Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 76-95 από 172
-
Με τοδ δικός σου φαε, πκιέ, τζ' αλίσ' βερίσ' μεγ κάμης
(1948)Με τον δικό σου φάγε, γλέντα, μα μη τ' ανοίξης και λογαριασμούς -
Με τον ήλιο τα βγάζω, με το ήλιο τα βάζω, δρόμο δρόμο τα πηγαίνω, σε ξερό λάκκο τα ποτίζω, σε ξερή αγκορνιτσιά τα σταλίζω, τί έχουν τα έρμα και ψοφάνε;
(1949)Η παροιμία είναι κοινοτάτη. Περί σημασίας δ' αυτής βλ. Λαογρ. Δ' 319 και 745. Άξια προσοχής είναι η επέκτασις αυτής προς επίτασιν της σκωπτικής έννοιας. ΣΤ. Δ. Βάζω = ή τα βοριάζω, Γκόρτσια = η αχλασιά -
Μια παδκιά του γέρου αξ'άζει σ'ίλιες του παίδκιου
(1948)Μια πατησιά του γέρου αξίζει χίλειες του νέου -
Ξένα σέρκα σε 'νεπαύκουν, μα τηγ καρκιάσ σου καύκουν. Ξένα χέρια σ' αναπαύουν με την καρδιά σου καίνε
(1948)Ερμηνεία: Λέγεται προ παντός για περιπτώσεις, που σ' ένα πλούσιο μένει σαν ψυχοπαίδι κάποιο ορφανό, είτε όταν βοηθήση κανείς τον άλλο οικονομικώς και με κάθε τρόπο τον καίγει -
Ο άδρωπος ο ξένος τζ' ο στραβός εν έναν
(1948)Ερμηνεία: Ο άνθρωπος που 'ναι ξένος σ' ένα μέρος μοιάζει σαν στραβός -
Ο Άη – Δημήτρης έρχεται νερό φέρνη
(1948) -
Ο άρκοντας έφαν τζ' έβρασεν, τζ' ο φτωχός έφαν τζ' ερίασεν. Έφαγ' ο πλούσιος κ' εζεστάθη, έφαγε κι ο φτωχός κ' εκρύωσε
(1948)Ερμηνεία: Θέλει να πη πως ο πλούσιος διαθέτει πολλά λεφτά για το φαί του, ώστε να ζεσταίνεται, ενώ ο φτωχός ο καημένος ψοφοπεινάει και κατ' ανάγκη κρυώνει -
Ο γάδαρος ο κόντρης είεν το στρατούριν τζ' επισώκατσεν
(1948)Ερμηνεία: Για κείνους που υποχωρούν, άμα καταλάβουν πως θα τους εκθέσουν τις κακίες τους -
Ο γάιδαρος ο πληγωμένος είδε το σαμάρι και πισώκατσε
(1948)Ερμηνεία: Για κείνους που υποχωρούν, άμα καταλάβουν πως θα τους εκθέσουν τις κακίες τους -
Ο Θεός μακροκαιρά και δικαιοπληρώνει
(1948)Ο Θεός σου δίνει αρκετό χρόνο, για να μετανοήσης αλλά στο τέλος σ' ανταμείβει ανάλογα με την πράξη σου -
Ο Θεός μακροτζ' αιρά τζ΄αι δικαιοπκιορώννει
(1948)Ο Θεός σου δίνει αρκετό χρόνο, για να μετανοήσης αλλά στο τέλος σ' ανταμείβει ανάλογα με την πράξη σου -
Ο κάττος τζ' αν εγέρασεν, τα νύσ'α πού 'σ'εν έσ'ει
(1948)Ο γάτος κι αν αεγέρασε τα νύχια που 'χε τά 'χει -
Ο κάττος τζ' ο καλόηρος το ψάριν αγαπούν το
(1948)Ερμηνεία: Καθένας τις απολαβές και το συμφέρο του αγαπά