Μια φορά ‘τονε ένας άθρωπος πολλά πλούσος με καμήλες και με οζά, μα και περίστα καλώς. Ποτέ δεν εβγήκε ψυχρός λόγος απού τη μούρη ύτου. Ότι γκιάν ήθελα κάμη κι ότι γκιάν ήθελα πάθη ήλεγε : ‘’Δόξα σοι ο θεός’’. Ο μισόκαλός του ζήλεψε κι επήγι κι εξέρασε στοι γούρνες απου πίνανε νερό τα οζά ντου κι εψοφήσανε όλα. Αυτός δεν είπε πάλι βλάστημο λόγο, μόνο ήλεγε : ‘’Δόξα σοι ο θεός! ‘’ Δόξα σοι ο θεός! Μέρα νύχτα ‘’Δόξα σοι ο θεός’’ Έρχεται θανατικό ποθαίνουν τα παιδιά ντου, αυτός πάλι ‘’Δόξα σοι ο θεός’’ Μιαν ημέρα η γυναίκα ντου πάει και του λέει : Nα πής ένα βλάστημο λόγο να μάσε ξανάρθουνε τα καλά μας. Εμένα μου τόπενε ένας άθρωπος α μπού μου πάντηξε στο δρόμο. – Ίντα ; επάντηξε σου πάλι ο μισόκαλος ; Δε βλαστημώ ‘γώ ‘’Δόξα σοι ο θεός’’. Στην υστεργιά ελούβιασε κι εγέμησε σκουλήκους κι ήτονε χωσμένος μέσα στην κοπρά κι το λαιμό. Η γυναίκα ντου πήγαινε στη βολίτσα και του ‘φερνεν ένα κομμάτι ψωμί και το ‘τρωε,μα όλο του γογγυζε. ‘’Να πάς ένα βλαστημο λόγο να γενής καλά και να μάσε ξανάρθουνε τα καλά μας. – Όχι! Εγώ δε σε λέω βλάστημο λόγο, μόνο ‘’δόξα σοι ο θεός’’ ΄΄δόξα σοι ο θεός’’ Σαν είδεν ο θεός την υπομονή ντου, πέμπει έναν άγγελο και τόνε πιάνει από τα μαλλιά και τόνε ξετινάσει και πέφτουνε οι σκουλήκαι χάμαι. Αυτός να τσι δή το στενοχωρέθηκε. ‘’Κι ίντα δα γενούνε δα κεινοιε οι σκουλήκαι ; Ίντα δα τρώνε ; Λέει του ο άγγελος. –Αυτοί δα τρώνε τα φύλλα του δέντρου να κάνουνε μετάξι’’. Απούσταν τότεσα κι οπίου εβγήκε το μεταξαριό. (μισοκαλός= διάβολος )
Τόπος Καταγραφής
Κρήτη, Μεραμβέλλο, ΛατσίδαΧρόνος καταγραφής
1938Πηγή
Αρ. 1162 Β, σελ. 120-121, Μ. Λιουδάκη, Μεραμβέλλο, Λάτσιδα, 1938Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
1162 Β, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT