Άγιος Αθανάσιος
Η μικρή η Παλούκουβα είχι ένα ξουκλήσ’ π’ του λένι Άη Θανάσ’. Κ’ ήταν νιά εικουνίτσα τρυπουμέν’ μέσα σι νιά κφάλα μνιανού δέντρ. (Κουφάλα ενός δένδρου). Απάν ν εικόνα πέρναϊ βρουμούσα. (Απάνω ‘ς την εικόνα πέρναγε βρωμούσα (έντομον). Ου Αηθανάης φάν’κι μ’ άσπρα γένεια κι’ άσπρα μαλλιά ‘ς ένα κουρίτσ’ τώρα κι δυό χρόνια κι τα’ λέει : να πά να πής τ παπά κι τ χουργιανών ούλουν να μ φκειάσνι ν ικκλησιά, γιατ είμι απάν ‘ς του δέντρου κι μι τρών τα μυρμήγκια, ει δ άλλους θα του βλιάξου τούτου του χουργιό. Κι του σπίτ τα Λιουνίδα τ Μπουμπούλα ιγώ το καψα κι πάλι άλλου αν φκείασ’, πάλι θα ξανακάψου! Του κουρίτσ’ πήι κι του είπι τα μάννας τ κι τα πατέρα τ κι τ παπά κι δεν του πίστιβαν’ τόλιγαν (του έλεγαν) πως παλάβουσι. Αλλά μάτα φαν’ κι ου Άϊους κι έλιι τ κουρτσιού κι του κουρίτσ’ παϊνι κάθι μέρα κ έλιι τς μάννας τ κι τ παπά όσου π ανάγκασι τς χοριανούς να φκειάσνι τν ικκλησιά. Την ανωτέρω παράδοσιν περί εμφανίσεως του Αγίου Αθανασίου εις ένα κορίτσι εις την Παλούκοβαν της Ναυπακτίας ήκουσα πρά αυτού εκ Στρωμίνιανης Φώτη Παπαδημητρίου
Τόπος Καταγραφής
ΑιτωλίαΧρόνος καταγραφής
1914Πηγή
Δ. Λουκόπουλος, Αιτωλία, Λαογραφία Δ, 1913 – 1914, σελ. 431Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Λαογραφία, Δ, ΠεριοδικόΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT