Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 1536-1555 από 2168
-
Οίος τα λόια σου γροικά και τσ' όρκοι σου πιστεύγει, πιάνει στη θάλασσα λαοί και στη στεργιά ψαρεύγει
(1963)Γροικά = ακούει, αποδέχεται -
Οικονομία στο μαϊδανό, βούτυρο με την οκά
(1963)Λέγεται όταν δεν ξέρη κανείς, που πρέπει να κάνη οικονομία -
Οπ' αbέλι dου κι όπου συκιά, δικιά dου
(1963)Λέγεται, όταν δεν διστάζη κανείς να καρπούται κάθε τι ξένο -
Οπ' αγαπά ο Θεός παιδεύγει
(1963)Ερμηνεία: Λέγεται σαν παρηγοριά, σε άνθρωπο, που του τυχαίνουν αλλεπάλληλα ατυχήματα -
Οπ' αγαπά το gρέβατο και τη dροσοπεζούλα, πόσα καλά στερεύγεται η έρημή dου 'ούλα
(1963)Dροσοπεζούλα = δροσερή πεζούλα, δροσερό κρεβάτι -
Οπ' αγαπάς, κατούρησε, κι όπου μισάς, χτενίσου, κι οπόχεις όχτρητα πολλή, κάτσε κουτσονυχίσου
(1963)Λέγεται όταν κάνωμε ή πρόκειται να κάμωμε μια από τις τρείς αυτές πράξεις σ' ένα ξένο σπίτι -
Οπόβρω τ' ανεβάτζο μου, εκεί dα 'ονικά μου
(1963)Ανεβάτζο=κάτι που ενισχύει, που ανεβάζει οικονομικώς. Ονικά=γονικά. Δηλαδή όπου ο άνθρωπος βρή συμφέρο, υποστήριξη, εκεί αισθάνεται σα να είναι στην οικογένειά του, στην πατρίδα του. -
Οπόχει θηλυκό bαιδί, πουτάνα να μη βρίση, κι' οπόχει αρσενικό, κερατά να μη bη
(1963)Δηλαδή όταν έχη κανείς παιδιά, δεν πρέπει να κακολογή, επειδή είναι δυνατό και τα παιδιά του να υποπέσουν σε παραπτώματα//Οπόχει = Όποιος έχει, εκείνος που έχει -
Οπόχει κόρην ακριβή, του Μάρτη νήλιος μη dη δη. Κι' οπόχει πάλι πι' ακριβή το πάγος του να μη dη δη
(1963)Πι' ακριβή= πιο ακριβή -
Οπόχει κόρην ακριβή, του Μάρτη νήλιος μη dη δη. Κι' οπόχει πάλι πι' ακριβή του Μάρτη κρύο μη dη δη
(1963)Πι' ακριβή= πιο ακριβή -
Οπόχει πόνο στη gαρδιά, στα μάουλα του δείχτει
(1963)Οπόχει ή που κρύβγει. ...στα μάουλά του δείχτει ή ...στα μάουλα του το δείχτει -
Οπόχει ρούχ', ας τα φορή (ή χαρή) απού τ' Άη Ωργιού κι' εκεί
(1963)Του Αγίου Γεωργίου πρωτοφορούσαν τα καλοκαιρινά τους. Τότε κυκλοφορεί κανείς έξω και φαίνεται το ρούχο του και το χαίρεται. Π.χ. -Ήβαλες, κιόλα τα καλοκαιρινά ; -Δεν έχεις ακουστά πως Οπόχει ρούχ' ας τα χαρή, απού τ' Αή ... -
Οπούβαλε dο έλαιο, νά βάλη καί το κλήμα
(1963)Ήταν αρχικώς ευχή σέ βαφτίσια, ο νονός δηλ. νά γίνη καί παράνυμφος. Τά στέφανα γινότανε μέ κλήμα,πού τό περιτύλιγαν μέ βαμπάκι καί κορδελίτσα. Λέγεται, όταν προσφέρης σέ κάποιο μιά υπηρεσία καί ζητεί νά τήν ολοκληρώσης -
Ούτε στα μονά σε βρίσκει κανείς ούτε στα ζυά
(1963)Λέγεται για δύσκολον άνθρωπο, που δεν μπορεί κανείς να συνεννοηθή μαζί του -
Ούτε στα μονά σε πιάνει κανείς μήτε στα ζυά
(1963)Λέγεται για άνθρωπο, που δεν μπορείς να συννενοηθής μαζί του -
Ούτσι, ούτσι, ναbης (ή να σε βάλω) στο σακκί
(1963)Λέγεται, όταν βαθμιαίως επιτύχη κανείς κάτι και μάλιστα ξεγελώντας έναν άλλον