Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 48-67 από 222
-
Έχει αφέντης μας αφέντη κι κείνους παραφέντη
(1918)Η παροιμία δηλούσα την αλληλεξάρτησιν,λέγεται ιδία ως απειλή κατ' αδικούντος υφισταμένου υπαλλήλου. -
Έχει Γιούφτου καρδιά
(1918)Περί της ιτέας προς δήλωσιν ότι τα ξύλα της χωνεύουν στη φωτιά ταχύτερον από τα ξύλα των άλλων δέντρων. Και οι βούλγαρόφωνοι κάτοικοι των περί την λίμνην Γενιτσών χωρίων λέγουσιν ωσαύτως περί ιτέας. Γιούψσκο σέρτσε=γύφτικη ... -
Είνι απ' τους καλώς σας βρήκα όχι απ΄τους καλώς ορίστε
(1918)Περιτών συνηθιγόντων να φιλεύωνται και ουχί να φιλεύωσι -
Είνι ήλιους μι τα δόντια
(1918)Είναι δηλ. Ήλιος χειμωνιάτικος, όστις δεν θερμαίνει τόσον, ώστε να μη συγκρούωνται οι οδόντες. Περί φιλαργύρων σμικροτάτας συνδρομάς παρεχόντων -
Ελάτε γνωμ' κοί να φάτι του λωλού του βιός
(1918)Γνωμικοί=γνωστικοί. Περί ανοήτου πλουσίου, ού των αγαθών απολαύουσιν οι περιβάλλοντες αυτόν κόλακες. -
Ζαρωτά κάθκα κι ορθά κρίσον
(1918)ΠΜ 77: καθκά, Τραπεζ. ΑΠ 177: ίσα. Στραβά κάτσε και σωστά κρίνε. Προς τον σκοπίμως δι' ίδιον ή αλλότριον συμφέρον μη γνωμοδοτούντα δικαίως επί διαφοράς υφισταμένης μεταξύ αυτού και άλλου ή ετέρων δύο -
Η 'κούλια αν κι λαϊζ τ' ουράδν ατς, ο κό'σον κι λαγγεύ'
(1918)Αν δεν κινήση την ουρά της η κατσίκα, ο τράγος δεν καβαλλικεύει -
Η 'κουλία με το κ' έ'χ κέρα πα'σκίντο πάντα εν κατσίκα;
(1918)Πως δεν έχει η 'κουλία κέρατα μήπως πάντοτε είναι κατσίκα; 'Κουλία, αίξ άνευ κεράτων. Η λ. ομόρριζος του κολοβός, κολούω και του διαλεκτικού 'κουλίζω, αποκόπτω την κεφαλήν (κυρίως επί των ιχθύων), σημαίνει άρα αίγα οιονεί ... -
Η κοιλί' ατ' πολλά παίρ
(1918)ΚΜ 75: Η κοιλιά του δέχεται πολλά|}|Ερμηνεία: Επί του πλεονέκτου και άρπαγος ή του ανεχομένου και υπομένοντος τας δυσκολίας του βίου