Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 354-373 από 394
-
Τί 'μαι 'γώ; αμπασόκλαδο;
(1957)Αμπασόκλαδο = το κλαδί τής “αμπασάς”, τής εισόδου τού κτήματος (“εμβασιά” από τό εμβαίνω). Με ξερόκλαδα συνήθως καί κατά πρόχειρο τρόπο κλείνανε τίς “αμπάσες” τών αμπελιών. Είδος παραπόνου κάποιου πού φαίνονταν πώς τόν ... -
Τί του ήκανα; ο γάιδαρος μου ήφαε το ψωμί του
(1957)Σιτζίμι = τουρκ. Ένα κομμάτι σχοινί, μάλλον ψιλό, που δένενε τα ζωντανά τους στ' αχούρια (φάτνες), ή σε κάποιο παλούκι (πάσσαλο) -
Το αίμα νερό δεν γένεται κι' α γένη δε θολώνει
(1957)Ή αντι “δε θολώνει” : δεν πίνεται.Τα αδέλφια όσο δυσαρεστημένα κι αν είναι μεταξύ τους,σε μια δύσκολη περίσταση ο ένας σπεύδει να βοηθήσει τον άλλον. -
Το θέλει βρεμένο το παξιμάδι
(1957)Το λέγανε για τους πολύ τεμπέληδες. Και πάνω σ' αυτό διηγούνταν, πως σ' ένα τεμπέλη πολύ πεινασμένο δώσανε ένα παξιμάδι κι αυτός το γύρευέ βρεμένο. Ανάλογη ιστορία Πολίτου Παροιμίαι Γ, 247 -
Το θηλυκό πάντα βλάφτει
(1957)Ένα σωρό παρεξηγήσεις και κινδύνους δημιουργεί η συμπεριφορά των θηλυκών και μάλιστα των ανύπαντρων κοριτσιών και για τα ίδια και για τους συγγενείς των -
Το θυμιατό τα ξεδιαλέγη ούλα
(1957)Εννοείται το θυμιατό της κηδείας. Με το θάνατο κάποιου αποκαλύπτεται η οικονομική του κατάσταση στις λεπτομέρειές της -
Το καθισό είναι κόπος
(1957)Το λέγανε με την έννοια του ατυχήματος, μιας δυσάρεστης καταστάσεως· δηλ. η ανεργία είναι ατύχημα· ανάλογες και οι εκφράσεις: “η φτώχεια ή η ξενητειά είναι κόπος” -
Το κορίτσι κι΄ όπου κάτσει βλάφτει
(1957) -
Το πρόσωπο είναι σπαθί
(1957) -
Το σιτάρι γυρίζει γυρίζει, στο μύλο θα πάει
(1957)Το κάθε τι στο τέλος θα φτάσει στο μοιραίο προορισμό του -
Το ψάρι βρωμά από το κεφάλι
(1957) -
Το ψάρι βρωμάει απ' το κεφάλι
(1957)