Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 938-957 από 2168
-
Κρυφή την έχει, 'ια ναν' όμορφη
(1963)Λέγεται σαν αστείο, σαν πείραγμα σε κάποιον, που δεν αποκαλύπτει το πρόσωπο που αγαπά -
Κώλος κλασμένος, γιατρός χεσμένος
(1963)Δηλαδή όταν κάνη κανείς τη δουλειά αυτή, δεν έχει ανάγκη από γιατρό -
Κώλος που κλάνει, χέζει το 'ιατρό
(1963) -
Κώλος, που κλάνει, πόνο δε bιάνει
(1963) -
Λαός πιπέριν ήτριβγε, gακό τση κεφαλής του
(1963)Λέγεται όταν κάνης κάτι, που θα αποβή εις βάρος σου -
Λέε, λέε το κοπέλι (ή: Πε το, πε το το κοπέλι), κάνει τη γρϊά και θέλει
(1963)Δηλαδή η φορτική επιμονή λυγίζει την αντίσταση -
Λέει – Βρε, πο' 'πέθανεν η μάνα σ' α' τη bείνα! Λέει – Βρε, και μα είχε gαι δεν ήτρωε;
(1963)Λέγεται, όταν μέμφονται κάποιον για κάτι, που δεν έχει την δυνατότητα να το κάμη -
Λέει – Δεν έχω γρϊά ψωμί. Λέει – Βρέξε μου το στο ζουμί
(1963)Λέγεται, όταν δεν αντιλαμβάνεται κανείς ή δεν πιστεύη ότι μια απαίτησή του δεν μπορεί να ικανοποιηθή και επιμένει και μάλιστα ζητεί κάτι περισσότερο -
Λέει, μουνούχος είμαι, λέει πόσα παιδιά έχεις;
(1963)Λέγεται, όταν κάποιος δεν πιστεύη ή δεν προσεχη τη δικαιολογία αρνήσεως ενός άλλου, παρά επιμένει στο αίτημά του//μουνούχος = ευνούχος -
Λέει, ώχου, παιδί μου, πως σ' αγαπώ, λε', ετσά θαγαπώ κι' εώ το παιδί μου (ή τα παιδιά μου)
(1963)Δηλαδή το παιδί δεν αγαπά τους γονείς του, όσο το αγαπουν εκείνοι//Κανένας, λε', είπε dου παιδιού dου, λέει, ώχου, λέει, παιδί μου, πως σ' αγαπώ, λέει, ετσά, λέει, θαγαπώ κι' εώ το παιδί μου//Παιδί μου = θα περίμενε κανείς ... -
Λείψ' απού το μιστό, να μην εύρης κρίμα
(1963)Δηλαδή καλύτερα μα αποφεύγη κανείς να κάνη το καλό, γιατί κάποτε τον αναγκάζει ο ευεργετηθείς με την συμπεριφορά του να δυσανασχετήση και αυτό είναι αμαρτία. Μιστό = ελεημοσύνη, ευεργεσία -
Λείψ' απού το μιστό, να μην σ' εύρη κρίμα
(1963)Δηλαδή καλύτερα μα αποφεύγη κανείς να κάνη το καλό, γιατί κάποτε τον αναγκάζει ο ευεργετηθείς με την συμπεριφορά του να δυσανασχετήση και αυτό είναι αμαρτία