα πόρδο και έρριξε τες πόρτες κάτω και έφυγε το φάντασμα από το σπίτι.
Τόπος Καταγραφής
ΛέροςΧρόνος καταγραφής
1958Πηγή
Λ. Α. αρ. 2279, σελ. 355 – 358, Γεωργ. Κ. Σπυριδάκη, Λέρος, 1958Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
2279, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT
Γλώσσα
Ελληνική - Κοινή ελληνικήΣυρτάρι
Παραδόσεις ΚΣΤ΄ - ΛΣΤ΄Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Παράδοση ΛΒΤίτλος παράδοσης
Παράδοσις τα στοιχειάΣτοιχεία πληροφορητή
Ευαγγέλου, Γεώργιος Άνδρας 69 ΑγράμματοςΣυλλογές
Εκτός απ 'όπου διευκρινίζεται διαφορετικά, η άδεια αυτού του τεκμηρίου περιγράφεται ως Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
Σχετικές εγγραφές
Προβολή εγγραφών σχετικών με κείμενο, συλλογέα, δημιουργό και θέματα.