Αναζήτηση
Αποτελέσματα 6201-6268 από 6268
Από τα ψες το δειληνό λείπ' άντρας μου στο μύλο για πέστε μου, γειτώνισσες, να παντρευτώ ή να μείνω
(1908)
Γελοιαστικόν δίστιχον περί γυναικός διεφθαρμένης και ουχί φιλάνδρους
Όποιος δεν επέρασε τη νύχτα με φεγγάρι τσαί την αυγή με τη δροσιά τον κόσμο δεν εχάρη
(1908)
Η κατά σεληναίαν νύκτα ευάρεστος είναι, επίσης δε και η κατά την αυγή, οπότε βεβαίως η ελάχιστη θερμοκρασία είναι. Η τε σεληναία νύξ και η αυγή νοείται βεβαίως του θέρους
Είπαμε πολλά και σώνει, ας λαλήση κι άλλ' αηδόνι
(1903)
Όταν θέλουν να δώσουν πέρας εις την συνδιάλεξιν
Είπε και το γουρούνι να μη ματαχώση την μ΄΄υτη του 'ς τη λάσπη μα δεν τ' απόσωσε κι έπεσε μέσα.
(1902)
Ερμηνεία: Επί μη τηρήσεως του λόγου περί αποχής από κακ΄ς τινός συνήθειας ως όταν ο μέθυσος ορκίζεται ότι δεν θα πιή πλέον.
Δό μ', κυρά μ', τον άντρα σ' και σύ κράτα τον κόπανο
(1905)
Ερμηνεία: Λέγεται και εκείνου όστις αιτείται τι παρά τινος, όστιςέχει άμεσον ανάγκην αυτού. Η παροιμία εγεννήθη ώς εξής: Γυνή τις χήρα ηράτο τούανδρός γειτονίδος αυτής ή φίλης της, καλοφλεγομένη δε υπό τολυ πάθους απετόλμησε ...
Τότε ο Θεός ήταν 'πο κατά γής, τον έγλυφαν τα πράμματα
(1903)
Επί των αναδειχθέντων εκ των καιρικών περιστάσεων
Φύγε 'πό τό έλεος νά μή 'μπής 'ςτήν αμαρτία
(1903)
Ότι πολλάκις ο ελεών μυκτηρίζεται... = αμ' ηλεήται καί τέθνηκεν η χάρις
Άλλα τα μάτια της πέρδικας κί άλλα της περιστέρας
(1903)
Επί των ανικάνων πρός τι, όμως καυχωμένων
Καλλιά 'ψω 'γω 'ς το σπίτι μας ελιές και παξιμάδι παρά 'ς τα ξένα ζάχαρι και να με 'ρίξουν άλλοι
(1908)
Οίκος φίλος, οικός άριστος
Όμοιος τον όμοιον αγαπά κι όμοιος τον όμοιον θέλει, γέροντας με το γέροντα κοπέλλι με κοπέλλι
(1908)
Όμοιος ομοιώ αει πελάζει
Ζήσε Μούρε μου να φας χλωρό χορτάρ' και τον Μάϊ τριφύλλι
(1903)
Επί των αέργων
Όποιος δεν έχει τυρί τηγανίζει κεραμίδι
(1908)
Υπόκειται ο ακόλουθος μύθος: Μια φορά υπήγεν ένας να ξενυχτήσει εις μιας γυναικός το σπίτι και η γυναίκα αποτείνεται προς τον φίλον ότι δεν έχει ούτε αυγά ούτε τυρί να τον δειπνήση και εκείνος της είπεν αν έχη κανέν κεραμίδι ...
Δό μ', κυρά μ', τον άντρα σ' και σύ κράτα τον κόπανο
(1902)
Ερμηνεία: Λέγεται και εκείνου όστις αιτείται τι παρά τινος, όστιςέχει άμεσον ανάγκην αυτού. Η παροιμία εγεννήθη ώς εξής: Γυνή τις χήρα ηράτο τούανδρός γειτονίδος αυτής ή φίλης της, καλοφλεγομένη δε υπό τολυ πάθους απετόλμησε ...
Μοιάζ' 'κείν' π' ούλο κοσκινά και δε ζυμών
(1903)
Ερμηνεία: Επί των αναβαλλόντων πάντοτε προς αποφυγήν τινός
Δεν έχ' 'ςτο νου τ' να πάρη νύφ' γι αυτό κοιμίται
(1903)
Ερμηνεία: Επί των πολλά δαπανησάντων παρ' αξίαν
Λύκιε μ' γιατί ο λαιμός είνε χονδρός γιατί παίζω μοναχός
(1903)
Ερμηνεία: Επί των πραττόντων ιδίαις χεροί και όχι εμμέσου προσώπου
Καυκαλήθρα μυρισμέν' πόκαμις τουν άντρα μ' μελ' κι τη πιθερά μ' φαρμάκι
(1906)
Η ιστορία τούτου η εξής. Κακή τις πενθερά επιθυμούσ ατην αποπομπήν της νύμφης της ετεχνάσθη προ τούτο να τρέφη αυτήν διαρκώς δια κνάμων, ένα ένεκα της εξ αυτών εν τω στόματι παραγομένης δυσοσμίας αναγκασθή ο σύζυγος να την ...
Όλο το Μάρτη φύλαγε και τ' Απρίλη τες δέκα ακόμη κα τες δέκ' οχτώ πέρδικα ψόφησε τ' αυγό
(1901)
Ερμηνεία: Επειδή ο καιρός μέχρι τοδ' Απριλίου υπερμεσούντος είναι ευμετάβλητος και το ψύχος δύναται να επιφέρη τον θάνατον και αυταίς τους πέρδιξιν επωαζούσαις δέου να προφυλαιτώμεθα
Το χωριό δεν τογ θέλει, αυτός ρωτά του παππά το σπίτι που είνε
(1903)
Επί των αναιδώς προσερχομένων και πραττόντων
Της γούνας μου μανίκι και του παπτσιού μου πάτος
(1903)
Επί των αιτουμένων χάριν παρ' αγνώστου.
Να φοβάσαι 'πο όψι χειμώνα, 'πο πρώϊμο οικοκύρη κι από καινούριο αφεντικό
(1903)
Ερμηνεία: Ανάγκη προφυλάξεως από των αδαών και αρχαρίων
Ηύρα μια απιδιά χωρίς αγκάθια, έρριξα τον τσικοντούρο 'σκάλωσε
(1903)
Επί των ευρισκόντων ευνοικόν πάροχον , προστάτην
Μη πηγαίνης με παιδιά 'ς το μόλο γιατί θα βρης το μπελιά σου άμα πέση το δικό του πράμγα κλαίει άμα πέση το δικό σου γελάει
(1905)
Αναλογον έχουν και οι τουρκοι “Τσιοτζιούκλε γιολά τσίκμα ντουσερ ισε αγλάρ ντουσερ ισεν γκιουλέρ = Μη βγαίνης με παιδί 'ς το δρόμο αν πέση κλαίει αν πέσης γελά” σερραι Σχινας
Άδεια π΄έχει ο Γιώργης να πάη στο στρατιωτικό
(1902)
Έχει κάδες τσαί καρούτες να δέση
Αν πέση η πέτρα πάνου 'ς τ' αυγό αλί 'ς τ' αυγό κι αν πέση το αυγό πάνου 'ς τημ πέτρα αλί 'ς τ' αυγό
(1902)
Ερμηνεία: Το δίκαιον του ισχυροτέρου
Το σκυλί λέγει πότ' ναρτη το καλοκαιρ' να φκειάσ' σπίτι
(1903)
Ερμηνεία: Επί των προσδοκώντων καιρόν, αλλ' αμελώς
Ποίος σου έβγαλε το μάτι; - Ο αδερφός μου. - Γι' αυτό είναι βγαλμένο βαθιά
(1902)
Σημείωση :περι αυή η έννοια παρίσταται και εν τω υπ' αριθμ. 8 σελ. 183, δημοτικώ άσματι ώς εξής: Γιατρέ μου, εγιάτρειζες πολλούς κομμένους και σφαμένους, “Γιατρεύτε μου κι αυτόν το νιό που είναι αδερφοσφαμένους” Εγώ πολλους ...
Τραβάτε με κι ας κλαίγω, και την ρόκα μ' το κατόπι
(1903)
Ερμηνεία: Επί των προσποιουμένων
Εψές πέθαν' ο άντρας μου, προχτές ο γάϊδαρός μου σήμερο πάει τσ' ο χοιούρος μου τσαί ποιόν να πρωτοκλάψω, ας κλάψω 'γω το γάιδαρο που πήγαινα στο μύλο τσ' άντρας μ' ας τρώη χούματα τσ' εγώ τρώου το χοιούρο
(1908)
Γελοιαστικόν ποίημα προς εμπαιγμόν του ήθους των γυναικών
Έχουν τ' αντρόγυνα κατσά, νάχουν τ΄αδέρφια αμάχη ενάχη τσ' μάνα με παιδί, ως που να μπή τσαί νάβγη
(1908)
Η μεταξύ συζύγων ή αδερφών έχθρα και η κατά του παιδός οργή της μητρός δεν δύναται να είναι ισχυρά, ούτε έμμονος.
Πράσο τσαί πρασόφυλλο έφανα τον πάννο μου έχου τσαί τον άντρα μου
(1908)
Εις παροιμίαν ταύτην υπόκειται ο εξής μύθος: Μία τεμπέλα παρακάλειε την γειτόνισσα νάρτη να ντής φάνη το παννί, η γειτόνισσα της λέει “δώσε μου τον άντρα σου, να σου 'φάνω το παννί”. Η τεμπέλα συλλογίστη πως κακό είναι να ...
Εγώ πήρα την ακουή σαν τον κακό το λύκο τσαί σπίτι μου να τσοιμηθώ μένα μου λεν πως λείπω
(1908)
Τοσούτον εδυσφημίσθην, ώστε και όταν σωφρονώ, δεν νομίζομαι σωφρονών
Μακρύς είν' ο απλάτανος αλλά κουβάρια κάνει μικρή 'ναι κ' η γιαγκαριά, αλλά τα μάτια βγαίνει
(1908)
Ερμηνεία: Επί των φυσικώς εναντίων
Του γέρου βλάχου το τυρί,τυροπιτάρια θα γενή – Κείνο που κράσσει την αυγή τσαι φέρνει την ημέρα 'ς του γερό βλάχου τον τουρβά ψηλά είναι κρεμασμένο
(1902)
Ερμηνεία: Χωρικός τις (βλάχος) μετέβη εις υδρόμυλον τινα ίνα αλέση.Ο μυλωθρός επωφεληθείς της απουσίας του αρπάζει τον τυρόν όν είχεν εκ τον τουρβάν του. Αλλά και ο βλάχος ιδών τρί του μύλου πολλάς όρνιθας ήρπασε κρυφίως ...
Άγις Γεώργις σκορπά τα παιδιά, Άγις Δημήτρις τα μαζώνει κι άγις Νικόλας καλά τα συμμαζόνει
(1903)
Σημείον της διασποράς και παλινοστήσεως των κατοίκων
Α βρέξ' Απρίλης κανά δυο τσ' ο Μάης άλλο κανένα να ιδής τα κοντοκρίθαρα το που πάντα πηγαίναν
(1908)
Κοντοκρίθαρο = χαρακτηριστικό επίθετον της κριθής, διότι ο κάλλαμος (στάχυς) αυτής είναι βραχύτερος του καλάμου (στάχυος) του σίτου
Άκουγε σακκοδεμένε τσαί στον τοίχο κομπισμένε, τα 'κατό γρόσα σίγουρα τσαί τη μελανή γαϊδούρα
(1908)
Παραλλαγή αυτή της παροιμίας: “Άκουγε σακκοδεμένε τσαί στον τοίχο κομπισμένε, είχε τ' άλογο χαζίρι τσαί τα γρόσα στου μαντήλι,γιατ΄ο βλάχος θελά φύγη και η παροιμ.”Άκουγε σακκοδεμένε τσαί στον τοίχο κομπισμένε,τα κατό γρόσα ...
Όλο το Μάρτη φύλαγε και τ' Απρίλη ως τες δώδεκα ακόμη κα τες δέκ' οχτώ πέρδικα ψόφησε τ' αυγό
(1901)
Ερμηνεία: Επειδή ο καιρός μέχρι τοδ' Απριλίου υπερμεσούντος είναι ευμετάβλητος και το ψύχος δύναται να επιφέρη τον θάνατον και αυταίς τους πέρδιξιν επωαζούσαις δέου να προφυλαιτώμεθα
Κατακαημένος άθρωπος ατός τσ' απατός του κάμνει κάκο του λόγου, που δεν το κάμν' ο οχτρός του
(1908)
Πολλάκις ο άνθρωπός υπό πείσματος και ισχύρογνωμοσύνης ελαυνόμενο, ποιεί κακόν εις εαυτόν, οίον ουδ΄ο εχθρός αυτού δύναται να ποιήση
Άντρα μου, αντρούλλη μου, αν ηξέρου π' άλλον άντρα χωραΐτη, Μωραΐτη, μαραγκό τσαί καλαφάτη τσ' άλλος δεκοχτώ νομάτους, αν ηξέρου π' άλλον άντρα να με κάψη το κουρκούτι
(1908)
Ένς άντρας έβαλε υποψία πως η γυναίκα του πάγαινε με άλλον άντρα τσαί τήνε γρίνιαζε, τσείνη έλεγε πως δεν ήξερ άλλον άντρα “τσ' α λέου ψέματα” λέει “να με κάψη το κουρκούτι, ειδέ μη να κάψη σένα, γιατί έτυχε να βράση ...
Άνθρωπος οχ του λόγου του ατός του πάλι ατός του κάνει κακό του λόγου του θιαμαίνεται κι ατός του
(1902)
Ερμηνεία: Εκ παραμυθιά λέγεται και είναι Μωαμεθανικής προελεύσεως υποδεικνύει δε οτι έκαστος μόνος του παρασκευάζει τα της τύχη του . Τοιάυτα γνωνμικά έχουσι πλείστα οι Μωαμεθανοί ενταύθα εκ τα θρησκευτικης υπόθεσεως ...
Γειά νάχη που μ' ανάβαλε γλυκά που με θυμήθητσαί κουφαμός που μ' άκουτσε τσαί δεν απηλογήθη
(1908)
Τούτο λέγει ο πτερνιζόμενος, όταν ουδείς των παρισταμένων αντιφωνή το “γειά σου”. Κατά δημώδη δοξασίαν ο πταρμός δηλοί ότι μηνμονεύει του πτερνιζομένου ευμενή τις αυτή υπό νυγμού της φάρρυγος, λέγει δ' ο βήσσαν “ποιός τάχα ...
Όποιος ανέβ' τον γάδαρο, ακούει και της πορδαίς του
(1903)
Προν χάριν τινος υφίσταται τις δοκιμασίας
Το πολύ το Κύρι' ελέησον κι ο παπάς δε το στρέγει
(1903)
Ερμηνεία: Επί των επαχθώς τα αυτά επαναλαμβανόντων
Όποιος έχει πολύ λίγδα, αλείφ' και 'ςτον κώλο τ'
(1903)
Ερμηνεία: Επί των πολυτελώς και εκ περισσού δαπανώντων
Τα 'σικά σου 'ναι σύκα σουπίζονται και τα 'σικά μ' καρύδια τρακαλίζουν
(1903)
Επί των ψεγόντων τας πράξεις των άλλων, παρορώντων δε τας ιδίας
Δώσε μ' έν' αυγό, 'ςτόν άλλο κόσμο να σε δώσω μια κλωσσαριά με τα πουλούδια
(1903)
Επί των ολιγαρκών
Υ Θεός ΄ταν 'πη ένα άνθρωπο να τον κάνη πλούσιο, δε ΄ρωτά τίνος υιός είναι
(1903)
Ότι ο Θεός αδιακρίτως παρέχει τα ελέη του
Γιατί σκάζ' ο διάβολος; Γιατί κλάν' ο πεθαμμένος
(1903)
Ότι πολλάκις ο ελεών μυκτηρίζεται .. = αμ ηλέηται και τέθνηκεν η χάρις
Το γαίμα με γαίμα δεν πλύνεται, με νερό πλύνται
(1903)
Εν τω αγαθώ νικάται το κακόν
Άλλος με τα σταφύλια τ' κί άλλος με το τυρί τ'
(1903)
Επί των ολιγαρκών
Όποιος δεν θέλει να φιλέψ' τον φίλο του, όλη 'μέρα κοσκινίζει
(1903)
Επί των δυστροπούντων εις την εκτέλεσιν υποσέσεως
Πάλε για το κολοβό γαιδούρι είμαι
(1909)
Στο παληό καιρό είχαν συνήθεια άμα καμμιά γυναίκα παρεστράτιζε να την γδένουνε για να φαίνονται τα μηριά της και τα πόδια της, να την καβαλκεύουν ανάποδα απάνω σε κολοβό γαιδούρι, και με το γιούχα να την γυρίζουν σ' όλο ...