Αναζήτηση
Αποτελέσματα 101-200 από 203
Κάλλιο Θεού οργή παρά κοσμοβοή
(1952)
Από τη συλλογη Λιβιεράτου
Για να ζήση κανείς στη Ρεντίνα πρέπει να είναι ή σιδερένιος ή μαλαματένιος
(1959)
Δηλαδή να έχη αντοχή ή χρήμα
Του Κούτσουρου το κ'θάρι, του Μάρτη το 'ρίφι
(1951)
Του Φλεβάρη το κριθάρι, του Μάρτη το κατσίκι. Στους δυό τούτους μήνες φαίνεται αν θα πάνε καλά τα σιτηρά και τα γιδοπρόβατα
Ο Κούτσουρος 'α κουτσερέψει
(1951)
Ο Κούτσουρος θα κουτσουρέψει
Ο Μάης έχει τ' όνομα κι ο Θεριστής την πείνα
(1952)
Πιο πολλή πείνα υπάρχει τον Ιούνιο
Το νερό 'ς τον Gούτσουρ' έν θεό
(1951)
Το νερό από το Φλεβάρη είναι θολό. Με τις βροχές και τις πλημμύρες που κάνει το Φλεβάρη, τα ποτάμια θολώνουν. Αλληγορικά: υπάρχει πάντα κάποιος που φταίει για ό,τι ανάποδο γίνεται
Του Κούτσουτου το σόνι έν' σο τεγάνι 'πέσου
(1951)
Κούτσουρος = Φλεβάρης
Μο την gούρβα του 'νεγκώθει, ίνεται κούρβα
(1951)
Με την πόρνη όποια γυρίζει, γίνεται πόρνη
Έγινα το περγέλιο του κόσμου
(1940)
Ένι ανdί κουτσούκ – σου
(1951)
Κουτσούκ – σου = λιγοστό νερό
Πόχει στα ξένα καρτερεί, και στη σκλαβιά παντέχει
(1952)
Παντέχω = περιμένω
Ήτου λαϊκκον dο φαϊ, κάτσαν dα μαμούτσε έφαγαν dα, έσεσαν dα τσόας
(1951)
Ήτανε λίγο το φαϊ, κάτσανε τα μαμούνια τόφαγαν, τόχεσαν κιόλας. Όταν μιά δουλειά, που είναι από την αρχή στραβή, γίνεται χειρότερη
Λήτεψαν μες σο βιλλίν dουν, τσάπου μεζ ρίξουνε, καρουράν μες
(1951)
Λητεύω = δένω
Δώσε με γισμάτι, κόνdα με'ς του Γουπτσή το κάτσι
(1951)
Δώσε μου τύχη, πέτα με απ' του Γουπτσή το βράχο
Όποιος χτυπάει, τ΄ ανοίγουνε, κι όποιος γυρεύει, βρίσκει
(1952)
Παλική από τη συλλογή Λιβιεράτου...
Η ιδέα είναι παρμένη από το Ευαγγέλιο. Ματθ. 7, 7...
Η ιδέα είναι παρμένη από το Ευαγγέλιο. Ματθ. 7, 7...
Σ τού Βαρασού το χώμα τζουτζί τζο 'ίνεται – Από του Βαρασού βάζο δε γίνεται
(1951)
Το φαρασιώτικο χώμα δεν έκανε γι' αγγειοπλαστική. Τη φράση την έλεγαν αλληγορικά, επειδή δε βγήκε ποτέ από το χωριό ένας άξιος άνθρωπος, άρχοντας ή επιστήμονας, που να κάνει καλό στον τόπο. Ο μόνος, λέει, που θυμούνται ή ...
Παιδί ακόμα στο μιγτάν' δεν έεις, φουβάσι να μην πέσ' η πινακοθήκη κι το σκουτώσ'
(1938)
Μιγτάν = μεϊντάνι,πλατεία,ανοικτό μέρος. Εδώ εννοεί στον κόσμο
Σα μη φυσήσει άνεμοζ, ο τσαλούς τζο σαλεύει
(1951)
Αν δε φυσήξει αέρας, το κλωνάρι δε σαλεύει...
Ποντ. Α. Π. Αρ. 7 Αγ΄ρας δίχως να φυσήσει, τα φύλλα 'κε σείουνται...
Ποντ. Α. Π. Αρ. 7 Αγ΄ρας δίχως να φυσήσει, τα φύλλα 'κε σείουνται...
Φότεζ να μη τσαλdεις το θύρι, το θύρι τζο νοίζεται
(1951)
Αν δε χτυπήσεις την πόρτα, η πόρτα δεν ανοίγεταιΕ. Ίναι το ευαγγελικό : Κρούετε και ανοιγήσεται. Ματθ. Ζ΄ 7...
Όποιους γουνέται πιδικλώνεται
(1938)
Γουνέται = βιάζεται
Όποιος βιάζεται, σκοντάβει
(1936)
Καλός κι απόκοτος!
(1957)
Δηλαδή, χωρίς να με ρωτήσης ήρτες ή έκαμες κάτι
Βερισέ κανένας δέν δ' λεύει
(1938)
Βερισέ = βερεσέ, τζάμπα
Ούλα τα πουλιά πααίνουν κι οι σκορδαλοί πομένουν
(1940)
Σκορδαλοί = οι γαλιάντρες. Το λένε τώρα το φθινόπωρο, που φεύγουν τα πουλιά. Μα τόχουμε και για παράδειγμα για τους παρακεντέδες (δηλ. Τους άχρηστους, χαραμοφάηδες)
Πάς άνθρωπος, πάσα ιδέα
(1958)
Έλεγον ο Μανωλιός ο Κουτσάφτης
Θρέψε σκ΄λί να σι βαβίζη
(1938)
Βαβίζη = γαυγίζη
Αυτά είναι σάλια μπάλια
(1940)
Ανοησίες, σαχλαμάρες
Σάλια – μπάλια
(1940)
Δηλαδή ανοησίες ασυναρτησίες
Σκουθήτε πιθαμέν' να σεβαν ζ'ντανοί
(1938)
Σεβαν = εισεβουν, μπουν
Οχτώβρης – Οχτωβράκης, το μικρό καλοκαιράκι
(1952)
Μέρες γύρω από τ' αγίου Δημηγρίου (26 Οκτώβρ.) είναι συνήθως καλοκαιρινές
Μι τουν ανώτερο σ' σκορδά μη φτεύης
(1940)
Γιατι θα διαλέξ τα καλύτερα στη μοιρασιά
Έζ Νικόας εν dου σειμωνού η μέση
(1951)
Ο Άι-Νικόλας είναι του χειμώνα η μέση
Ανύπαντρος, βασιλικός, όθεν κι αν πάη μυρίζει, και παντρεμένος, γάϊδαρος, όθεν κι αν πάη γκαρίζει
(1952)
Ετσί δηλαδή φαίνονται, κι ο ένας κι ο άλλος, στα μάτια των κοριτσιών
Άπιαστα πουλιά, χίλια στο παρά
(1952)
Μπορεί κανείς να παινεύεται όσο θέλει για πράματα που δε φαίνονται
Θα φας καμμιά καμπάνα!
(1939)
Θα τιμωρηθείς με καμμιά αυστηρή φυλάκιση, αντί θ' ακούσης καμμιά καμπάνα
Απερπισμένο κάτεργο, σ' ένα βαθύ λιμνιόνι
(1952)
Κάτεργο = καράβι
Αυτ'νού κόφτ' η μαχαίρα τ'
(1940)
Είναι δυνατός, έχει πολιτική επιρροή και δύναμη
Άμα έεις αναγκη, φουναεις τ' Παναγία. Άμα δεν έεις, τ' διώχνεις
(1938)
Φουναεις = Φωναζεις, επικαλείσαι
Απ' τα πενήντα κι τουν ανήφουρου, κόπους κι πόνους
(1938)
Ανήφορου = κι' επάνω
Α θα ζυμώσης το ταχύ, αποβραδίς κοσκίνα
(1952)
Από τη συλλογή Λιβιεράτου
Βάστα με να σε βαστώ, ν' ανεβούμε το βουνό
(1936)
Η αξία της αλληλεγγύης
Για το Γιάννη τον άπιαστο!
(1952)
Όταν δεν περιμένη κανείς συγκεκριμένα αποτελέσματα. Ή όταν δεν δίνη σημασία σε υποσχέσεις
Τσ' αποκριές χορεύουνε και τσι Τρίνες γλεντούνε, και την ημέρα τη Λαμπρή τα κόκκινα φορούνε
(1952)
Το τραγουδάνε και στο χορό
Έχω εννιά θ'λειές άντερα
(1959)
Απ' την πείνα
Τον πήρε η διαταγή
(1939)
Έγραψε γι' αυτον η Ημερ. Διάτ. του Συντάγματος
Όποιους βιάζιτι, σκουνdάφτ'
(1940)
Οι καλοί λογαριασμοί κάμναν καλούς φίλους
(1938)
Κάμναν = κάμνουν
Άπιαστα πουλιά, χίλια στον παρά
(1936)
Για εκείνους που υπόσχονται με αφθονίαν τα απραγματοποίητα
Έχει μια εικοσάρα στην πλάτη
(1939)
Θα υπηρετήση επί πλέον 20 μέρες μόλις λήξη η θητεία του, γιατ' είναι τιμωρημένος
Απ' Θεού κι' απ' ντην Κυβέρνησ' δεν μπορείς να ξεφύης
(1938)
Προσφύγες εκ Κιλκίς
Τον κουφόν μπάν'τζι κι τον Αράπη σκαπάν'τζι
(1938)
Μπάν'τζι = φώναζε, σκαπάν'τζι = σαπούνιζε
Η ζούλια αν ήταν ψώρα, θα γιόμ'ζε όλ' η χώρα
(1938)
Ζούλια=ζήλια
Ι γέρ'ντας είναι όμ' μικρό παιδί
(1938)
Όμ'=σαν
Μεγάλουσι το γαϊδουρίτσι, μίκρεψε το σαμαρίτσ΄
(1938)
Γαϊδουρίτσι = γαϊδουράκι
Ότ,τ' κάμ'ς, κείνο θα βρης
(1938)
Βαρύ 'ναι το βουνό, μα σαν τον άθρωπ' όχι
(1952)
Από τη συλλογή Λιβιεράτου
Όσες σούφρες έχει το βρακί του τόσους διαόλους έχει στη σφαή του
(1958)
Επειδή το βρακί εδενότουνε μπροστά με κλωστή-σούφρες
Αντώνη καρκαντώνη πόφαγες πολύ ποπόνι
(1940)
βλ. παιδικά σελ. 170
Σα bιπέρ' bαίν'ς
(1940)
Ξεφυτρώνεις, επεμβαίνεις
Ολημερίς τον άθρωπο τόνε βαστάς στην πλάτη, το βράδυ τον ξαναβοήθησες, και σόβγαλε το μάτι
(1952)
Ξαβοηθάω = παύω να βοηθώ, αφήνω
Τον αβγάτη κατεβάζει τα 'ς τ' αβγόν bοπάνου
(1951)
Τον καβαλάρη κατεβάζει πάνου από τ' άλογο. Για κείνον που έχει ζηλιάρικο μάτι και βασκαίνει
Σου αβγού τον dόπα, γαϊρίδι μη λητεύ'
(1951)
Στ' αλόγου τον τόπο,γαϊδούρι μη δένεις
Ο άνθρωπος γεννιέτι απ' την πόρατ κι βγαίν' απού το παραθύρ'
(1959)
Χαρές στη γέννηση, βιασύνη στη θανή
Ανάγκη, και νόμου μετάθεση
(1952)
Αθρώποι κι αθρωπόπουλοι, κι αθρώποι κι αθρωπάτσοι
(1952)
Υπάρχουν κάθε λογής χαρακτήρες στον κόσμο
Καλά 'ν' και τη Λαμπρή τ' αβγά, μ' απόλαμπρα 'ν' καλύτερα
(1952)
Απόλαμπρα τις ημέρες ύστερ' από το Πάσχα. Καλά να φυλάη κανείς οτι έχει, και γι' αργότερα
Έπαρ' ο άθρωπος απ' αθρώπους, και σκυλλί από κοπάδι
(1952)
Απ' αθρώπους = από οικογένεια με ανατροφή
Τ' αγι-Αντριός, αντρειεύετ' η μέρα
(1952)
Τ' αγίου Αντρέα είναι στις 30 Νοεμβρίου
Κοντός λογαριασμός, μακρυά αγάπη
(1936)
Κοντός = ακριβής, λεπτομερής
Αφ' τ' αγι – Αντωνιού και πέρα δώσ' του φουστανιού σ' αγέρα
(1952)
Η γιορτή τ' αγι - Αντωνιού είναι στις 17 Ιανουαρ. Ο καιρός ανοίγει, και μπορεί να ξαμολυθή κανείς ελεύτερα στη φύση` είναι τότε και το καρναβάλι, που όλοι χορεύουνε
Στων ανύπαντρων τσι πόρτες, άπεζοι - καβελαραίοι
(1952)
Οι ανύπαντροι είναι παρακαλεστοί
Περνώντας ο δεκαπενταύγουστος, γνοιάσου για το χειμώνα σου
(1952)
Αρχίζει το φθινόπωρο και πρέπει να φροντίσουμε για ρούχα, στέγαση κ.λ.π.
Την ημέρα τ' άη – Λιός παίρνει ο καιρός αλλιώσελ'
(1952)
Τη γιορτή τ΄άη-Λιός (20 Ιουλίου) την προσέχουν πολύ οι τσοπάνηδεσελ. Παίρνει αλλιώς αλλάζει
Τ' Αλωναριού τα μεσημέρια, και του Γεναριού οι νύχτες
(1952)
Πιστεύουν πως αυτά τα δυό είναι βαριά και πρέπει να φυλαγώμαστε απο τα ξωτικά τους